Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2018

Κλασική ρετσέτα σε βαθμό φαλτσαρίσματος



Ζωρζ Φεϋντώ : «Γουρούνι στο σακί»

Θέατρο  «Αλεξάνδρεια»


Σαν να μου το ‘φερε επί τούτου η συγκυρία βρέθηκα να παρακολουθώ πρόσφατα ένα έργο του Φεϋντώ, του αριστοτέχνη της σκηνικής διαπλοκής, των παρεξηγήσεων που πυργώνονται και πολλαπλασιάζονται ώσπου να γίνουν ένα μπερδεμένο κουβάρι και που ξαφνικά μ’ ένα απλό τρόπο όλα ξεδιαλύνονται. Ασφαλώς ο Γάλλος φαρσογράφος δεν είναι ο εφευρέτης αυτής της σκηνικής γαρδούμπας κι αν θέλετε να ξέρετε στα χρόνια του 4ου αιώνα υπήρχε και θεότητα που είχε την ευθύνη για τα ανακατώματα και τις πλέξεις των παρεξηγήσεων που σε ορισμένα έργα μάλιστα εκείνων των μακρινών καιρών εμφανιζόταν η ίδια επί σκηνής κι αναλάμβανε τις ευθύνες. 
Στην κωμωδία του Μένανδρου «Η Περικειρομένη», η αρμόδια θεά εμφανιζόταν πρώτη στη σκηνή και δήλωνε την ταυτότητα της λέγοντας πως είναι η θεά Άγνοια και πως εξ αιτίας της θα γίνει ότι θα ακολουθούσε στο έργο. Προσκυνώντας λοιπόν αυτή τη θεά ευλαβικά, την ιντριγκαδόρησα Άγνοια – μεγάλη η χάρη της - όπως τόσοι και τόσοι συγγραφείς από τότε και για πολλούς αιώνες, φτάνοντας εκεί κάπου στις απαρχές του 20ου αιώνα, στις όχθες του Σηκουάνα,  μια ομάδα πεντέξη θεατρικών συγγραφέων, ο Λαμπίς, ο Πυά και ο προαναφερθείς Φεϋντώ, δοξολόγησαν τη Φάρσα, θεότητα κι αυτή, θυγατέρα της πρώτης, και στη χάρη της γράφτηκαν έργα θεϊκά οιστρηλατημένα με τρόπο που η μια παρεξήγηση καβάλαγε την άλλη κι η  άλλη την παράλλη και το έργο κορυφωνόταν μέχρι που σωριαζόταν σε μια ανακουφιστική λύση. Γελούσαν οι Παριζιάνοι στα μεγάλα θέατρα του Βουλεβάρτου με τις απανωτές γκάφες και σκαρφίσματα και μέσα σ’ ένα ντελίριο ευθυμίας δοκίμαζαν την λύτρωση από μια αγωνία αλλά αγωνία εντελώς διαφορετικής ιδιοσυστασίας από τις αγωνίες των μυθιστορηματικών δραμάτων, που την ίδια εποχή γνώριζαν κι αυτά , μεγάλες πιένες στα ίδια θεατρική πολεογραφία.


Ξεκίνησα να γράφω το παρόν αναφερόμενος σε μια συγκυρία που την άφησα όμως  ατεκμηρίωτη καθώς παρασύρθηκα στα θεϊκά μαγνάδια του θεογέννητου είδους της φάρσας και των παρεξηγήσεων. Ως συγκυρία λοιπόν αναγνώρισα στη σύμπτωση να γιορτάζουμε τα 150 χρόνια του Νικόλαου Λάσκαρη και το ανέβασμα ενός Φεϋντώ στο θέατρο «Αλεξάνδρεια», όπου συμπτωματικά έγινε και η πρώτη εκδήλωση στη  μνήμη του Έλληνα που υπήρξε μεταφραστής του Γάλλου η μάλλον των Γάλλων, γιατί και τους τρεις που προανέφερα τους γνώρισαν οι παλαιότεροι από  λασκάριες μεταφράσεις.


Και τώρα εδώ σε μετάφραση της  Έρσης Βασιλικιώτη, θίασος αθηναϊκός καταπιάστηκε με το έργο του Φεϋντώ «Γουρούνι στο σακί», έργο με όλες τις παρεξηγήσεις και τις άγνοιες που στην εποχή του έκανε τους θεατές να παραληρούν, αλλά φευ στη δική μας παρά τις φιλότιμες προσπάθειες σκηνοθέτη και ηθοποιών ήρθε και εγκαταστάθηκε αμετακίνητη στην αίθουσα του «Αλεξάνδρεια» η θεά Απάθεια, (δικής μου εμπνεύσεως αυτή). Οι ηθοποιοί καθόλου δεν υστέρησαν και φιλότιμα ακολούθησαν τους κανόνες που επιβάλει το είδος και που θα υποδείχθηκαν από τη σκηνοθεσία αλλά φαινόταν καθαρά πως δεν πατούσαν πάνω στα πρότυπα αλλά λίγα εκατοστά παραδίπλα. Συνεπώς επιτυχία καλλιτεχνική άνευ αντικρίσματος. Είμαστε άλλοι άνθρωποι πιά, ίσως βαρύναμε, ίσως χάσαμε την ξενοιασιά και τον αυθορμητισμό μας, ίσως γνωρίσαμε και πάθαμε περισσότερα και σε καμιά περίπτωση δεν μπορείς να πεις την εποχή μας Μπελ Επόκ από κει δηλαδή που κατάγεται το είδος του έργου.
Εξ άλλου είναι και θέμα ιδιοσυγκρασίας. Εμάς των νεοελλήνων η κομψότητα και η χάρη της γαλλικής φάρσας δεν μας πάει. Έχουμε άλλη κωμική ιδιοσυστασία που είναι πιο γκροτέσκα, πιο ηθογραφική. Πέτυχε εν μέρει  το ίδιο έργο σε προγενέστερο ανέβασμα στο ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης αλλά έπαιζε ο Πιατάς, ο Σαλταμπάσης και άλλοι με σκηνοθέτη τον Καραχισαρίδη, που μοιραία το φέρανε στα μέτρα τους. Οι ηθοποιοί του «Αλεξάνδρεια» επιχείρησαν να εφαρμόσουν  με συνέπεια την κλασική ρετσέτα (και το κατόρθωσαν άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο), αλλά σπινθήρας δεν παράγονταν, το τσακμάκι δεν άναβε. Πολύ αρνητικός παράγοντας, για ένα τέτοιο έργο που χρειάζεται χώρο για να ξεδιπλωθεί, να στηθούν οι σκηνές και  να μαγειρευτούν οι τσαχπινιές κι οι πονηράδες των οκτώ προσώπων  είναι η άνεση της σκηνής. Προσόν που το συγκεκριμένο θέατρο δεν το διαθέτει ούτε κατά διάνοια. Φεϋντώ σε 12 τετραγωνικά είναι υποψηφιότητα για το Γκίνες. Περισσότερο απασχολούν τον θεατή τα κόλπα των σκηνογραφικών μετατροπών και μετασχηματισμών παρά η πλοκή και η σταυροβελονιά του έργου.


Χωρίς καμιά χαριστική διάθεση ωστόσο είναι απαραίτητο να υπογραμμιστεί πως οι ηθοποιοί όλοι προεξάρχοντος του Βασίλη Βλάχου και της Κάτιας Σπερελάκη,η Μελίσσα Στοῒλη, ο Νίκος Ντούπης, ο Κωνσταντίνος Σπυρόπουλος, η Νατάσα Παπαδάκη,ο Σάκης Σιούτης και ο Βασίλης Κουσουνέλος καθώς και η σκηνοθέτης Έρση Βασιλικιώτη κατέβαλαν σοβαρές προσπάθειες, με εντυπωσιακές επιδόσεις ασφαλώς όπως προαναφέρθηκε αλλά το αερόστατο δεν ανασηκώθηκε ούτε ρούπι απ’ το έδαφος.  Τα σκηνικά και τα κοστούμια της Ανθής Σοφοκλέους τα δεμένα πλαστικά ( τι έμπνευση κι αυτή;) κρύα  και αντιπαθητικά, απολύτως αταίριαστα με την θέρμη που απαιτεί η ραγδαία σβελτάδα του έργου, τα δε κοστούμια και κυρίως οι υπερβολικές  περούκες δεν συμβάδιζαν καθόλου με την συντηρητική αντίληψη της σκηνοθεσίας. Αυτές οι τραβηγμένες στα άκρα καρτουνίστικες φόρμες παραπέμπουν σε άλλη σκηνοθετική αντίληψη που αν εφαρμοζόταν σε όλη την παράσταση ίσως να ήταν σωτήρια.  Αν ωστόσο είναι απαραίτητο να καταλογίσουμε σε κάποιον την ευθύνη αυτού του φαλτσαρίσματος, αυτός θα πρέπει να είναι ο εισηγητής δραματολογίου που δεδομένων των δεδομένων παρέσυρε τον υπεύθυνο του θιάσου σε μια καλλιτεχνική και αναμφισβήτητα οικονομική περιπέτεια.

Γιώργος Χατζηδάκης


Δεν υπάρχουν σχόλια: