Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2019

Φονικό αμάλγαμα



Εμιλ Ζολά : 
Τερέζ  Ρακέν                                                                                       

Θέατρο Ροές


Ποια είναι η δραστικότητα των μυθιστορημάτων του Εμιλ Ζολά σήμερα, αυτό θα πρέπει νομίζω να είναι το ερώτημα ενός σύγχρονου θεατή η κριτικού, μπροστά σε μια παράσταση σαν αυτή της Τερέζας Ρακέν που είδαμε στο θέατρο «Ροές». Σοκάρει τον αναγνώστη η θεατή μια υπόθεση όπου ένα παράνομο ζευγάρι τυφλωμένο από το ερωτικό ντελίριο αποφασίζει και σκοτώνει τον σύζυγο εκείνης, που στέκεται εμπόδιο στην ελεύθερη απόλαυση του έρωτα τους, αλλά που οι τύψεις και οι ενοχές της ανόσιας πράξης τους οδηγούν στην αποξένωση και στην ακραία απόφαση της κοινής αυτοκτονίας; Δραματικό στόρυ αλλά αρκούντως ξεπερασμένο από τις πολλές επαναλήψεις στο κόσμο της πραγματικότητας και όχι μόνο στον φανταστικό του μυθιστορήματος και των σεναρίων. Τα μυθιστορήματα των Γάλλων πεζογράφων, αυτής της εκλεκτής ομάδας, που στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα και στις πρώτες του 20ου ταρακούνησε τα στάσιμα  του ρομαντισμού, ξεκινώντας από τον Μυσσέ, τον Μπαλζάκ, τον Φλωμπέρ, τον Γκωτιέ, τον Ζολά, τον Μωπασάν, τον Δουμά και έφεραν ρίγη στο αναγνωστικό κοινό με τις αισθησιακές τους τολμηρότητες και τις τραγικές τους περιπλοκές, είναι από καιρό ξεπερασμένα. Τα αστυνομικά χρονικά ευρωπαϊκών χωρών, της ίδιας εκείνης εποχής όσο και σε μεταγενέστερα χρόνια , βρίθουν από εγκλήματα πάθους, δολοφονίες, αυτοκτονίες και πάμπολλους συνδυασμούς τραγικών καταλήξεων και φινάλε.  


Σ’ αυτό ακριβώς το χρονικό διάστημα ξεμυτίζει και η ψυχολογία που διευκρινίζει κίνητρα, πράξεις, αισθήματα και κάνει το κοινό να βλέπει με κατανόηση, επιείκεια και απάθεια τα τραγικά επιδόρπια . Είτε στην σημερινή ελευθεριότητα των ηθών οφείλεται είτε στην εξέλιξη των μέσων πληροφόρησης τα θέματα των συγγραφέων αυτής της περιόδου δεν αποτελούν εξαιρέσεις και φυσικά δεν αιφνιδιάζουν τον αναγνώστη και τον θεατή. Εκτός από τις εφημερίδες και τα λαϊκά φυλλάδια στα χρόνια του μεσοπολέμου που πρόσφεραν δραματικά αφηγήματα πραγματικά  ή διογκωμένα είτε φανταστικά σε  με ανάλογες μυθιστορηματικές εξελίξεις, εισβάλουν αμέσως μετά οι σεναριογράφοι και από κει και ύστερα το ομοειδή θέματα γνώρισαν μια πληθωρική ποικιλία. Οπότε για τον σημερινό θεατή ουδέν ρίγος από την νουβέλα του Ζολά.
Ξεπερασμένος μεν ο καμβάς αλλά το κέντημα εξαίσιο. Πρόσχημα το λιμπρέτο για να στηθεί μια καθαρά ποιητική παράσταση με μια αλληλουχία μετακινήσεων και μετασχηματισμών που συνειρμικά μοιάζει με καλειδοσκόποιο.  Το συναρπαστικό στοιχείο είναι  μια συνοιρμική σύνθεση σωμάτων που μετακινούνται στο χώρο, παραλληλόγραμμων τραπεζιδίων που ανάλογα  μετασχηματίζονται και αποσυναρμολογούνται για να απανασυνδυαστούν σαν τα πούλια του ντόμινο που σε μικροκλίμακα παίζουν κι αυτά και παίζονται. Η εναρμόνιση του συνόλου συμπληρώνεται με τον λόγο, την φωνή και τους τόνους των ηθοποιών, τα αισθήματα που αναδίδουν και την αίσθηση που δημιουργεί η χρυσή αναλογία χορού, υποκριτικής, κίνησης κάτω από την  εμπνευσμένη διεύθυνση μιας αφανέρωτης μπαγκέτας.

Μα όλα αυτά τα ποιητικά  ξεσπάσματα αγαπητοί μου, που όσο μπορώ τα κρατώ υπό έλεγχο, σας μεταδίδω τις εντυπώσεις μου, και συμπληρώνω πως όλα δεν θα είχαν καμιά ψυχή αν δεν κυριαρχούσε ένας ηθοποιός που η εκφορά το, ο ήχος της φωνής του, οι παύσεις, οι χρωματισμοί, η ποικιλία των τόνων και το διακεκομμένο, κατακερματισμένο  των φράσεων σε λέξεις, διαφορετικά φορτισμένο ακόμα και σε κάθε συλλαβή, δεν βρισκόταν επί σκηνής και δεν εξέπεμπε, δεν ενέπνεε έναν ιδιαίτερο οίστρο σε κάθε τι. Ο Κώστας Βασαρδάνης. Είναι ίσως η πρώτη φορά που τον βλέπω, δεν μπορώ να είμαι βέβαιος. Μπορεί να τον έχω ξαναδεί αλλά είτε ο ρόλος ή η σκηνοθεσία ή όλα μαζί να μην μου εντυπώθηκαν με τρόπο τόσο απόλυτο. Παίζει τον ρόλο του Καμμί, του προδομένου συζύγου που δολοφονείται και είναι χαρακτηριστικό πως από τη στιγμή που λείπει από τη σκηνή η παράσταση αλλάζει αίσθηση. Μεταβάλλεται η αισθητική της. Σαν να εκπνέει η έμπνευση της παράστασης και σαν αυτό να γίνεται επίτηδες. Σαν να θέλει η σκηνοθέτης Λίλλυ Μελεμέ να κάνει αισθητή την απουσία του, τον φόνο του αθώου και ειλικρινούς αισθήματος και την κυριαρχία του βάρους ενός εγκλήματος.


Η πάντα γοητευτική παρουσία της Μαρίας Κίτσου που δεσπόζει στη σκηνή  ενισχυμένη από την προσωπικότητα της παθιασμένης Τερέζας, δεν μειώνεται ούτε η δραματική της παρουσία χάνει την δριμύτητα της. Η διαφοροποίηση είναι ανεπαίσθητη αλλά ωστόσο σαφής. Ο ερωτικός πυρετός έχει πέσει, ο δολοφονημένος άντρας της βρίσκεται «ανάμεσα» σ’ αυτήν και στον εραστή της, δεύτερο σύζυγό της στην εξέλιξη. Ωραίο το εύρημα του «ανάμεσα», έμπνευση της σκηνοθεσίας. Με τον ίδιο τρόπο κατρακυλάει μετά το φόνο και το πάθος του εραστή συνένοχου. Το βάρος της ενοχής το εξαερώνει. Ο Θανάσης Πατριαρχέας στο ρόλο του εκμαυλιστικού αρσενικού, στο συναρπαστικού εραστή που εμπνέει το ισχυρό πάθος στην γυναίκα του φίλου του, ασυνείδητος αλλά υποχείριο της ερωτικής έξαψης, είναι  πολύ πειστικός και όχι μόνο σαν φυζίκ αλλά και υποκριτικά ακολουθεί με συμμετοχή όλη την γκάμα της μεταστροφής. Ένα ερωτικό τρίγωνο τραγικό, μοιραίο και καταστροφικό. Πόση ικανοποίηση για τον θεατή να παρακολουθεί τρεις ηθοποιούς να συστρέφονται  στις περιπλοκές παθών και να αποστρέφονται ως τον θάνατο. Και πώς να μην θαυμάσεις την σκηνοθετική και συνάμα την χορογραφική κινησιολογική της Μόνικας Κολοκοτρώνη που συνέθεσαν αυτό το εξαίσιο σκηνικό αμάλγαμα (λέξη τόσο ταιριαστή με την ετυμολογία της που προέρχεται από ρίζες με έννοιες σχέσεις σαρκικές περιπλεγμένες). 

Στο ρόλο της μητέρας η Σοφία Σεϊρλή, δίνει στο ρόλο προσωπικότητα και συμμετοχή μεγαλύτερη απ’ όση της καταμέρισε ο συγγραφέας κι έτσι  μπόρεσε να διεκδικήσει μια εναργέστερη  ανάμιξη στο δράμα, πιθανόν με πρωτοβουλίες  και παρεμβάσεις της διασκευής και της σκηνοθεσίας.

Επανέρχομαι στους ρόλους της σκηνοθεσίας και της κινησιολογίας κι αυτό για να υπογραμμίσω πως οι σκηνικές συνθέσεις ήταν τόσο αναμεμιγμένες σαν κράμα μετάλλων που είναι αδύνατο να διακρίνεις την συμμετοχή του καθενός. Είναι γνωστό εξ άλλου πως η συνεργασία της συγκεκριμένης σκηνοθέτιδας με την  Κολοκοτρώνη είναι πολύχρονη και έχει δοκιμαστεί σε πολλές παραστάσεις μέχρι σήμερα. Εδώ είναι απαραίτητο να εξαρθεί και η συμβολή της εικαστικής δημιουργίας του έξυπνα και καλλιτεχνικά  μεταβαλλόμενου χώρου, μιας συστοιχίας βασικά τεσσάρων παραλληλόγραμμων που ανακινούνταν σε αλληλοπροσαρμογές δημιουργώντας τα κατάλληλα περιβάλλοντα. Ο Κωνσταντίνος Ζαμάνης εκτός από την σκηνογραφική ευθύνη επιμελήθηκε και τα εναρμονισμένα με την εποχή όσο και με την γενική αισθητική κοστούμια.

Γιώργος Χατζηδάκης





Δεν υπάρχουν σχόλια: