Σαίξπηρ : Αμλετ Θέατρο «Άνεσις».-
Η κριτική
σκόπευση της παράστασης του Άμλετ που παίζεται στο θέατρο «Άνεσις», είναι
δυνατό να γίνει από δυο αντίθετες γωνίες. Σκοπεύοντας απ’ τα δεξιά, από γωνία
συντηρητική δηλαδή, εξανίσταται ο σκοπευτής, πως το έργο του βάρδου μπορεί να
παρουσιάζεται με τα μισά πρόσωπα απ όσα γέννησε η πέννα του ποιητή, πολλά άλλα συγχωνευμένα
και με το ένα τρίτο η και λιγότερο απ’ το κείμενο του πρωτότυπου. Σε πλήρη
μετακίνηση οι άξονες του έργου και με θεμελιώδεις ανατροπές στις δομές του
αρχιτέκτονα που το δημιούργησε. Ύστερα από τέτοιες τεκτονικές μεταβολές πως
μπορούμε να μιλάμε για το έργο του Σαίξπηρ και για τον ήρωα του; Α, όχι. Αυτή η
γωνία μας βγαίνει πολύ αρνητική. Η αριστερή γωνία, εξασφαλίζει μια άλλη οπτική, μια διαφορετική άποψη,
σαν με φακούς αμφίκυρτους και με τα δικά της επιχειρήματα. Με το πρώτο που βλέπει
ο θεατής τις συγκλίσεις το νέο πρίσμα ενθουσιάζεται. Ιδέα ιδιοφυής.
Δυο πρόσωπα
των αυλικών και όχι δυο τυχαία και ανώνυμα αλλά δυο γρανάζια του δράματος, ο Ρόζεγκραντ και ο Γκίλντεστερν, οι δυο αυλοπρεπείς ημέτεροι του σφτετεριστή βασιλιά, οι
δυο που η αγγλική δραματουργία τους διαχώρισε και τους επεξεργάστηκε ξεχωριστά,
( Τομ Στόπαρντ ) αυτοί οι δύο κάτω
από μια σκέψη ιδιοφυή μετατρέπονται σε δυο κεντρομόλους φαρσέρ, σε δυο μπάτλερ
σαρκαστές, σε δυο γελωτοποιούς παντοδύναμους που παρακολουθούν συνωμοτικά και
ως ένα σημείο καθοδηγούν τη διεξαγωγή του κορυφαίου σαιξπηρικού έργου. Αυτοί
ξεκινούν την παράσταση ως υπηρέτες που εκφράζοντας την απόλυτη περιφρόνηση
τους, την απαξίωση τους προς την τάξη που υπηρετούν, φτύνουν και κατουρούν τα
κεράσματα που θα προσφέρουν στους αφέντες τους. Η άποψη τούς έχει μεταμορφώσει
σε δυο ακραίους «σαιξπηρικούς τρελούς» που αφού με ποικίλες αναμίξεις
ξετυλίγουν το έργο και την εξέλιξη του ως το τέλος που όλοι έχουν πεθάνει,
αυτοί είναι τους σκεπάζουν με τα νεκροσέντονα. Επαναλαμβάνω πως η σύλληψη αυτή
με ενθουσίασε με την πρωτοτυπία της. Κατ’ αρχήν ανατρέπει τις σταθερές του
έργου. Τα πρόσωπα δεν έχουν την ευθύνη του αυτεξούσιου αλλά ενεργούν κάτω από
μια βούληση αλλότρια, είναι υποκείμενα και ενεργούμενα. Ανατρέπονται όλες οι
θεωρητικές αντιλήψεις για τα πρόσωπα του Αμλετ.
Ποια είναι η
ταυτότητα αυτών των δυο χειραγωγών; Δεν αποσαφηνίζεται αλλά και δεν ενδιαφέρει,
Ας είναι όποιοι θέλει ο θεατής. Θεοί. Μάγοι. (Όπως οι Μάγισσες στο Μάκμπεθ ), δυο πραγματικοί παλατιανοί συνωμότες,
δυο εκπρόσωποι των συγκυριών, μπορεί όμως να υποθέσει κανείς το αντισυμβατικό
προφανές πως είναι δηλαδή δυο ηθοποιοί που έχουν στασιάσει και παίρνουν την
ευθύνη του θεάματος, τη διακυβέρνηση του δράματος. Ο ρόλος του θεάτρου και
ιδιαίτερα του θεατρίνου στο συγκεκριμένο έργο είναι δραστικός. Ναι, η ιδέα της αποκοπής
των δυο αυτών τύπων από το υπόλοιπο πλήρωμα της διανομής, η διαφοροποίηση τους και
τη σκηνοθετική άποψη κάτω απ΄ την οποία αποσπώνται και ενεργούν είναι
εξαιρετική, ερεθιστική και πρωτοφανής. Μοιραία ωστόσο η άποψη έχει
παρενέργειες. Δεν μπορεί να διατηρηθεί το σαιξπηρικό κείμενο απείραχτο. Δεν
είναι εύκολο να συμβιβαστούν ακεραιότητα και υπονόμευση. Θα μπορούσε ίσως να
πετύχει μια τέτοια συνεφαρμογή αλλά αυτό που διακρίνεται είναι ένας ασύμβατος
συγκαιρασμός.
Παρενέργειες.
Να σημειώσω με αρνητικές υπογραμμίσεις τη συρρίκνωση δυο κεφαλαιωδών σκηνών που
αδυνατίζουν το έργο αλλά και σαμποτάρουν το εύρημα. Τη σκηνή των νεκροθαφτών
και την σκηνή των θεατρίνων. Ο στοχασμός του Αμλετ πάνω στην σκοπιμότητα της ύπαρξης και η ίντριγκα με τους
θεατρίνους για την καταγγελία από σκηνής των φονιάδων του βασιλιά είναι
συμπτύξεις αναίτιες. Μια δυσλειτουργική καχεξία. Δημιουργούνται όμως και άλλες παρενέργειες
αναπόφευκτες. Υπονομεύεται αυτονόητα η τραγικότητα των προσώπων. Πως μπορεί ο
θεατής να αποδεχθεί με την ανάλογη σοβαρότητα το αιματηρό παιχνίδι της εξουσίας,
την αδελφοκτονία για το στέμμα, τη μοιχεία, την γυναικεία συνενοχή, κίνητρα
οιδιπόδεια μεταξύ μάνας και γιού, φιλοσοφικούς στοχασμούς πάνω στη ζωή και στο
θάνατο, δισταγμοί για την μετάβαση από
την θεωρία στην πράξη, μεταφυσικές εμφανίσεις, διαταραγμένες συμπεριφορές, την
τρέλα και την αυτοκτονία, όταν παράλληλα λειτουργεί υποσκαπτικά ως
μετροπόντικας το δίδυμο των σαρκαστών υπονομευτών;
Είναι λοιπόν
μια παρωδία όλο αυτό το γκομπλέν, ένα κοροϊδευτικό συναξάρι; Η άποψη δεν
διστάζει να βάλει χέρι και στα πρόσωπα του κεντρικού τραγικού πυρήνα. Ο Πολώνιος σχεδιάζεται σαν μια γραφική
φιγούρα ενός υστερικά αυστηρού πατέρα που κυνηγάει βήμα προς βήμα την κόρη του,
ο Οράτιος σαν ένας εξωστρεφής μάλλον
νευρωτικός νεανίας, η Γερτρούδη σα
μια χαζοχαρούμενη βασίλισσα που αλλάζει αλλεπάλληλα φορέματα και τουαλέτες, τον
Κλαυδιο επιτηδευμένα εξουσιαστικό. Φαίνεται πως η άποψη φιλοδόξησε να μεταβάλει
όλο το σαιξπηρικό προσωπικό σε γραφικές σιλουέτες και να κρατήσει στις τραγικές
τους διαστάσεις μόνο τον Άμλετ και
την Οφηλία. Έξοχη ως ιδέα.
Συναρπαστική. Δυο πλάσματα ευαίσθητα, με τις αντιφάσεις του το καθένα, πνιγμένο
σε υπαρξιακά αδιέξοδα, δονείται από πάθη και κίνητρα ασαφή αλλά ακατανίκητα
αδυνατούν εν τέλει να συνυπάρξουν και συντρίβονται. Αναγνωρίζω πως ολοκληρωτικά
προς την κατεύθυνση υπάρχουν πολλές δομικές δυσκολίες ωστόσο είναι μια ιδέα που
μ’ αρέσει να δοκιμάζω τη γεύση της έστω κι αν είμαι υποχρεωμένος να αναγνωρίσω
πως δεν τελεσφόρησε.
Αλλά ποιος
χρεώνεται την «άποψη» για την οποία τόσο πολύ κάνουμε λόγο. Ο Δημοσθένης Παπαδόπουλος δείχνει αθώος
και με περιορισμένη ευθύνη. Από το ασυνάρτητο σημείωμα του στο πρόγραμμα συμπεραίνεται
πως βρίσκεται μακράν από κάθε προβληματισμό, όση σαιξπηρική φιλολογική συνείδηση
κι αν υποχρεώθηκε να αντλήσει η να αποδεχθεί. Φαντάζομαι πως η δραματουργική
σύμβουλος Ιωάννα Μπλάτσου συνέβαλε
θετικότερα και πιο αποτελεσματικά – όσο το δυνατόν - στις διαμορφώσεις και στις
εφαρμογές της άποψης πάνω στα κλασικά πατρόν. Συνεπώς όλα δείχνουν πως κυρίως ο
σκηνοθέτης Λεβάν Τσουλάτζε είναι ο
αποκλειστικός εμπνευστής και νοοτροπίας και των νεωτερισμών που επιχειρήθηκαν
κι αυτόν θα πρέπει να επαινέσουμε για τον ευρηματικό και ευφυή τρόπο που
διαχειρίστηκε την αντίκα επιχειρώντας εφαρμογές σε σύγχρονες ιδεολογικές και
αισθητικές απαιτήσεις.
Οι ερμηνείες
σε γενικές γραμμές δεν υστέρησαν χωρίς να εμπνέουν και ενθουσιασμό. Ο Άμλετ του Τάσου Ιορδανίδη, καθαρά σχηματισμένη παρουσία, με τις φωτοσκιάσεις
του ρόλου, με ευκρινή λόγο και συναίσθημα καταχωρείται στις φιλότιμες
προσεγγίσεις του περιώνυμου ήρωα. Η Οφηλία
της ευαίσθητης Ιωάννας Παππά διήνυσε
όλη την πορεία του ρόλου σ’ όλες τις
διακυμάνσεις του και χαρίζοντας μας στο τέλος μια πραγματικά εξαιρετική σκηνή,
την καλύτερη της παράστασης, την σκηνή της τρέλας και μια επίσης εξαιρετική
εικαστικά εμπνευσμένη σκηνή της αυτοκτονίας της. Αξιοθαύμαστη η υποκριτική
απόδοση του Θόδωρου Κατσαφάδου στην
παρωδιακή εκδοχή που του ανατέθηκε, ο Άρης Λεμπεσόπουλος ως Κλαύδιος ακολούθησε με συνέπεια την υποκριτική αλλοπροσαλλοσύνη της σκηνοθετικής
καθοδήγησης, άτονος ωστόσο σαν σκηνική παρουσία. Δεν φάνηκε κανένα
χαρακτηριστικό ιδίωμα στην ερμηνεία της Γερτρούδης
από την ασήμαντη ( μη σημαίνουσα) Πέμη
Ζούνη πέρα από μια περιφερόμενη σιλουέτα.
Ρεαλιστικότερος όλων ο Λαέρτης του Νίκου Πουρσανίδη, πετυχημένα φευγάτος ο Οράτιος του Ιάσονα
Παπαματθαίου, καλοδουλεμένο το ντουέτο των μπαλαντέρ ( Ρόζενγκρατς και Γκιλντεστερν, νεκροθάφτες, μπάτλερ κλπ ) Δημήτρης Καπετανάκος και Δημήτρης Διακοσάββας, άστοχη η επιλογή
για το ρόλο του θεατρίνου του Θοδωρή Κανδηλιώτη, που δεν βοήθησε την
άδικα κατακρεουργημένη υπέροχη και
οργανικά απαραίτητη σκηνή των Ηθοποιών.
Στο φινάλε ο
εμβρόντητος Οράτιος, μόνος «σ’ ένα σπίτι
που όλοι έχουν πεθάνει» εκφράζει απόλυτα την αμηχανία του κριτικού για τα όσα
παρακολούθησε.
Γιώργος
Χατζηδάκης