Τρίτη 6 Απριλίου 2010

Της Μουσικής τα νήματα από την ομάδα Ανταπανταχου

Έχουμε να κάνουμε μ’ ένα θέαμα εντυπωσιακό, ευχάριστων απρόοπτων εμφανίσεων και εφαρμογών, μ’ ένα θέαμα επινοητικότητας και δεξιοτεχνίας που σε πολλά σημεία ξαφνιάζει με την ευρηματικότητά της. Όλα αυτά τα στοιχεία καθιστούν την παράσταση «Της μουσικής τα νήματα» από το «Θέατρο Μαριονέτας Ανταπαντάχου» αξιοθέατο και ενδιαφέρον. Πρέπει επίσης να τονιστεί πως οι ίδιες οι κούκλες αποτελούν η καθεμιά τους ένα καλλιτεχνικό έργο έμπνευσης, μαστοριάς και ιδιοφυίας καθόλου συνηθισμένης. Οι δυο κουκλοπαίχτες, ο άνδρας και οι γυναίκα χειρίζονται τα θαυμαστά ανδρείκελά τους με τέτοιες ικανότητες που στα μάτια του αμύητου θεατή μοιάζουν με μικρό θαύμα. Έχουν και χιούμορ που κυριαρχεί σ’ όλο το θέαμα καθώς και μικρές σατιρικές νύξεις. Σε τι υστερεί; Στο παντομιμικό μέρος. Η προσπάθειά τους είναι να εντάξουν και τους εαυτούς τους στο όλον της παράστασης. Ωραία ιδέα που συχνά δεν πετυχαίνει. Τους λείπει η υποκριτική ικανότητα η η άσκηση η και τα δυο. Αν κατάφερναν να συνυπάρξουν με τις κούκλες όχι μόνο σαν ικανοί χειριστές αλλά και δυο άνθρωποι που μοιράζονται έναν κοινό κόσμο, ενταγμένοι ξύλινοι και ένσαρκοι, σ’ ένα σεναριακό πλαίσιο, θα ήταν κάτι παραπάνω από θαυμαστό. Ωστόσο ακόμα και χωρίς αυτό το ιδεώδες - αλλά και πολύ δύσκολο - η παράσταση που προσφέρεται είναι προσφορά εξαιρετική και δυσεύρετη και την συστήνω ανεπιφύλακτα για να την παρακολουθήσουν όλοι που έχουν κουραστεί απ’ τα ίδια και τα ίδια και κυρίως όμως σαν κατάλοιπο ενός κόσμου πλαστού μεν αλλά χειροποίητου. Οι ψηφιοκίνητες κούκλες που θα διευθύνονται από κομπιουτερικά χειριστήρια μας κτυπάνε ήδη την πόρτα. Έχουμε συνεπώς να κάνουμε μ’ έναν κόσμο που πεθαίνει, κόσμο παραδοσιακά ελληνικό (οι μαριονέτες πρωτοεμφανίζονται στην Ελλάδα την ίδια περίπου εποχή με τον Καραγκιόζη. Μην ξεχνάμε το ζευγάρι Φασουλής και Περικλέτος του Σουρή) και ακραιφνώς καλλιτεχνικό. (Μαριονέτες του Σάλσμπουργκ).
Γιώργος Χατζηδάκης

ΤΟ ΦΟΡΤΗΓΑΚΙ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ





Ποιο είναι το μαγικό εκείνο γρανάζι της φαντασίας που μπορεί να σε κάνει να σκεφτείς ένα φορτηγάκι που ο μεγάλος του πόθος τάχα είναι να γίνει τρένο και να γυρίσει τον κόσμο από ήπειρο σε ήπειρο. Και μετά να βάλεις να συναντάει στο δρόμο του όλα αυτά τα εσωτερικά δεινά που στοιχειώνουν τον άνθρωπο. Το φόβο, το μίσος, την ανασφάλεια, τη μοχθηρία , την εχθρότητα κι όλα τ’ άλλα και με το βάρος όλων αυτών να μην μπορεί να προχωρήσει το ταξίδι για τ’ όνειρό του και να σταματάει. Και τότε να ‘ρχεται το αγγελάκι μ’ ένα μπαλόνι σε σχήμα καρδιάς , το αγγελάκι της αγάπης, και να μεταστρέφει όλα τα πρόσωπα που βαραίνουν το φορτηγάκι και να ελαφρώνει το φορτίο και το φορτηγάκι να συνεχίζει το ταξίδι για τ’ όνειρό του να γίνει τρένο. Δεν ξέρω πως αλλιώς να χαρακτηρίσω το πόνημα αυτό της Μάγιας Ντελέζου παρά σαν ένα τρυφερό, απαλό, συγκινητικό παραμυθένιο ποίημα, ανάλαφρο και μαζί βαθειά στοχαστικό. Βέβαια και η μετατροπή του σε θεατρικό, χωρίς να χάσει τίποτα και καθόλου απ’ την ομορφιά του πεζού κειμένου, αντίθετα να υπογραμμιστούν όλα τα ποιητικά στοιχεία δεν θα γινόταν χωρίς την δεξιοτεχνική επέμβαση του Χάρη Γεωργιάδη που δημιουργικά το έκανε πρώτα θεατρικό κείμενο με διαλόγους, ρόλους και σκηνές και μετά παράσταση. Δεν βλέπουμε συχνά παραστάσεις και έργα τόσο «φτωχά» που με μια τόσο σοφή διαχείριση να ξεχειλίζουν από πληθωρική αίσθηση και νόημα. Να κρατήσουμε αυτή την παράσταση αγαπητοί συνάδελφοι για να την μεταχειριζόμαστε σαν χρυσό παράδειγμα όταν φωνάζουμε πως δεν είναι απαραίτητες πάντα οι μεγάλες διανομές και τα πλούσια σκηνικά και κοστούμια κι όλα τ’ άλλα «τζέρτζελα» που διάφοροι ανίδεοι, τάχα «μάγκες» επιχειρηματίες ρίχνουν στην αγορά για να εντυπωσιάσουν με το μέγα πλήθος των αδαών. Μήπως δεν το είπαν οι παλαιοί. «Ου εν τω πολλώ το ευ». Και θα ρωτήσω την ηθοποιό κ. Καστούρα και τον σκηνοθέτη κ. Ζαμάνη, μέλη της επιτροπής που μαζί παρακολουθήσαμε την συγκεκριμένη παράσταση και που οι δυο τους ( η μήπως μόνο ο Ζαμάνης; ) υποστηρίζουν να μην ενθαρρύνουμε ολιγοπρόσωπες παραγωγές, τι έχουν να πουν μπροστά σ’ αυτή την παράσταση; Αν παρατήρησαν κανένα ψεγάδι στους έξη ολότελα διαφορετικούς ρόλους που έκανε η ηθοποιός έκπληξη Σοφία Λιάκου που χόρευε, τραγουδούσε έκλαιγε, φοβόταν, κρύωνε, πεινούσε, απειλούσε και που περνούσε από τον ένα στον άλλο, με αλλαγές κοστουμιών και μακιγιάζ, σε διαστήματα δύο η τριών λεπτών; Και η αφηγήτρια της Μαρίας Μαλταμπέ, με πόση έμφαση και παραστατικότητα εξιστορούσε το ταξίδι του μικρού φορτηγού ενώ χειριζόταν ταυτόχρονα τα ηχητικά. Κι ο Χάρης Γεωργιάδης, οδηγός και φορτηγό ο ίδιος, διευθετούσε, τα παιδιά - θεατές- επιβάτες και τραβούσε για τον προορισμό του. Πολύ έξυπνο το σκηνικό, πολύ ταιριαστά τα κοστούμια και χαριτωμένα μελωδική η μουσική. Ναι, λοιπόν χρειάζεται ταλέντο, ταλέντο και φαντασία, αυτά είναι τα ζητούμενα σε κάθε θεατρική παράσταση και στο θέατρο για παιδιά ακόμα περισσότερο. Εγκρίνω την παράσταση για τα νηπιαγωγεία, τα δημοτικά και για όποιον θέλει να δει ολοκάθαρα το θαύμα του ταλέντου.
Γιώργος Χατζηδάκης

Δευτέρα 5 Απριλίου 2010

Η ΑΝΤΙΓΟΝΗ του Σοφοκλή στο θέατρο Κακογιάννη


Η τραγωδία Αντιγόνη του Σοφοκλή έχει κριθεί μέσα στους αιώνες και η μετάφραση του Γρυπάρη, στα ογδοντατόσα χρόνια που ακούγεται στις σκηνές των θεάτρων, έχει κι αυτή εκτιμηθεί για την αξία της. Κοντά δυο δεκαετίες δουλεύει σαν σκηνοθέτης ο ηθοποιός Άρης Μιχόπουλος και σ’ αυτό το διάστημα μας έδωσε δείγματα ευσυνείδητης και εμπνευσμένης επίδοσης. Δεν τίθεται συνεπώς ζήτημα έγκρισης πολύ περισσότερο που η τραγωδία και γενικώς το αρχαίο θέατρο είναι το μέγα ζητούμενο για την Εκπαίδευση. Τώρα που γίνεται λόγος για την ιθαγένεια των μεταναστών ακούγεται πολύ συχνά η ρήση του Ισοκράτη: "Και μάλλον Έλληνες καλείσθαι τους της παιδεύσεως της ημετέρας ή τους της κοινής φύσεως μετέχοντας". Και αν για τους μετανάστες η «ημετέρα παιδεία» είναι η προϋπόθεση, προέχει να αναρωτηθούμε αν αυτήν την ημετέρα παιδεία εμείς την κατέχουμε και αν τα μεγάλα κείμενα των ελλήνων τραγικών μας δίνονται ευκαιρίες να τα γνωρίσουμε. Με ευαρέσκεια λοιπόν και προθυμία σπεύδω να εγκρίνω την Αντιγόνη που παρακολούθησα στο θέατρο του ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη. Η αναγνώριση της σημασίας έργου και της παράστασης ωστόσο δεν με αποτρέπουν να αναφερθώ και στα επιμέρους σημεία με την προσδοκία πως τα θετικά σχόλια θα ενθαρρύνουν και τα αρνητικά θα προβληματίσουν ώστε να επιτευχθούν ακόμα καλλίτερα αποτελέσματα στην πορεία των προσπαθειών του σκηνοθέτη, που έχει σταθερό προσανατολισμό προς την εκπαίδευση. Στη φόρμα του Χορού της τραγωδίας η άποψη της σκηνοθεσίας δεν πρέπει να διαλύει την παράδοση επειδή ακριβώς αποδέκτης είναι ο μαθητής. Η ρεαλιστική αντίληψη με τον Χορό εξατομικευμένο και κατά διαστήματα ολίγον ομαδοποιημένο, έρχεται σε αντίθεση με τον Διθύραμβο, τον Στησίχορο και την διαδικασία γέννησης της τραγωδίας, όπως διδάσκεται. Η άποψη φρονώ ότι πρέπει να έπεται. Ιδιαίτερη εντύπωση κάνει η ωριμότητα της ερμηνείας κάποιων νέων ηθοποιών της διανομής που ο θεατής διαπιστώνει πως βρίσκονται σε επίπεδα υψηλοτέρα από ομοτέχνους τους που χαίρουν φήμης και επιδαψιλεύσεων ποικίλων. Η Ισμήνη της Σταυρούλας Ντέμκα, για παράδειγμα και ο Αίμονας του Στέλιου Μαζιώτη αξίζει να εξαρθούν ιδιαίτερα. Ανάλογα και ο Τειρεσίας του Χρυσοβαλάντη Κωστόπουλου και η Αντιγόνη της Δανάης Καλοχώρα (παρόλο που έδειχνε πως η τόνοι της εκφοράς της δεν είχαν εξοικειωθεί με την ακουστική του χώρου και ο λόγος της έσβηνε μετά την πρώτη λέξη της φράσης). Όλοι οι άλλοι ηθοποιοί βρίσκονται σε κλίμακες πάνω απ’ το επίπεδο της απλής επάρκειας. Μουσική, χορογραφία, κοστούμια και σκηνικά βασικοί αυτουργοί της ευνοϊκής εντύπωσης.
Γιώργος Χατζηδάκης

Ι Λ Ι Α Δ Α σε σκηνοθεσία Κάρμεν Ρουγγέρη



Το 1994 είχα ανεβάσει το έπος του Απολλώνιου Ρόδιου «Αργοναυτικά» και κάλεσα την τότε Επιτροπή του ΥΠΠΑΙ να παρακολουθήσει την παράστασή μου για να την εγκρίνει για τα σχολεία. Σε μια απ’ τις θέσεις που κατέχουμε εμείς σήμερα, αγαπητοί συνάδελφοι, βρισκόταν τότε η Κάρμεν Ρουγγέρη…. Μετά από τόσα χρόνια ένα έπος και πάλι απασχολεί εμένα και κι αυτήν - βεβαίως και την επιτροπή - και το γεγονός θα είχε μόνο συναισθηματικό χαρακτήρα αν στο μεταξύ και εκείνη και ο υπογραφόμενος δεν είχαμε κατ’ επανάληψη ασχοληθεί με την θεατροποίηση επών κι αν αυτό δεν αποτελεί ένα τροχιοδεικτικό σημάδι για την θεματική των θιάσων που απευθύνονται στους μαθητές. Ναι μεν Πινόκιο και Χιονάτες και Χρυσοί πρίγκιπες και μάγισσες και δράκοι, τα μεγάλα έπη όμως είναι το μεγαλείο της ποίησης και αν θέλετε, από εθνική άποψη το απόσταγμα της φυλής και βασικό στοιχείο της αυτογνωσίας μας. Και σ’ αυτό το σημείο με την Κάρμεν Ρουγγέρη ιδεολογικά συμπορευόμαστε. Αυτά επί προσωπικού.
Δεν νομίζω πως χωράει οποιοσδήποτε δισταγμός η επιφύλαξη όταν έχουμε μπροστά στα μάτια μας το μεγαλύτερο πνευματικό επίτευγμα της ανθρωπότητας, την Ιλιάδα του Ομήρου. Εάν είχαμε μια πολιτική ηγεσία με τις πρέπουσες ευαισθησίες, την απαραίτητα συνειδητοποίηση και ανάλογη μόρφωση θα έπρεπε τέτοιες πρωτοβουλίες να προέρχονται και να καλύπτονται απ’ την Πολιτεία. Τώρα δι ημών η Πολιτεία καλείται να κρίνει το κατάλληλο η το ακατάλληλο αυτής της ιδιωτικής προσπάθειας.
Αξιοθαύμαστη είναι στην παράσταση που παρακολουθήσαμε, η προσήλωση της θεατρικής διασκευής στο ομηρικό κείμενο, στη ροή και την διάρθρωσή του. Την διασκευή ακολουθούσε πιστά και η σκηνοθεσία, προτείνοντας ένα θέαμα πλούσιο σε εναλλαγές, δυναμικά παραστατικό με εξαιρετικά καλοστημένες σκηνές συνόλου, μονομαχιών και συρράξεων. Με ευφάνταστες λύσεις και με τη χρήση ενός πλούσιου συστήματος πολυμέσων ο θεατής μεταφέρεται από την κορυφή του Ολύμπου στην Τροία, στο στρατόπεδο των Αχαιών η στο πεδίο της μάχης. Ακούσματα δημωδών τραγουδιών, αντηχήσεις με ευρεία σοδιά απ’ το μεσογειακό χώρο η μουσική και τα τραγούδια. Πιο εξειδικευμένη η χορογραφία τάσσεται στην υπηρεσία των αλλεπάλληλων μετακινήσεων κι αυτό παράγει ένα θέαμα συνεχών εντυπώσεων. Σκηνικά, κοστούμια, περικεφαλαίες, και λοιπά σκηνικά αντικείμενα με συνέπεια στην δημιουργία μιας συναρπαστικής ατμόσφαιρας. Όσο για τις βαθμίδες που θα πρέπει να εγκρίνουμε το έργο της Ιλιάδας δεν ξέρω ποια αξία θα μπορούσε να έχει η μαρτυρία της προσωπικής μου περίπτωσης. Ήμουν έξη η επτά χρόνων όταν ζωγράφιζα στα περιθώρια των σχολικών μου βιβλίων «Αχιλλέους», δηλαδή αρχαίους πολεμιστές να μάχονται, με περικεφαλαίες, ασπίδες και δόρατα, επηρεασμένος προφανώς από εικόνες σε βιβλία για τον τρωικό πόλεμο. Συνεπώς προτείνω την έγκριση της παράστασης αυτής για όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης.
Γιώργος Χατζηδάκης

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗ ΡΑΠΟΥΝΖΕΛ στο θέατρο Βεάκη



Αναζητώντας τη Ραπουνζέλ οι μικροί θεατές βρίσκονται μπροστά σε μια παράσταση πλούσιων εντυπώσεων με σημασία και νόημα. Η αλλοτρίωση της φυσικής ζωής από τα βιοτεχνολογικά επιτεύγματα, οι μεταλλάξεις και ο αποκλεισμός του ανθρώπου από μια ασφυκτική ψηφιακά περίσφιξη είναι ο θεματικός άξονας της κατά Σταμουλάκη Ραπουνζέλ. Το σημαντικότερο ωστόσο είναι πως όλα αυτά και όσα άλλα κεντράρει η διασκευή του παραμυθιού των αδελφών Γκρίμ, είναι δοσμένα με σαφή θεατρικό τρόπο, καθαρά και εύληπτα απ’ τα παιδιά κάθε ηλικίας. Η θεατρική διασκευή και η σκηνοθεσία απέφυγαν κάθε περιττολογία, σκηνοθετισμούς η και ευκολίες και συναποτέλεσαν μια παράσταση άκρως ενδιαφέρουσα όχι μόνο για τα παιδιά αλλά και για θεατές κάθε ηλικίας. Τα μηνύματα επίσης για τα παιδιά που χάνονται καθώς και η συμβολή του «Χαμόγελου του παιδιού» είναι τεχνικότατα ενσωματωμένα στη σκηνική δράση και θα μπορούσε να αποτελεί υποδειγματικό πρότυπο σε κάθε παρόμοια προσπάθεια. Σημαντική η συμβολή του της συνυπάρχουσας προβολής του ευφυούς και ευρηματικού Video των Νίκου Δροσάκη και Γιώργου Κολιού. Η διασκευή, η μετάπλαση είναι πιο σωστό να πούμε, της Κέλλυς Σταμουλάκη είναι εξαιρετική, το ίδιο και η σκηνοθεσία του Γιάννη Βούρου, εκείνο όμως που προεξέχει στις εντυπώσεις του θεατή είναι το υψηλό υποκριτικό επίπεδο των ηθοποιών. Με κορυφαίο τον έμπειρο Στάθη Βούτο που παίζει τον Τέλειο, έναν παπαγάλο μεταλλαγμένο από ένα ψηφιακό προγραμματισμό , ακολούθως την έξοχη Νατάσσα Μαρματάκη που υποδύεται τη μάγισσα Φον Κλοπίδου και την Άννα Κολιφώτη στο ρόλο της Ραπουνζέλ. Ισάξιοι κάθε διάκρισης και οι Μαρία Λουκάκη, Στέλιος Πετράκης και Θοδωρής Πανάς. Η μουσική του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα με τους τρεις ζωντανούς μουσικούς και η χορογραφία του Θοδωρή Πανά και τα πρωτότυπα κοστούμια της Σοφίας Κατσούρα πρόσφεραν θετικά στο καλό αποτέλεσμα μα και τεκμηρίωσαν την πεποίθηση πως το σύνολο αποτελεί μια ευσυνείδητη και φιλόδοξη παραγωγή που η Επιτροπή μας θα πρέπει να την έχει ως μονάδα μέτρησης ποιότητας . Γίνεται αντιληπτό απ’ τα διαλαμβανόμενα πως η γνώμη μου είναι θετικότατη και εγκρίνω την παράσταση «Αναζητώντας τη Ραπουνζέλ» για όλες τις βαθμίδες

ΓΙΑ ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΜΠΑΜΙΕΣ


Μειώνοντας λίγο τις απαιτήσεις και υπολογίζοντας στα θετικά κυρίως τη ζωηρή μουσική και τις ευχάριστες χορογραφίες, θεωρώ πως η παράσταση του έργου «Για μια χούφτα μπάμιες» μπορεί να πάρει έγκριση για την πρωτοβάθμια και μόνο γι αυτήν. Στα μειονεκτήματα κατατάσσω τα πολλά λογοπαίγνια στο κείμενο, δύσληπτα από τα παιδιά λόγω των πολλών άγνωστων λέξεων, με τις οποίες ο συγγραφέας σκαρώνει τα αστεία του. Τα λογοπαίγνια εξ άλλου έχουν αποβληθεί στην πράξη από το θέατρο ακόμα και όταν απευθύνεται σε ενήλικες ,ως μη δραστικά από σκηνής. Επίσης η Κοκκινοσκουφίτσα με το ρεαλιστικό πιστόλι και τις απανωτές μπαλωθιές, με το χορό και με το τραγούδι, ως άμυνα εναντίον της επιθετικότητας , γενικώς δεν είναι νομίζω ένα καλό κήρυγμα. Αυτή την παρατήρηση από εμένα που έχω πολλές φορές δηλώσει πως δεν νοιάζομαι για τα ηθικοπλαστικά μηνύματα των έργων. Κατά μια άλλη άποψη μπορούμε να δούμε τα τεχνάσματα των δυο κακών και πεινασμένων λύκων που εποφθαλμιούν να κατασπαράξουν το αθώο κατσικάκι , ως μια μεταφορά η αντιγραφή από τα αμερικάνικα κόμικς με κακούς λύκους που μεταμφιέζονται για εγκληματικούς πάντοτε σκοπούς (ληστείες κλπ). Στο μεγαλύτερο μέρος της διανομής οι ηθοποιοί απέδωσαν ικανοποιητικά. Η σκηνοθεσία με περιορισμένη ευρηματικότητα.
Γιώργος Χατζηδάκης

"Μαγικό Σχολείο" στο θέατρο οδού Παραμυθίας


Άτακτο, αλλοπρόσαλλο και ανερμάτιστο. Με τον όρο θέατρο για παιδιά, με βάση την εμπειρία μας και τη λογική μας - αλλά και την Εγκύκλιο,- καταλαβαίνουμε και εννοούμε μια θεατρική παράσταση με συγκεκριμένη μορφή και περιεχόμενο. Ακόμα και αν προκύπτουν διαφορές και αποκλίσεις ανάμεσά μας μικρές η και μεγάλες, αποκλείεται νομίζω κανένας να δεχθεί ως παιδικό έργο και παιδική παράσταση το «θέαμα» που παρακολουθήσαμε στο θέατρο της οδού Παραμυθίας από τον θίασο "Ελληνικό Ψυχόδραμα". Ασύνδετο, ανερμάτιστο, ακατανόητο, αλλοπρόσαλλο, άρρυθμο, άτακτο και σαν κείμενο και Μπορούν να το χαρακτηρίσουν ένα σωρό όροι με την πρόταξη ψευτό-. Ψευτο-φιλοσοφικό, ψευτο-ποιητικό, ψευτο-υπαρξιακό, ψευτο-δραματικό, ψευτο-διασκεδαστικό- ψευτο-εγκεφαλικό, ψευτο-πρωτότυπο, ψευτο-παραδοξολογικό και εν τέλει ψευτο-θέατρο και ψευτο-παράσταση. Από πλευράς διδασκαλίας ρόλων και διεξαγωγής ακούγαμε τις μισές φράσεις και σταθερά χάναμε την τελευταία λέξη κάθε ατάκας και την τελευταία συλλαβή κάθε λέξης. Μερικοί ηθοποιοί μέτριοι και λίγοι ελαφρά άνω του μετρίου, όλοι όμως ακαθοδήγητοι στην εκφορά και στο συναίσθημα. Υποχρεούμαι να ξεχωρίσω την Άννα Ίριδα Αγαθονικιάδη που διέχεε προς την πλατεία χάρη και ευγενές σκηνικό ήθος. Πέρα απ’ αυτή την εξαίρεση, απορρίπτω αδίστακτα έργο και παράσταση διότι δεν προσφέρει τίποτα, μα τίποτα, στο παιδί κάθε ηλικίας,
Γιώργος Χατζηδάκης