Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019

Με λένε Λούσυ και είμαι αμετάκλητα εξαρτημένη



Ντάνκαν Μακμίλαν : Με λένε Εμμα
Ομάδα Νάμα - Σύγχρονο Θέατρο -


Γνωστό και πάγιο αξίωμα που αφορά την συμπεριφορά των αλκοολικών και άλλων εξαρτημένων είναι πως λένε ψέματα. Έτσι οι αποκαλύψεις της κεντρικής ηρωίδας του έργου «Με λένε Εμμα» και οι ανατροπές που στηρίζονται σ’ αυτό το στοιχείο είναι ξεπερασμένες. Ξεπερασμένη είναι και η  περίπτωση της εξαρτημένης ηρωίδας, του εφιαλτικού κόσμου των ναρκωτικών και του αλκοολισμού, η απόγνωση της οικογένειας, η αποκαμωμένη μητέρα απηυδησμένη από τις συνεχείς παλινδρομήσεις και υποτροπές της θυγατέρας, τόσο τετριμμένα όλα αυτά, τόσο πεπατημένα απ’ τις ανάλογες αμέτρητες προσεγγίσεις των σεναριογράφων κινηματογράφου και τηλεόρασης που και τούτη τη στιγμή που φέρνω κατά νου το θέμα αισθάνομαι μια αφόρητη πλήξη. Η περίπτωση μιας ναρκομανούς που λέει ψέματα δεν μου λέει τίποτα καινούργιο. Μια τραγική πραγματικότητα, μια κοινωνική πληγή σε τεράστια εξάπλωση, ένα δράμα πολλών συνανθρώπων κοντινών μας σαν υπόθεση της διπλανής πόρτας. Αν η δραματουργία επιλέγει αυτό το θέμα περιμένουμε κάτι άλλο και όχι ένα κήρυγμα του αντιαλκοολικού αγώνα η της εκστρατείας κατά των ναρκωτικών. Δεν υποτιμώ το μέγεθος του προβλήματος , δεν αγνοώ τις ευπρόσιτες αιτίες των φρικτών αυτών συμπτωμάτων του καιρού, δεν είμαι κλεισμένος στο σπίτι μου και παρακολουθώ τον κόσμο μας από το γραφείο μου. Βλέπω τους χρήστες καθημερινά δίπλα μου και διασταυρώνουμε μαζί τους, παρακολουθώ τους προμηθευτές να διακινούν και να εφοδιάζουν, ξέρω και καταλαβαίνω πολύ καλά τους ρόλους της εξουσίας, νομοθετικής και εκτελεστικής στη διατήρηση του φαινομένου. Αν το θέατρο αγγίζει αυτό το θέμα δεν μας ενδιαφέρει να δούμε στη σκηνή αυτά που πολύ τραγικότερα παρακολουθούμε στην καθημερινή ζωή και πολύ δραματικότερα στα αστυνομικά δελτία. Κάτι ουσιαστικότερο προσδοκούμε.

Είναι αφελές εξ άλλου να κοπιάρεται η λειτουργία των γνωστών  εγκύκλιων ομάδων όπου ο κάθε ανανήπτων προσέρχεται, παίρνει θέση και σειρά  και εκθέτει την περίπτωση του ενώ η ομήγυρη τον χειροκροτεί  ενθαρρυντικά. Η ηρωίδα του έργου δεν λέει το πραγματικό της όνομα αλλά το ψευδώνυμο Εμμα που σημαίνει πως δεν είναι ειλικρινής και δεν είναι αληθινά μεταμελημένη μέχρι που σε μια συναισθηματική καμπή, σε μια εξέλιξη ερωτική εμφανίζεται οριστικά μετεστραμμένη αποκαλύπτει το πραγματικό της όνομα και ομολογεί πως την λένε Σάρρα. Οριστική λοιπόν η μεταμέλεια, αναμφισβήτητα ξεκόβει απ’ τις ουσίες η Σάρρα και επιστρέφει λυτρωμένη οριστικά και τελεσίδικα στο πατρικό της, στη μαμά και στον μπαμπά. Αρνητική η υποδοχή. Οι γονείς δεν την πιστεύουν. Έχουν παρακολουθήσει τις παλινωδίες της πολλές φορές, έχουν πετρώσει τα αισθήματα τους, την έχουν διαγράψει απ’ τη ζωή τους. Εκείνη όμως τους ορκίζεται, τους διαβεβαιώνει  πως έχει κόψει κάθε σχέση με την παλιά της ζωή και εκεί που ο θεατής αντιδρά στην αναλγησία της μητέρας ακούγεται να αποκαλεί την μετανοημένη με τ’ όνομα Λ ο ύ σ υ. Οπότε επιβεβαιώνεται πως οι εξαρτημένοι δεν λένε ποτέ την αλήθεια προκειμένου να κατοχυρώσουν και να καλύψουν το πάθος τους. Ισχνό εύρημα, τετριμμένη η διαδικασία, αφόρητα διδακτική η πρόθεση.

Μπαίνει όμως στην υπόθεση και το στοιχείο της Βίβλου. Η προϊσταμένη στην κλινική αποτοξίνωσης προτείνει στην ηρωίδα μας ως στηρικτική ράβδο στην πορεία προς την απεξάρτηση την θρησκεία. Σε δυο περιπτώσεις η βίβλος εμφανίζεται ως βοήθημα αλλά η «Με λένε Εμμα» την απορρίπτει. Εύκολα συνάγεται πως η κατρακύλα που ακολουθεί και η οριστική πτώση στην οποία οδηγείται είναι αποτέλεσμα της άρνησης της να δεχθεί την πνευματική εξάρτηση της από τη θρησκεία. Ή χημική δουλεία ή θρησκευτική λοβοτομή. Λύση για φυσική ζωή, πνευματική υγεία, ανεξαρτησία, αναζήτηση, δημιουργία, αμφιβολία, παρόρμηση, συγκίνηση, αίσθημα, γνώση, κανένα περιθώριο. Εδώ ξεπερνάμε τον διδακτισμό και περνάμε στον προσηλυτισμό. Απαράδεκτο. Δεν περιορίζω τον αντίρρηση μου αγαπητέ μου χριστιανέ ορθόδοξε στο ημέτερο θρήσκευμα.  Η ένσταση μου είναι για κάθε θρησκεία και στρέφεται  προς κάθε θεό η θεούς. Δεν λυτρώνουν από τοξικές εξαρτήσεις τους ανθρώπους οι θρησκείες, ούτε πολύ περισσότερο τα ιερατεία, στη δική μας περίπτωση οι εκκλησίες. Τους υποτάσσουν χειρότερα. Τους φανατίζουν. Φραγή στην αμφισβήτηση και αποτροπή στη συμφιλίωση. Στο όνομα των θεών η ανθρωπότητα έχει χύσει ποτάμια αίμα. Ακόμα και τώρα, αυτή την ώρα που χτυπάω στο πληκτρολόγιο μου αυτά που διαβάζετε σε περισσότερα από ένα σημεία της γής άντρες, γυναίκες και παιδιά σκοτώνονται εξ αιτίας κάποιου θεού που εμφανίζεται ως σωτήρας. Ο δικός μας θεός (τι αστεία ιδιοποίηση) δεν εμπλέκεται ενεργά,προς το παρόν, σε ακραίες συρράξεις, στην ιστορία όμως, στην πρόσφατη κι όχι την πολύ μακρινή εις το όνομα του πατρός και του υιού και του αγίου πνεύματος έχουμε σφάξει πολλούς άπιστους που πολεμούσαν κι εκείνοι στο όνομα του δικού τους θεού εναντίον απίστων δηλαδή ημών των ιδίων. Τέλος με τα θρησκευτικά.

Το θέατρο αναμφισβήτητα αποτελεί μια καταφυγή. Είναι επιλογή παρηγορητική, πλάθει πάθη, ανατέμνει χαρακτήρες, διυλίζει τα αίτια, στήνει πραγματικότητες πεποιημένες και οδηγεί σε στοχασμούς και δρόμους. Οι αναφορές σε θεατρικά κείμενα («Γλάρο», «Έντα Γκάμπλερ», «Λεωφορείο ο πόθος») είναι ίσως προσθήκες της σκηνοθεσίας γιατί δεν είδα οι νύξεις να αξιοποιούνται από τον δραματουργό. Είναι πάντως ένας υπαινιγμός πως είναι χώρος σωτηρίας το θέατρο. Το κάθε είδους θέατρο μα πιο πολύ το ρεαλιστικό, αυτό που συστηματικά και ευφάνταστα υπηρετεί με συνέπεια από χρόνια η σκηνοθέτης του συγκεκριμένου έργου και δημιουργός της ομάδας «Νάμα» Ελένη Σκότη. Παρά την άστοχη επιλογή του έργου του Ντάνκαν Μακμίλαν η σκηνοθεσία με ωραίες σκηνές και έξοχες ποιητικές εικόνες στήριξε αποτελεσματικά την παράσταση και έπιασε σφιχτά τον θεατή προσθέτοντας ενδιαφέρον και ζέση. Οι ρυθμοί, οι εναλλαγές, οι ευρηματικότητες των αλληλουχιών μετέβαλαν το ρηχό δραμάτιον σε θεαματικό ενδιαφέρον αποδεικνύοντας το ταλέντο και το αισθητήριο της σκηνοθέτιδας. Φυσικά αυτή δεν είναι μια τωρινή διαπίστωση. Η Σκότη είναι μια ήρεμη, σεμνή, θεατρική δύναμη απ’ τις πιο υπολογίσιμες του καιρού μας που έχει πλουτίσει με πολύτιμες παραστάσεις τους αποταμιευτήρες της θεατρικής μας περιουσίας.  Ναι, η σκηνοθεσία με τις φαντασμαγορικές εικαστικές της εμπνεύσεις είναι ένας πρωτεύων παράγοντας στην καλή μαρτυρία της παράστασης. Ουσιαστικός παράγων είναι βέβαια και η προσεκτικά μελετημένη σύνθεση ολόκληρου  του θιάσου.

Ωστόσο αυτό που ακούγεται ως βοή και φέρει προς τα έξω την φήμη του εξαιρετικού είναι το όνομα της πρωταγωνίστριας Μαίρης Μηνά και η ερμηνεία της κεντρικής ηρωίδας. Είναι πράγματι πολύ καλή η ηθοποιός που μπαινοβγαίνει αξιοθαύμαστα από την αντικειμενικότητα της αφηγήτριας στο πάσχον πρόσωπο της εξαρτημένης. Δεν είναι συχνό συναπάντημα η εντυπωσιακή της εμφάνιση και η υποκριτική της ευγλωττία, η ζωηρότητα και οι πλούσια παλέτα των χρωματισμών της εκφοράς της, η χάρη των στάσεων και των μετακινήσεων της. Μια καινούργια υποψηφιότητα για τους μεγάλους ρόλους. Μικρή επιφύλαξη για κάποια υπερβολική υποκριτική  «φλυαρία». Η Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου στέρεη και συνεπής, στις εναλλακτικές απαιτήσεις των ρόλων που διεκπεραιώνει με τον δικό του χαρακτήρα τον καθένα. Τα εγκωμιαστικά επίθετα είναι λίγα συγκριτικά με την πληθώρα των κριτικών που τα χρησιμοποιούν κατά κόρον κι έχουν ήδη εξαντληθεί, περιορίζομαι συνεπώς να παραθέσω τα ονόματα των άλλων ηθοποιών του θιάσου με μειδίαμα συγκατάνευσης τώρα που τα πληκτρολογώ. Χάρης Τζωρτζάκης, Γιάννης Λεάκος, Κώστας Ξυκομηνάς, Ιωάννα Τζίκα, Μαρίτα Τζατζαδάκη, Έλενα Βακάλη και Λένα Μποζάκη. Μπράβο σε όλους. Την μετάφραση και την σκηνογραφία που αποτελεί δημιουργικό διάλογο με την σκηνοθεσία υπογράφει ο Γιώργος Χατζηνικολάου.

Γιώργος Χατζηδάκης



Δεν υπάρχουν σχόλια: