Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2019

«Σαν εκσπερμάτωση»! Αλλά μάλλον όχι !

Χένρικ Ιψεν : Νόρα                                                                                               Θέατρο «Άττις»


Ο μύθος γύρω από τον Θόδωρο Τερζόπουλο και το έργο του, πράξη και θεωρία είναι σαν ένα κάστρο πολύ καλοχτισμένο, φρούριο απρόσβλητο, με μια ποικίλη φρουρά πιστών ολοτρόγυρα, σε Ανατολή και Δύση, ορκισμένη να το υπερασπίζεται με αυταπάρνηση κι έτσι από τίποτα δεν προσβάλλεται και φυσικά ούτε και θίγεται στο παραμικρό. Αναμφισβήτητα είναι στέρεα εδραιωμένη η μέθοδος του, θεμελιωμένη σε πολύχρονη δοκιμασία σε θεωρία και πράξη.  Οφείλω συνεπώς να διευκρινίσω προς τον ίδιο αλλά και στην ευάριθμη ομάδα που ανά τον κόσμο πολύ δίκαια τον αποδέχεται πως ο σχολιασμός που θα τολμηθεί παρακάτω δεν αφορά παρά μόνο την συγκεκριμένη παράσταση με τον τίτλο «Νόρα» που είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω στο θέατρο «Ατις», μιας και από κακή τύχη έχω να ιδώ παράσταση του από το «Κουαρτέτο» του Χάινερ Μίλλερ το 1989. Έχω δηλαδή ένα κενό τριάντα χρόνων. Στο μεταξύ ο σκηνοθέτης κατέκτησε τον κόσμο και απόκτησε φήμη και κύρος σε πολλά επίπεδα καθώς και μια αναγνωρισμένη μέθοδο δουλειάς αποδεκτή με θαυμασμό και αποδεδειγμένη από πλήθος εφαρμογών.


Ειλικρινά δεν μπορώ να  δικαιολογήσω την τόσο μεγάλη χρονική απόσταση μου από τις δημιουργίες του Τερζόπουλου και είναι  γελοίο να ισχυριστώ πως αιτία είναι η λέξη «εκσπερμάτωση». Θα σας προκαλεί ασφαλώς έκπληξη και αιφνιδιασμό η αναφορά στη συγκεκριμένη λέξη που επικαλούμαι σαν εξήγηση της αποχής μου από παραστάσεις και τις θεωρίες, αλλά η σοκαριστική εντύπωση της λέξης με ανέκοπτε κάθε φορά που έβαζα στο πρόγραμμα μου μια παράσταση του. Ιδού ωστόσο η μικρή ιστορία της λέξης περί της οποίας πρόκειται. Είχα παρακολουθήσει, όπως σημείωσα παραπάνω την παράσταση του «Κουαρτέτου» σ’ ένα θέατρο λίγο πιο κάτω απ’ τη Μητρόπολη. Θυμάμαι την συμμετοχή της Όλιας Λαζαρίδου και του Ακη Σακελλαρίου και θυμάμαι επίσης πως πολλά στοιχεία της παράστασης τα είχα βρει ενδιαφέροντα και κάποια άλλα αινιγματικά. Εδώ πρέπει να προσθέσω πως παλαιότερες σκηνοθεσίες του στη Θεσσαλονίκη (θυμάμαι το «Μικρό Μαχαγκόνι» και το «Κεκλεισμένων των θυρών») που είχαν τροφοδοτήσει συζητήσεις ανάμεσα μας. Έτσι λοιπόν μετά το «Κουαρτέτο» αναζητούσα ν΄ ακούσω κάποιες εξηγήσεις για την παράσταση και "ω του θαύματος" πέφτω πάνω σε μια συνέντευξή του τηλεοπτική, στο αλήστου μνήμης SEVEN X (ίσως εκπομπή του Μαλανδρή), όπου ο σκηνοθέτης σε ερώτηση σχετική με την παράσταση και μια λεπτομέρεια της σκηνοθεσίας, εξήγησε, μετά από δισταγμό πως το σημείο εκείνο ήταν «...σαν.. εκσπερμάτωση!». Δεν μπορώ να εξηγήσω για ποιόν λόγο ακριβώς κρατήθηκα έκτοτε σε μια επιφυλακτική απόσταση από τις παραστάσεις του. Ίσως μου δημιουργήθηκε μια προκατάληψη, όπως αποδείχτηκε εντελώς άδικη και λαθεμένη, αφού ο κόσμος ολόκληρος αποδέχεται από πολύ θερμά ως και υστερικά τις απόψεις και τις σκηνικές του εφαρμογές. Αναγνωρίζω το λάθος μου και μέμφομαι τον εαυτό μου που άφησα μια ποιητική μεταφορά να μου στερήσει την μέθεξη μου στις τόσο φημισμένες παραστάσεις του.

Απαλλαγμένος λοιπόν από κάθε αρνητική η θετική ιδεοληψία και προκατάληψη και με την απόφαση να μην εξακολουθήσω να απέχω απ’ την γενική αποδοχή, μιας κατά γενική ομολογία κοσμογονικής αντίληψης και εφαρμογής, καθώς μάλιστα βρίσκομαι και μάλλον κοντά στην έξοδο από τον κόσμο τούτο, διάβηκα την είσοδο του θεάτρου «Άττις» και παρακολούθησα την παράσταση της «Νόρας» του Ίψεν, κατά «σκηνοθεσία και σκηνική εγκατάσταση» του Θόδωρου Τερζόπουλου. Προχωρώ στην περιγραφή και στην έκθεση των εντυπώσεων μου με όση αντικειμενικότητα μου επιτρέπει η μνήμη μου.


Μια λοξή επιφάνεια κόβει τη σκηνή διαγωνίως. Η επιφάνεια αυτή αποτελείται από πορτόφυλλα με πύρο στη μέση του φάρδους τους, ώστε να ανοίγουν λίγο η ολοκληρωτικά περιστρεφόμενες, βαμμένες απ’ την μια όψη λευκές και από την άλλη μαύρες. Στην έναρξη όλες οι επιφάνειες, λευκές που με τον φωτισμό να δυναμώνει βαθμιαία ώστε να γίνεται σχεδόν εκτυφλωτικές. Διάρκεια χρονική. Στην δεξιά πλευρά το τελευταίο πορτόφυλλο ανοίγει ελάχιστα και ξεπροβάλλει ένα χέρι; Διάρκεια χρονική. Αναμονή. Από κει και πέρα ακολουθεί μια αλληλουχία εμφανίσεων με διάρκειες πάντα υποβλητικές. Απ’ τ΄ αριστερά βγαίνουν η διακρίνονται ανάμεσα από μισανοίγματα, πρόσωπα, χέρια η πόδια η και κορμοί ολόκληροι που γλιστρούν κατά μήκος των θυρόφυλλων, άλλοτε χάνονται, άλλοτε ο ένας καλύπτει τον άλλον. Μιλούν, ψιθυρίζουν, ξεφωνίζουν, στριγκλίζουν, τσιρίζουν, καγχάζουν, αγκαλιάζονται, κοροϊδεύουν, μιμούνται, σατιρίζουν. Τρεις ηθοποιοί, μια γυναίκα δυο άνδρες, διεκπεραιώνουν το ένα δέκατο του ιψενικού κειμένου, (το άλλο προφανώς θυσιάστηκε στο βωμό του ουσιώδους) ,  με όλη αυτή την γκάμα των καμωμάτων, των ευρημάτων, των εμπνεύσεων του συμπυκνωμένου συμβολισμού η μάλλον των πολλών συμβολισμών που καλείται ο θεατής να ανακαλύψει τις σημασίες τους η να διανοηθεί δικές του. Θα σεβαστώ την προσπάθεια του αναγνώστη μου να ακολουθήσει ο ίδιος το «παιχνίδι του θησαυρού» και δεν θα παρασυρθώ να ξεσκεπάσω τα όσα  προοδευτικά για τη γυναικεία χειραφέτηση θίγει ο μέγας Νορβηγός, για τα στεγανά των οικογενειακών ερμητισμών, για τα εκμαυλιστικά των γυναικείων σοφισμάτων προς υποδούλωση των συζύγων, για τα σατανικά τεχνάσματα των τοκογλύφων και τα κοινωνικά δεινά των τραπεζιτικών συστηματισμών. Ο σκηνοθέτης κάτι ακούμπησε απ΄ όλα αυτά, ακροθιγώς όμως, ανεπαισθήτως,  ίσα ίσα ώστε να μην θιγεί η δική του φόρμουλα και να μην μολυνθεί από τον θεατρικό ιό του κατεστημένου το προσωπικό του οικοδόμημα του καινοφανούς.



Αυτολογοκρίνομαι και συγκρατούμαι ώστε να μην συμπεράνω πως η «μέθοδος» στην προσπάθεια της να κυριαρχήσει, να υπάρξει, να επιδείξει την υπεροχή της, δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να αποκαλύψει την ανεπάρκεια της. Και σημειώνω πως αυτολογοκρίνομαι με την απόλυτη συναίσθηση πως δεν είναι ούτε τίμιο εκ μέρους μου, ούτε δίκαιο μα ούτε και φρόνιμο να εμφανιστώ πως αμφισβητώ την αξία της τερζοπουλικής μεθόδου βασιζόμενος σε μια παράσταση που φαίνεται καθαρά πως δεν αντιπροσωπεύει παρά μόνο ελάχιστα την αξία του σκηνοθέτη που όλος ο κόσμος αναγνωρίζει.

Τους τρεις ρόλους της παράστασης διεκπεραιώνουν τρεις ηθοποιοί με φιλοτιμία και σαφήνεια ώστε να προβάλει ευδιάκριτη η άποψη της σκηνοθεσίας. Την Νόρα η Σοφία Χιλλ, τον Κρόκσταντ ο  Τάσος Δήμας και τον Τρόβαλντ ο Αντώνης Μυριαγκός. Ο δεύτερος είναι και ο πιο επιτυχής στον σαρδόνιο κρακελωτό καγχασμό του φαινομένου συνολικά. Χοντρικά και ακραία σχεδιασμένες όλων οι φιγούρες με μια ηθελημένη γελοιογραφική σκιτσογράφηση, αποφυγή κάθε φυσιολογικότητας, κινήσεις και στάσεις μαριονετίστικες, διαστρεβλωτικές ώστε να υποστηρίζεται η αρχή της σωματικότητας, χωρίς ωστόσο κανένα αισθητικό, σημασιολογικό η ουσιαστικό όφελος. Εκφορά επίσης αλλόκοτη, μίμηση περισσότερο και εσκεμμένα σαχλοποιημένη, αυτά είναι αγαπητοί μου τα όσα αποκόμισα από την παράσταση «Νόρα» του Θόδωρου Τερζόπουλου στο θέατρο «Αττις»


Σας υπογραμμίζω ωστόσο και το θεωρώ απαραίτητο να σας το τονίσω πως ασφαλώς θα ακούσετε να λέγεται, αν κάποιος ασχοληθεί με το κείμενο μου, πως είμαι παλαιών αντιλήψεων, πως δεν είμαι σε θέση να ακολουθήσω τις εξελίξεις του θεάτρου και πώς τολμώ και διανοούμαι να διαφωνώ και να διίσταμαι με τις γνώμες τόσων σπουδαίων ανά τον κόσμο ειδικών.  Σ’ αυτή την περίπτωση σας εξουσιοδοτώ να τους μεταφέρετε την  σεμνότητα μου κι ακόμα πως με πολύ προσεκτικό και επιφυλακτικό τρόπο μετέφερα την περιγραφή των όσων είδα.

Γιώργος Χατζηδάκης

Δεν υπάρχουν σχόλια: