ΘΕΑΤΡΟΚΡΙΣΙΑ - Τόπος Θεάτρου

Δευτέρα 11 Απριλίου 2022

 

Αναρτήθηκε από Γιώργος Χατζηδάκης στις 12:20 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest
Νεότερες αναρτήσεις Παλαιότερες αναρτήσεις Αρχική σελίδα
Εγγραφή σε: Αναρτήσεις (Atom)

Τόπος Θεάτρου τεύχος 4

Τόπος Θεάτρου τεύχος 4

Περιοδικό "Τόπος Θεάτρου"

Περιοδικό "Τόπος Θεάτρου"
Το εξώφυλλο του δεύτερου/τρίτου τεύχους του περιοδικού "Τόπος Θεάτρου"

Περιοδικό "Τόπος Θεάτρου"

Περιοδικό "Τόπος Θεάτρου"
Το εξώφυλλο του πρώτου τεύχους του περιοδικού "Τόπος Θεάτρου"

Ενωση (;) Κριτικών : σαν σύντομο ανέκδοτο

ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝ

(Τα παρακάτω αποτελούν ένα αρχειακό υλικό από ένα θλιβερό παρελθόν της διένεξης μεταξύ του κάτοχου αυτού του blog, τακτικού μέλους της "Ενωσης Μουσικών και Θεατρικών Κριτικών", εναντίον μιας δεσποτικής, αυθαίρετης και αντιθεσμικής συμπεριφοράς της εξουσίας του Σωματείου.
Από τότε σημειώθηκαν ουσιαστικές ανατροπές.
Η Ένωση διασπάστηκε.
Πολλά μέλη αποχώρησαν και δημιούργησαν μια νέα Ένωση, (Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Παραστατικών Τεχνών) δραστήρια και παρούσα, που αναπτύσσει μια υποσχετική δραστηριότητα.
Το κυριότερο πολυμελή.
Αριθμεί ίσως και τριάντα μέλη και αποτελούμενη μόνο από θεατρικούς κριτικούς όλους εν ενεργεία και ως επί το πλείστον αποφοίτους πανεπιστημιακών σχολών.
Η παραδοσιακή Ένωση επιζεί ακρωτηριασμένη, με πρόεδρο τον Κυριάκο Λουκάκο πάντα, (πρωτοφανής περίπτωση ενσωμάτωσης ανθρώπου με καρέκλα) μουσικοκριτικού, διάφορου δηλαδή αντικειμένου και με τρεις η τέσσερις κριτικούς θεατρικής ειδικότητας.
Το μέλλον της άδηλο και γενικά απαισιόδοξο, με δεδομένο τον πληθωρισμού της ειδικότητας των θεατρικών κριτικών και της "βιομηχανικής" παραγωγής θεατρολόγων, με ρυθμό 150 το χρόνο, γεγονός που αναπόφευκτα θα επιφέρει έναν συνωστισμό στο "επάγγελμα"... Ίδωμεν. Το μάλλον αόρατον !)



Με πολλά μπωφόρ απειλείται η Ένωση Κριτικών



Συνταράσσεται εκ νέου από σφοδρούς ανέμους πολλών μπωφόρ η Ένωση Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών. Νέες οργισμένες ριπές πλήττουν τον πρόεδρό της, και ολόκληρο το σκάφος του Δ.Σ. κλυδωνίζεται επικίνδυνα. Δεν πέρασαν δυο μήνες από την προηγούμενη τρικυμία κι ενώ φαινομενικά επικρατούσε νηνεμία, φαίνεται πως ο Αίολος απλώς ξαναγέμιζε τους ασκούς του για να τους ανοίξει και πάλι. Έκτακτη Γενική Συνέλευση ζητούν έντεκα θεατρικοί κριτικοί με αφορμή διαφορά 15 ευρώ στην θεσμοθετημένη ετήσια συνεισφορά. Ευρώ 25 πρότειναν μερικοί των κριτικών, επικαλούμενοι την γενική κατάσταση, 40 αποφάσισε το Διοικητικό Συμβούλιο. Αιτία η μάλλον αιτίες είναι σωρό άλλες που επιπολάζουν στα πρανή αλλά δεν εγκαταλείπονται. Κάποιες απ’ αυτές αναφέρονται στο Υπόμνημα των Έντεκα, κάποιες άλλες περιμένουν να τις αντιληφθεί ο οξυδερκής.

Ωστόσο, αυτό που προκαλεί μεγάλη εντύπωση στον παρατηρητή (σ’ εμένα εν προκειμένω) είναι γιατί ο πρόεδρος κάνει συνέχεια προκλητικές ενέργειες. Για ποιο λόγο δηλαδή δεν φαίνεται να επιθυμεί ειρηνική πορεία. Τον ικανοποιεί να διοικεί την Ένωση εν μέσω συγκρούσεων; Είναι ο Λουκάκος πολεμοχαρής; Προκαλεί τους αντιτιθέμενους για να επιβεβαιώσει την υπεροχή του μετά από κάθε σύγκρουση; Κι ακόμα, μήπως είναι πράγματι αήττητος και θέλει να το εμπεδώσουν όλοι; Ειδ’ άλλως γιατί προκαλεί και συνέχεια ερεθίζει, χωρίς κανένα απολύτως λόγο, έχοντας και την επιδοκιμασία των συν αυτώ;



Είναι προκλητικός γιατί δεν φοβάται;



Απ’ το μυαλό μου περνάει η σκέψη μήπως ο Λουκάκος είναι προκλητικός επειδή δεν φοβάται κανέναν από το αντίπαλο στρατόπεδο των θεατρικών. Ξέρει πως ξέρουν (οι πιο νουνεχείς) πως δεν θα μπορέσουν να διοικήσουν την Ένωση. Το προηγούμενο Παγιατάκη έχει δημιουργήσει πολλές αμφιβολίες. Επίσης είχε πολλές ευκαιρίες ο σημερινός πρόεδρος να δοκιμάσει την αστάθεια των σχέσεων μεταξύ των θεατρικών κριτικών, την ματαιοδοξία κάποιων, την τάση αναρρίχησης, τις επιφυλάξεις ορισμένων προς ορισμένους. Μένει ωστόσο να αναρωτηθούμε πόσο πραγματική μπορεί να είναι η πεποίθηση του σημερινού προέδρου πως οι έντεκα συνασπισμένοι θεατρικοί συνάδελφοι δεν διαθέτουν κανέναν που να μπορεί να κυβερνήσει την ταλαίπωρη Ένωση Κριτικών.

Από την αντικειμενική θέση της ουδετερότητας και με την γνώση πολλών απ’ την ενδεκάδα έχω να πω και εγώ τον λόγο μου. Έχω εκφράσει την άποψή μου πως ο Δημήτρης Τσατσούλης συγκεντρώνει πολλά προσόντα για να ηγηθεί του εταιρικού οργάνου των κριτικών. Η πετυχημένη πρόσφατη θητεία του στην προεδρία της Επιτροπής Επιχορηγήσεων και μια άλλη παράμετρος που δεν την είχα νομίζω αναφέρει στην προηγούμενη αναφορά μου στο πρόσωπό του, το ενδιαφέρον του δηλαδή για τα νεανικά σχήματα και θεατρικές ομάδες, ενισχύουν ακόμα περισσότερο την προσωπικότητα του για μια ενδεδειγμένη υποψηφιότητα για τη θέση του προέδρου. Για τους υπολοίπους δέκα της ενδεκάδας γνωρίζω πολύ θετικά πως παραπάνω από τους μισούς δεν ενδιαφέρονται να εμπλακούν με τα διοικητικά της Ένωσης και οι υπόλοιποι, είτε εγώ υστερώ σε γνώση λεπτομερειών περί του ατόμου τους ( περίπτωση Σάββα Πατσαλίδη, Γρηγόρη Ιωαννίδη και Κοτσή) είτε θεωρώ πως υστερούν σε επαρκή έξωθεν μαρτυρία.



Από τη θέση ψύχραιμου και αντικειμενικού παρατηρητή



Κατά τη γνώμη μου λοιπόν και από τη θέση του αντικειμενικού παρατηρητή, και μέσα στη λαίλαπα των κοινωνικών προβλημάτων, έχω να συστήσω στον πρόεδρο Κυριάκο Λουκάκο και στο Συμβούλιο του, χωρίς φόβο και πάθος, να αποσύρει τα όσα προκαλούν και ερεθίζουν, να σταματήσει να αντιπαρατάσσεται και να υποθάλπει συγκρούσεις. Να συμπληρωθεί το ελλιπές διοικητικό Συμβούλιο, να συναινέσει στο να περιοριστεί σε συγκεκριμένο αριθμό η ψήφιση δι’ εξουσιοδοτήσεων, να ρυθμιστεί καταστατικά το θέμα των επιτροπών των βραβείων ( με την προσαρμογή στις νέες πραγματικότητες – αναφέρομαι στον συνυπολογισμό ως προϋπόθεση και των ψηφιακών σελίδων κριτικής ) και να είναι δεκτικός σε κάθε λογική και δίκαιη πρόταση. Το αντίθετο θα σημαίνει πως θέλει την καρέκλα του και γαία πυρί μειχθήτω



Στην αγανακτισμένη ενδεκάδα



Στην ομάδα των έντεκα έχω να συστήσω να κατασιγαστούν από τους περισσότερο ψύχραιμους οι οργίλες και πολεμοχαρείς διαθέσεις, να αποσύρουν αυτή την ώρα την απαίτηση για Έκτακτη Γενική Συνέλευση και για απειλές δικαστικών λύσεων και συναδελφικά να συνεργαστούν με την πλευρά Λουκάκου μέχρι να ηρεμήσουν απολύτως τα πνεύματα και τότε κοινή συναινέσει και σε άλλο κλίμα να προχωρήσει η Ένωση σε εκλογές και αναθεώρηση του καταστατικού. Στην αντίθετη περίπτωση η Ένωση θα βυθιστεί σε μια ανυποληψία που θα επιτρέψει στην κοινή γνώμη να συγκεκριμενοποιήσει τα ερωτηματικά της για την Ένωση, τους σκοπούς της και τους λόγους που τα μέλη της πολεμούν μεταξύ τους. Νομίζω πως η σοβαρότητα του καθενός μας θα ήθελε να αποφευχθεί μια παρόμοια εμπλοκή μας.



Στο μεταξύ θα πρέπει να μελετηθεί από μια ομάδα εργασίας, ένας νέος κοινωνικός, πνευματικός ρόλος της Ένωσης Κριτικών στη νέα κοινωνία που όπως έχει αρχίσει ήδη να σχηματίζεται, μια αναβάθμιση των θεατρικών βραβείων ώστε να προσδοθεί στο θεσμό πρωτεύουσα σπουδαιότητα και γενικώς με συνεχείς παρεμβάσεις σε θέματα πολιτισμού, να καταστεί Ένωση ένας πολιτιστικός παράγων με ουσιαστική αιτία ύπαρξης. Έχω τη γνώμη πως αν προχωρήσει τώρα η κατάσταση προς την κατεύθυνση που το μανιφέστο των έντεκα απαιτεί η Ένωση οδηγείται αναμφισβήτητα σε νέες σοβαρότερες περιπέτειες με ολέθριες ίσως εξελίξεις. Και κάτι ακόμα: Γιατί διαιωνίζεται η ανύπαρκτη κατά τη γνώμη μου διαφορά μεταξύ της συναδέλφου Προύσαλη και της δόκιμης Μπλάτσου; Υπάρχει κανείς που να πιστεύει πως υπάρχει λόγος να σύρεται ολόκληρη η Ένωση κριτικών πίσω από μια υπόθεση που μόνο εκθέτει τα μέλη της ως σπαρασσόμενα μεταξύ τους;



Γιώργος Χατζηδάκης

Κι άλλες απειλές!....

«Και αιφνιδίως, εκ της άλλης πλευράς εγείρεται ξιφουλκών, λαύρος ο μέχρι τούδε φιλικά διακείμενος, σεβαστός κ. Λεωτσάκος και επιτίθεται, γέρων αυτός εναντίον γέροντος εμού. Και το κοινόν παρηκολούθη τους δύο πρεσβύτας να μονομαχούν δια τους λάγνους οφθαλμούς της προεδρίας Λουκάκου. Ο εις υπέρ και ο άλλος κατά».

Απειλές διώξεων είναι και πάλι το περιεχόμενο της επιστολής του συναδέλφου κριτικού της μουσικής. Στοιχειοθετούν, λέει, τα όσα γράφω το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης και μάλιστα δια του τύπου, αφού τα κοινολογώ και πως όλα αυτά είναι ποινικώς κολάσιμα. Διευκρινίζω στον ευγενικό κ. Λεωτσάκο πως κατ΄ αρχήν τον ευχαριστώ για την προειδοποίηση του αλλά τον καθησυχάζω πως κανέναν νόμο δεν παραβαίνω κάνοντας κριτική σ’ έναν πολιτικό για τον τρόπο που πολιτεύεται και πως είμαι υποχρεωμένος να δημοσιοποιώ τις απόψεις μου αφού αφορούν τις αρχαιρεσίες ενός νόμιμου σωματείου.

Δεν αναφέρομαι στην προσωπική ζωή του κ. προέδρου, ούτε με την οικογένεια του ασχολούμαι, ούτε την τιμή και την υπόληψη του θίγω, ούτε την επαγγελματική επάρκεια αμφισβητώ. Κατακρίνω τον τρόπο με τον οποίο άσκησε τα διοικητικά του καθήκοντα ως τώρα και πως κατά την προεδρία του η Ένωση παρήγαγε μόνο έριδες, συγκρούσεις και αλληλοσπαραγμούς, καλή ώρα. Πρόσφατα δε μπήκαν στο πρόγραμμα και απειλές δικαστικών διώξεων και φυλακίσεων, καλή ώρα, εγκαινιάζοντας την εφαρμογή φασιστικών μεθόδων.

Γιατί ασφαλώς κ. Λεωτσάκο μου, δεν με προειδοποιείτε για τις συνέπειες από ενδιαφέρον προς εμένα, αλλά νομίζοντας, όπως και ο ίδιος ο κ. πρόεδρος που προηγήθηκε, πως θα με τρομάξετε και πως θα αποτρέψετε κι άλλους να ξεσηκωθούν.

Στ’ αλήθεια απορώ και ταυτόχρονα θλίβομαι πως και γιατί οι αριστερών φρονημάτων συνάδελφοι που ακολουθούν τον κ. Λουκάκο δεν εξεγείρονται από τέτοιες δικτατορικές μεθόδους. Οι ίδιοι ξέρουν ποιους εννοώ.

Και μια διευκρίνιση σε μια παιδαριώδη ανοησία. Είμαι εν ενεργεία κριτικός και από πενταετίας διατηρώ ειδικό τόπο (blog «Θεατροκρισία») στο διαδίκτυο όπου ανελλιπώς αναρτώ τις κριτικές μου παρακολουθώντας συνεχώς θεατρικές παραστάσεις.

Έχω πράγματι μια θεατρική ομάδα>, την «Θεώρηση» (www.theorisi.gr) που δραστηριοποιείται στο χώρο των θεατρικών παραγωγών επί 21 συνεχή χρόνια έχοντας πραγματοποιήσει 49 θεατρικές παραγωγές και εκτός αυτών διοργάνωσε συνέδρια, φεστιβάλ, λειτούργησε σεμινάρια και κάλυψε πολλές φορές το γύρο της χώρας με παραστάσεις συμμετέχοντας σε πολλές μεγάλες και μικρές πολιτιστικές διοργανώσεις. Και σ’ όλο αυτό το διάστημα ουδέποτε ενόχλησε κάποιον συνάδελφο με πρόθεση να εξασφαλίσει κάποια κριτική. Οπότε… Και τώρα αφήστε με ήσυχο και μη με ενοχλείτε...

Απειλές!

Η Ένωση Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών δεν είναι μια Μυστική Εταιρία, σαν Στοά Μασονική. Είναι μια Ένωση ανοιχτή στην κοινή γνώμη και αποτελείται από ανθρώπους που έχουν δημόσιο λόγο, θάρρος και τόλμη να εκφράζουν άποψη για αισθητικά, ιδεολογικά και φιλοσοφικά ζητήματα, πολλές φορές με απολυτότητα, ακόμα και δριμύτητα, με κόστος προσωπικό, συχνά σε σημείο ριψοκίνδυνο. Αυτή είναι μια ιδιομορφία του ρόλου του κριτικού. Πως διανοείται λοιπόν κάποιος πως τα όσα τεκταίνονται στους κόλπους της Ένωσης θα πρέπει να περιβάλλονται από μυστικότητα. Είμαστε ένα Σωματείο που λειτουργούμε δημοκρατικά και είναι θεμιτό τις αρχαιρεσίες μας να τις παρακολουθούν εκπρόσωποι των μέσων μαζικής επικοινωνίας. Άβολο βέβαια για τις μεθοδεύσεις.

Οι σκέψεις μου για την Ένωση, την διοίκησή της, οι απόψεις μου για το θεσμό των βραβείων, οι οραματισμοί μου για μια βελτίωση της θέσης του φορέα των κριτικών στη σύγχρονη κοινωνία την δεινότατη ετούτη εποχή αναρτήθηκαν στο blog μου "Θεατροκρισία", όπου, όπως σας έχω ενημερώσει, αναρτώ τις κριτικές των παραστάσεων που παρακολουθώ και πολλά άλλα σχόλια περί την κριτική και τους κριτικούς.

Ο ισχυρισμός – η απειλή είναι πιο σωστό να σημειώσω – πως μου επιφυλάσσονται συνέπειες γιατί δήθεν υπονόμευσα την τελετή των βραβείων έχω να πω πως τίποτα απ’ όσα έγραψα δεν υπονομεύουν τα βραβεία διότι τίποτα δεν είναι αποκαλυπτικό περισσότερο απ’ όσα η κοινή γνώμη μπορεί να διακρίνει και να διαπιστώσει. Υπονομευτική είναι η μεθόδευση των εσπευσμένων εκλογών που φέρνουν την τελετή των βραβεύσεων δυο μέρες πριν τις εκλογές. Η βαρύτερη και αναμφισβήτητη υπονόμευση, ωστόσο του θεσμού των βραβείων μας, που η βοή του σκανδάλου διατηρείται ακόμη, είναι το ανήθικο πραξικόπημα του αποκλεισμού του έργου της Βαρβάρας Γεωργοπούλου.

Αλίμονο σημερινέ πρόεδρε της Ένωσης, που για την καρέκλα σου την έχεις κάνει να αλληλοσπαράσσεται, αλίμονο αν έφτασα στα 80 μου χρόνια και έχω συμπληρώσει 40 χρόνια ως θεατρικός κριτικός και να με πτοήσουν οι απειλές του είδους που εκτόξευσες, ώστε να μην συνοψίσω τα όσα κατά καιρούς έχουν ταλανίσει την Ένωση, προειδοποιώντας τους νεότερους ομοτέχνους μου. Η απειλή σου ενδεικτική του ήθους σου. Ωστόσο, αν η εκλογή σε ξαναβγάλει πρόεδρο το χειρότερο δεν θα είναι ότι θα πάρεις μέτρα εναντίον μου. Το χειρότερο είναι πως το ιστορικό αυτό δημιούργημα των παλαιών και μεγάλων της τάξης μας, θα παραμείνει βυθισμένο στην αφάνεια και την ανυποληψία, ενώ καλείται να παίξει ρόλο σπουδαίο και σημαντικό σε καιρούς τόσο δύσκολους και κρίσιμους για τον πολιτισμό του αιώνα μας.

Δεν θα επανέλθω. Ότι είχα να πω το είπα. Ας αποφασίσουν οι συνάδελφοι που η Ένωση πλέον τους αφορά.

ΔΥΣΑΡΕΣΤΗ ΕΝΤΥΠΩΣΗ !

Δυσάρεστη εντύπωση προκάλεσαν οι πρόσφατες απροκάλυπτες μεθοδεύσεις της προεδρίας της Ένωσης Κριτικών. Με πρόθεση να απομονώσει τους ενάντιους επέσπευσε τις εκλογές, απέφυγε να τις ανακοινώσει σε όλα τα μέλη (για παράδειγμα εγώ δεν έλαβα καμιά προκήρυξη και πληροφορήθηκα το γεγονός συμπτωματικά), απέφυγε επίσης κανονική γενική συνέλευση με δυνατότητα αντιλόγου, προσδιόρισε πολύ μικρό χρονικό περιθώριο για την υποβολή υποψηφιοτήτων και επιδίωξε να επανεκλεγεί εν κρυπτώ. Στη συνέχεια έσπευσε να αποκλείσει τον υπολογίσιμο διεκδικητή συνάδελφο Σάββα Πατσαλίδη με την επινοημένη αιτιολογία πως η υποψηφιότητα του υποβλήθηκε δήθεν εκπρόθεσμα.

Επ' αυτού έχω την άποψη πως η θέσπιση προθεσμίας είναι παράτυπη, αντικανονική, αντικαταστατική και ως εκ τούτου ανύπαρκτη. Όθεν ψηφίστε αδίστακτα τον κ. Πατσαλίδη, αν αυτός είναι η επιλογή σας. Αν η πλειοψηφία αναδείξη τον Πατσαλίδη, ο Λουκάκος θα προεδρεύει με το πρόσχημα του εκπρόθεσμου. Να το δω κι αυτό! Ανάλογες καταγγελίες περί του βεβιασμένου της προκήρυξης και των προθεσμιών έκανε και ο συνάδελφος Δημήτρης Τσατσούλης, αλλά και πολλοί άλλοι κριτικοί μένεα πνέοντες.

Και εδώ έρχομαι να ρωτήσω τον πρόεδρό μας και μαζί όλους όσους τον ενθαρρύνουν με την αποδοχή τους σε τέτοιες πρακτικές;

Γιατί αγαπητέ μου Κυριάκο όλα αυτά; Τι θα κερδίσεις αν με τέτοιες μεθοδεύσεις, πονηρές και δολοπλοκικές κατορθώσεις να επανεκλεγείς; Ποιό ήθος θα εγκαταστήσεις στην Ένωση και προς ποιά στάση ζωής θα καθοδηγήσεις τους νεότερους, αφού ως κριτικός εκφράζεις και υποδεικνύεις το σωστό, το καλό και το ωραίο. Ας αφήσουμε τα περί του πολιτικώς ορθού.

Εκλογές στην Ένωση Κριτικών

Προς τον συνάδελφό μου θεατρικό η μουσικό κριτικό

Αγαπητέ συνάδελφε

Οι αρχαιρεσίες στην Ένωση Κριτικών, που έχουν προκηρυχθεί για την 15η Δεκεμβρίου. αναμένονται από τα μέλη με πολύ ενδιαφέρον, ανυπομονησία και πάθος. Δεν κύλισε ειρηνικά το διάστημα της θητείας του τωρινού συμβουλίου και οι διενέξεις ήταν συχνότατες με αφορμές κάθε φορά διαφορετικές, μόνο φαινομενικά όμως, γιατί πάντα προέρχονταν απ’ την ίδια αιτία. Ο αυταρχισμός του προέδρου Κυριάκου Λουκάκου, οι αψυχολόγητες ενέργειες του, ο συγκεντρωτισμός για τον οποίο τον κατηγορούν και η μικροπολιτική του συμπεριφορά μαζί με μια σχολαστική τυπολατρία σκοπιμοτήτων, έχουν διογκώσει ένα κύμα δυσαρέσκειας και μπορώ να καταθέσω καθόλου αδικαιολόγητα.

Από τα ηλεκτρονικά ταχυδρομεία των μελών πέρασαν πολλές οργισμένες επιστολές απευθυνόμενες στον πρόεδρο με οξύ καταγγελτικό περιεχόμενο. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα ενεργοποιήθηκε και το «γεωφυσικό» ρήγμα της αντίθεσης των θεατρικών κριτικών προς τους μουσικούς, διχαστική διάθεση που ποτέ μέχρι σήμερα δεν είχε εκδηλωθεί. Κρυφόκαιγε η διασπαστική τάση; Ποιος ξέρει; Ο υπογραφόμενος πάντως δεν είχε αισθανθεί ποτέ άλλοτε τόση δυσανασχέτηση από την συνύπαρξη των δύο ειδικοτήτων. Η βασική δυσφορία προκλήθηκε απ’ τη συνειδητοποίηση μια πλατιάς δυσαναλογίας. Οι αριθμητικά πολύ λιγότεροι μουσικοί κριτικοί κυριαρχούν στη διοίκηση της Ένωσης και απολαμβάνουν προνόμια που προορίζονται μόνο για τους θεατρικούς. Παράδειγμα τα θεατρικά βραβεία Κάρολος Κουν, δημοτική πρωτοβουλία, που δίπλα τους η Ένωση προσκόλλησε και τα μουσικά. Τα διεθνή συνέδρια θεατρικών κριτικών, με θέματα αποκλειστικά θεατρικά, όπου αναίτια και αναρμόδια όχι ακολουθούν αλλά ηγούνται μουσικοί κριτικοί, άτομα που αγνοούν απολύτως το αντικείμενο. Ο σημερινός πρόεδρος της Ένωσης, μουσικός κριτικός ο ίδιος, καταβάλλει προσπάθειες να διατηρήσει το κύρος των μουσικών σε αναλογία με τους θεατρικούς με εξοργιστικές μεθοδεύσεις.

Παρ’ ότι είναι απολύτως δίκαιη η δυσαρέσκεια των θεατρικών κριτικών, ωστόσο μέχρι σήμερα ποτέ δεν είχαν προκύψει παρόμοιες διχαστικές σκέψεις και είναι αναμφισβήτητο πως η συμπεριφορά του προέδρου Λουκάκου είναι που τα υποδαύλισε όλα αυτά. Αυτά ας τα αναλογιστούν οι συνάδελφοί μας της μουσικής που πρόσκεινται προς τον σημερινό πρόεδρο.

Ωστόσο λόγοι πολύ πιο ουσιαστικοί επιβάλλουν, κατά τη γνώμη μου, την αντικατάσταση του προεδρείου Λουκάκου και την ανάδειξη άλλων στα ηγετικά στασίδια. Όλα όσα απαρίθμησα παραπάνω, χωρίς να είναι αμελητέα, είναι πάντως συμπτώματα μιας πραγματικότητας ηθικά ανερμάτιστης, κενόδοξης, κοινωνικά άσκοπης, ιδεολογικά απροβλημάτιστης, περιττής και αντιπαραγωγικής. Επειδή η Ένωση αποτελείται από ανθρώπους σκεπτόμενους, μορφωμένους και εξοικειωμένους με την ανάλυση των φαινομένων είναι απαραίτητο, σ’ αυτήν την ιστορική καμπή να αναρωτηθούν ποιός είναι στ’ αλήθεια ο σκοπός ύπαρξης της Ένωσης. Συνδικαλιστικός φορέας δεν είναι, αφού δεν αγωνίζεται και δεν προβάλλει τα επαγγελματικά, ασφαλιστικά αιτήματα ενός κλάδου. Ούτε καν εισπρακτικός δεν είναι όπως η Εταιρία των Θεατρικών Συγγραφέων. Ένωση πολιτιστικών παρεμβάσεων δεν μπορεί να θεωρηθεί, αφού οι εκδηλώσεις και οι ενέργειες στις οποίες καταγίνεται έχουν να κάνουν μόνο και μόνο με την ίδια και την προβολή της καθώς και με την προβολή των μελών της.

Ποτέ η Ένωση δεν διοργάνωσε ένα συνέδριο πάνω σε κάποιο απ’ τα πολλά θέματα του θεάτρου, της πολιτιστικής παράδοσης, των αλλοτριώσεων και των διαβρώσεων που ασκούνται στον πολιτισμικό υπόβαθρο του πληθυσμού. Ποτέ δεν πήρε κάποια θέση στα προβλήματα της θεατρικής παιδείας, της παιδείας γενικότερα, ποτέ δεν επενέβη στα προγράμματα των μεγάλων πολιτιστικών διοργανώσεων, στα ρεπερτόρια των κρατικών θεάτρων, ποτέ δεν μετείχε στις ζυμώσεις τις πολιτικομορφωτικές του τόπου. Εξαντλείται η Ένωση των Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών στην πιο ξεκάθαρη και απροσχημάτιστη μορφή ομφαλοσκοπίας. Ποιο είναι το μοναδικό έργο της; Διοργανώνει το θεσμό των ετήσιων βραβείων, θεσμό δημοτικής έμπνευσης και πρωτοβουλίας, που απλώς της ανατέθηκε η διεκπεραίωση της τέλεσής του. Ο θεσμός των βραβείων ωστόσο είναι πλέον αρκετά υποβαθμισμένος, αφού τελούνται κάθε χρόνο άλλοι τρεις ανάλογοι διαγωνισμοί βραβεύσεων, με κύρος ίσως περισσότερο αλλά σαφώς με μεγαλύτερη δημοσιότητα. Το γεγονός πως κάθε χρόνο οι βραβευμένοι και οι υποψήφιοι για τα βραβεία είναι τόσοι πολλοί και τα βραβεία έχουν πια μειωμένη σημασία, αυτό δεν είναι το χειρότερο απ’ όσα ο συγκεκριμένος θεσμός επιφυλάσσει για την Ένωση.

Χαρακτηριστικός είναι κάθε χρόνο ο ανταγωνισμός των μελών που θα αποτελέσουν της επιτροπές των βραβεύσεων, ένα είδος σκληρών και επίμονων διεκδικήσεων, με δυσαρέσκειες, καταγγελίες, εχθρότητες. Η επιλογή των μελών των επιτροπών είναι στην ευχέρεια αποκλειστικά του διοικητικού συμβουλίου, δηλαδή κυρίως του προέδρου και θα μπορούσε να γίνεται – η και γίνεται - μέσο επηρεασμού, δελεασμού, ανταποδοτικότητας, δηλαδή συναλλαγής.

Και περί του βραβείου ολίγα ακόμη. Πως μπορεί να θεωρηθεί έγκυρο ένα βραβείο θεατρικού έργου, σκηνοθεσίας η υποκριτικής όταν έχουν φθάσει ν’ ανεβαίνουν κάθε χρόνο στις αθηναϊκές σκηνές 500 παραστάσεις και ερμηνεύουν ρόλους 3000 με 4000 ηθοποιοί; Πόσες προλαβαίνει να δει μια επιτροπή; Ακόμα κι αν ένα μέλος της παρακολουθεί δυο παραστάσεις τη βδομάδα ανελλιπώς επί έξη μήνες (θεωρητικά, γιατί πρακτικά είναι μάλλον αδύνατο) θα προλάβει να δει μόνο 48 παραστάσεις και μόνο στην Αθήνα. Δηλαδή το 15% του συνόλου. Υποχρεωτικά συνεπώς οι επιτροπές περιορίζονται στις παραστάσεις όχι των αθηναϊκών θεάτρων αλλά των κεντρικών τετραγώνων. Τα αναφέρω όλα αυτά για να τονίσω πως σ’ αυτήν την συγκυρία και με την ευκαιρία του νέου συμβουλίου που θα προκύψει απ’ την επικείμενη εκλογή, είναι απαραίτητο τα βραβεία της Ένωσης να αναμορφωθούν θεσμικά, να αναβαθμιστούν ώστε να καταστούν από κάθε άποψη ακαταγώνιστα και υπέρτερα.

Είναι αναμφισβήτητο πως η ελληνική κοινωνία διέρχεται από μια δεινότατη καμπή και οι εκλογές στην Ένωση, που γίνονται τώρα ακριβώς έχουν πολύ μεγάλη σημασία. Αν η Ένωση Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών πρόκειται να παραμείνει το ίδιο απαθής, αμέτοχη στρουθοκαμηλίζουσα και να αλληλοσπαράσσεται για τα οφίτσια, τις διακρίσεις τους τίτλους και τις σφραγίδες, τότε σε κανέναν δεν χρειάζεται και είτε παραμείνει, είτε διαλυθεί κανέναν δεν θα πονέσει.

Νομίζω ωστόσο πως όχι μόνο έχει ρόλο κοσμογονικό να διαδραματίσει αλλά και χρέος εθνικό αρκεί να αποκτήσει μια ηγεσία ικανή και δυνάμενη με το ηθικό και κοινωνικό κύρος που θα της εξασφαλίζει μια αξιοσέβαστη έξωθεν μαρτυρία. Αν όμως παραμείνει η διοίκηση νοοτροπίας Λουκάκου και κυριαρχήσουν μικροπολιτικές πρακτικές, αντιθέσεις, συγκρούσεις, διαγκωνισμοί, χωρίς όραμα και δημιουργική προοπτική, θα βυθιστεί από την αφάνεια- θα παραμείνει βυθισμένη, είναι πιο σωστό να πούμε - που βρίσκεται τώρα, στην ανυπαρξία. Αν απ’ τις εκλογές της 15ης Δεκεμβρίου προκύψει διοίκηση νοοτροπίας Λουκάκου θα είναι οπωσδήποτε ένα αρνητικό και απαισιόδοξο αποτέλεσμα. Ίσως και μοιραίο για το μέλλον της Ένωσης, με την διπολική μορφή που την γνωρίζουμε μέχρι τώρα. Και το ελπιδοφόρο ποιο θα ήταν; Να εξαλειφθεί, να αποτραπεί η διάρκεια αυτών των αντιλήψεων και να αποτραπεί η διασπαστική τάση που κυοφορείται. Με ποιο εναλλακτικό σχήμα; Ευτυχώς υπάρχει και είναι ευδιάκριτο. Οι τέσσερεις συνάδελφοι, οι τρεις νεαρές κυρίες της Αθήνας και ο πανεπιστημιακός δάσκαλος της Θεσσαλονίκης, που αυτοστρατεύθηκαν ως το αντίπαλο δέος, αξιέπαινοι για την προσφορά τους με πείθουν πως θα μπορέσουν να σηκώσουν το βάρος μιας κοινωνικής και ηθικής αναμόρφωσης της Ένωσης. Ο καθηγητής κ. Πατσαλίδης – μέλος και του παρόντος διοικητικού σχηματισμού - ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη κι αυτό ίσως είναι κώλυμα – όχι αξεπέραστο, όπως βάσιμα πιστεύεται - για να αναλάβει αυτός τα ηνία της Ένωσης. Προκειμένου για τις συναδέλφους Μουνδράκη, Πετάση και Προύσαλη που διαθέτουν τη βούληση και προσφέρονται πλαισιώνοντας τον Πατσαλίδη, δημιούργησαν μια εστία αντίστασης θεατρικών κριτικών απέναντι στην κακοδαιμονία Λουκάκου, όχι επειδή διακατέχονται από πάθος εξουσίας. Για την πιθανότητα να συγκεντρώσει μια εξ αυτών την πλειοψηφία για το αξίωμα του προέδρου, θεωρώ πως η κ. Ειρήνη Μουνδράκη πρωτίστως, είναι μετριοπαθής και έχει διοικητική εμπειρία, επιστημονικό κύρος, διεθνή επαγγελματική καταξίωση και το κυριότερο, πολυετή θητεία ως κριτικός θεάτρου, έχει δηλαδή όλα όσα χρειάζονται για να εκπροσωπήσει το κλαδικό όργανο των θεατρικών κριτικών, τόσο μέσα στη χώρα όσο και στις διεθνείς συναντήσεις.

Δεν είναι ωστόσο περιττό να υπογραμμίσω ακόμα μια υποψηφιότητα που θα μπορούσα να χαρακτηρίσω ως απολύτως κατάλληλη και ιδανική. Θεωρώ τον καθηγητή Δημήτρη Τσατσούλη πρόσωπο κατάλληλο για πρόεδρο της Ένωσης, δεδομένου ότι διαθέτει ένα επιβλητικό βιογραφικό, μια προσωπική συγκρότηση και μια βαρύνουσα πνευματική προσωπικότητα. Ειδ’ άλλως, αν οι μεθοδεύσεις που ήδη αναπτύσσει η διοίκηση Λουκάκου για να διατηρηθεί στην εξουσία, καρποφορήσουν το μόνο που έχω να ευχηθώ είναι τουλάχιστον να εγκαταλείψει την απολύτως αντιδημοκρατική και αντιδεοντολογική γραμμή που ακολουθεί. Ειδ’ άλλως, πολύ φοβάμαι πως η Ένωση η θα διασπαστεί, με ολέθριες συνέπειες για τους μουσικοκριτικούς η θα συρρικνωθεί από την απαρέσκεια των θεατρικών κριτικών οι οποίοι η θα αποχωρήσουν η θα παραμείνουν σε απόλυτη αδιαφορία, αφού θα συνειδητοποιήσουν πως τελούν σε καθεστώς ομηρείας για να εξασφαλίζονται τα προσχήματα να υπάρχει ο Λουκάκος ως πρόεδρος μιας κατ’ επίφαση Ένωσης Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών.

Πρέπει να γίνει συνείδηση στον καθένα μας και να αντιληφθούν όσοι στηρίζουν την νοοτροπία Λουκάκου πως υφαίνουν μέλλον δεινό και πως η ενδεχόμενη επανεκλογή και εφ’ όσον δεν εγκαταλειφθεί η ανεξέλεγκτη εξουσία, δεν θα μεταβληθεί σε τίποτα το μέλλον και η θέση της Ένωσης μέσα στη σύγχρονη κοινωνία και πως απλώς θα δώσουν μια παράταση μέχρις ότου οι επερχόμενες αναμοχλεύσεις εξαφανίσουν ολοκληρωτικά ένα ματαιόσπουδο, ματαιόδοξο και περιττό σωματείο.


Δεν είναι πια προνόμιο και χώρος άβατος η θεατρική κριτική

Με τρεις θεατρικές κριτικές σημαδιακών επιλογών

Συννεφιασμένη Παρέλαση

Συννεφιασμένη Παρέλαση
Ένα κόκκινο βελούδινο πανί καταλήγει σε ένα βάθρο με δυο νέα παιδιά να στέκουν αμήχανα πάνω του. Από τα ηχεία ένα σπαρακτικό αλβανικό μοιρολόι. Δεξιά και αριστερά στον τοίχο κρεμασμένες δυο παραδοσιακές στολές. Με αυτή την εικόνα άνοιξε η Παρέλαση της Λούλας Αναγνωστάκη σκηνοθετημένη από τον Ενκε Φεζολάρι. Ο αλβανικής καταγωγής ηθοποιός φαίνεται πως είχε πολλά να πει στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα. Γιαυτό ενδεχομένως να φόρτωσε στην παράσταση περισσότερα ευρήματα από όσα χρειαζόταν. Παρ’ όλα αυτά το εξαιρετικά ενδιαφέρον πρώτο δείγμα σκηνοθεσίας του δημιουργεί προσδοκίες για το μέλλον. Καθοδήγησε τους ηθοποιούς του αφαιρετικά – ενδεικτικό είναι ότι το μεγάλο παράθυρο από το οποίο τα δυο αδέλφια παρακολουθούν την παράσταση απουσιάζει εντελώς από το σκηνικό – και συμβολικά. Για παράδειγμα, στη θέση του κλειδιού του σπιτιού, μέσα στο οποίο βρίσκονται κλειδωμένα τα δυο παιδιά, εμφανίζεται ένα όπλο, ενώ, στη σκηνή που κοιτάζουν έξω απ’ το παράθυρο και περιγράφουν ό,τι βλέπουν να συμβαίνει στην πλατεία, έχουν δεμένα τα μάτια τους με μαντήλια. Για μια ώρα οι δυο ηθοποιοί του , η Βασιλική Τρουφάκου και ο Μάνος Καρατζογιάννης, δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους. Στο τέλος της παράστασης όταν όλα πια έχουν καταλυθεί, ακούγεται η «Συνεφιασμένη Κυριακή» του Τσιτσάνη. Πόσο ταιριαστή με την κατασπαραγμένη εθνική μας υπερηφάνεια! Πόσο έντεχνα καταφέρνει αυτή η παράσταση ως το τέλος να φέρνει μπροστά στα μάτια μας όσα συμβαίνουν μέσα μας και γύρω μας. Ο Ένκε Φεζολάρι, χωρίς να ορίζει συγκεκριμένο τόπο (στη διάρκεια της παράστασης ακούγονται παραδοσιακά τραγούδια από κάθε γωνιά της Ελλάδας) , ούτε συγκεκριμένο χρόνο, θέλει να καταγγείλει την εκούσια απομόνωση από τα κοινά λόγω αδιαφορίας η φόβου ως καταστροφική πράξη. «Η απόγνωση και η βία, οι ζωές μας που μυρίζουν κάτουρο στην Ομόνοια», σημειώνει χαρακτηριστικά. Στον κάτω χώρο του Θεάτρου του Νέου Κόσμου, σαράντα έξι χρόνια μετά τη συγγραφή του και την πρώτη παρουσίασή του (από το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν), το αγέραστο κείμενο της Λούλας Αναγνωστάκη παίρνει ξανά σάρκα και οστά, γίνεται ξανά καινούργιο και σημερινό. Παρουσιάζεται από νέους και απευθύνεται κυρίως σε νέους και γίνεται η αφορμή να το (ξανα)γνωρίσουμε, να (ξανα)γοητευτούμε και να (ξανα)προβληματιστούμε.

Η Ολγα και οι νεοέλληνες


Μαζί με άλλους 30 βρεθήκαμε σε ένα δωμάτιο προχθές βράδυ. Και κόπηκε κι η δική μας ανάσα μαζί με της νεαρής Ολγας, θύματος τράφικινγκ. Ξεκαρδιστήκαμε κι εμείς μέχρι δακρύων με τα κλισέ αστεία του νεοέλληνα. Και τελικά αποχωρήσαμε μουδιασμένοι, καθώς προηγουμένως είχαμε αντικρίσει κατάμουτρα όλη τη σαπίλα της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και αυτήν που κρύβει ο καθένας μας ανεξαιρέτως μέσα του. Η αφορμή ήταν δύο σύντομες (ωριαίες) θεατρικές παραστάσεις. Ελλήνων συγγραφέων. Του Γιάννη Τσίρου, που με τα «Μάτια τέσσερα» στο υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης πρόπερσι είχε αποκαλύψει τη διαφθορά πολιτικής, νομοθετικής, εκτελεστικής εξουσίας σε όλο της το μεγαλείο, ρίχνοντάς μας μια «γροθιά στο στομάχι». Αλλά και της Λένας Κιτσοπούλου που με τη «Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α.» της πρόπερσι μας είχε φέρει αντιμέτωπους με τα βασανιστικότερα υπαρξιακά μας ερωτήματα. Με χιούμορ και τη λυτρωτική λαϊκή μουσική.

Το ίδιο έκαναν και τώρα, που κλήθηκαν από το Εθνικό μας Θέατρο να γράψουν για το διεθνές πρόγραμμα «Emergency Entrance» με θέμα προκαθορισμένο. Τον Ξένο. Ο Γιάννης Τσίρος με την «Αόρατη Ολγα» μίλησε για μια αληθινή ιστορία. Η Λένα Παπαληγούρα στο ρόλο της νεαρής μετανάστριας απέδειξε πως, αν και νεότατη, είναι ικανή για ώριμες ερμηνείες. Ο Γιώργος Παλούμπης ενορχήστρωσε έξυπνα τις εισόδους και τις εξόδους, τα φλας μπακ και τις αφηγήσεις των υπόλοιπων ερμηνευτών. Των εξαιρετικών Βασίλη Καραμπούλα (πελάτης, δικαστής, γιατρός), Γρηγόρη Γαλάτη (αστυνομικός, μαστροπός) και Γιώργη Τσουρή (φίλος), που με τα αστραπιαία περάσματα από τον έναν ρόλο στον άλλο, έδωσαν ανάγλυφα το σκηνικό της διαφθοράς της ελληνικής κοινωνίας. Είναι οι ίδιοι ηθοποιοί που λίγο αργότερα μεταμορφώθηκαν σε πληκτικούς νεοέλληνες ή καλύτερα Ελληναράδες που υποδέχονται στο σπίτι τους έναν τουρίστα (απολαυστικός και εδώ ο Γρηγόρης Γαλάτης). Από το «Αούστρας ή Αγριάδα» της Λένας Κιτσοπούλου περνούν όλα τα κλισέ για την Ελλάδα, τα ντολμαδάκια και τη ζεμπεκιά, την Ακρόπολη, τα νησιά, την υπεροχή της ελληνικής γλώσσας έναντι των άλλων. Η σκηνοθεσία του Γιάννη Καλαβριανού απογείωσε το αποτέλεσμα. Ακόμη κι όταν στο τέλος η κατάσταση παρεκτρέπεται στο σουρεαλιστικό, καταδεικνύοντας όμως και πάλι τη στρέβλωση και την παθογένεια της κοινωνίας μας. Ειδικά σήμερα.

Στημένη φωτογραφία με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, τον Νίκο Καραθάνο και τον Γιάννη Βογιατζή δεξιά

Στημένη φωτογραφία με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, τον Νίκο Καραθάνο και τον Γιάννη Βογιατζή δεξιά
"Θέλω να έχεις ένταση..Δυναμισμό!" Οι εκφράσεις των δύο ηθοποιών χαρακτηριστικές

Η αφεντιά μου στα ορεινά του θεάτρου της Επιδαύρου

Οι Μεγάλοι της Ανθρωπότητας

Οι Μεγάλοι της Ανθρωπότητας

Ολίγα για το Κονκλάβιο των ειδημόνων και η παρουσίαση ενός νέου κριτικού


Είναι θεμιτό, γόνιμο και δημιουργικό, όσοι μπαίνετε σ’ αυτό το blog άλλοτε να συμφωνείτε κι άλλοτε να διαφωνείτε με τις απόψεις που εκφράζονται. Υπάρχουν διαφορές αντιλήψεων, πώς να γίνει; Σ’ αυτές τις διαφορές στηρίζεται το προχώρημα της ανθρωπότητας και ο πολιτισμός της. Οι κριτικοί έχουμε συμβιβαστεί μ’ αυτό το γεγονός και δεν μας γεννάται ζήτημα αν η άποψή μας για μια παράσταση δεν συμφωνεί με την άποψη του τάδε η του δείνα συναδέλφου. Θα μπορούσε να ονειρευτεί κάποιος, κάποτε να γίνονται ειδικές συγκεντρώσεις όπου οι κριτικοί θα συζητούν μεταξύ τους για αισθητικά θέματα. Να μπορεί να ακούει ο απλός άνθρωπος τους σοφούς του θεάτρου να διαφωνούν η να συμφωνούν, να επιχειρηματολογούν και να αντικρούονται με θέμα μια παράσταση. Να αναλύουν ένα κοινωνικό φαινόμενο που να άπτεται του θεάτρου η μιας πλατιάς μερίδας θεατρικών έργων, ή προσανατολισμών της νεοελληνικής δραματουργίας, και η άποψη του κριτικού να μην περιορίζεται στα πλαίσια μιας στήλης , να μην κλειδώνεται ερμητικά με θεωρητικολογίες και να μην στεγανοποιείται με δογματισμούς και αφορισμούς, απρόσβλητη από απορίες και αντιλογίες .

Πόσο πολύτιμο θα ήταν αν καθιερωνόταν κάτι τέτοιο. Αν δηλαδή ο κριτικός βρισκόταν υποχρεωμένος να εξηγήσει τα φραστικά του σχήματα, την επιστημονική ορολογία που μεταχειρίζεται, με τα οποία αποθεώνει η κατακεραυνώνει μια παράσταση, να αποδείξει την ακρίβεια των ιστορικών στοιχείων που επικαλείται ως αδιάψευστος και αλάθητος γνώστης. Να αποδείξει την ορθότητα, την ευστάθεια, των θεωριών που διατυπώνει εκ του ασφαλούς και αντιστάσεως μη ούσης, ως μοναδικός παίκτης χωρίς αντίλογο, να εκθέσει τις θέσεις του παρουσία συναδέλφων του, ακροατών και αμφισβητήσεων. Ο καλοπροαίρετος θεατής, αναγνώστης, ίσως να πιστεύει πως στο συλλογικό τους όργανο οι κριτικοί, στην Ένωση Κριτικών Θεάτρου, αυτοί οι ειδικοί, οι αυθεντίες της θεατρικής πράξης και αποτιμητές της αξίας του θεατρικού πολιτισμού, όταν βρίσκονται μεταξύ τους θα συζητούν οπωσδήποτε για τα υψηλά προβλήματα αισθητικής, για τον ρόλο και τις κατευθύνσεις του θεάτρου στο σύγχρονο κόσμο, για τα νέα δεδομένα που θα επηρεάσουν το θέατρο στη συνέχεια του 21ου αιώνα, για τους μεγάλους ερμηνευτές και σκηνοθέτες και θα αναλύουν τις τεχνικές τους.

Σίγουρος ο απλός θεατής για αυτές τις συναντήσεις των δεσποτάδων της θεατρικής λατρείας, κοιμάται ήσυχος.

Ακόμα κι αν φανταστεί ο θεατής, αναγνώστης που λέμε, αν φανταστεί πως οι κριτικοί δεν έχουν χρόνο να συναντιούνται, θα καθησυχάσει σκεπτόμενος πως τουλάχιστον θα έχουν οπωσδήποτε ένα δικό τους κλειστό κύκλο ηλεκτρονικής επικοινωνίας που μέσω αυτού θα ανταλλάσσουν τα υψηλά τους ζητήματα, αυτά που καθορίζουν την πορεία του θεάτρου και αναδεικνύουν τις αξίες. Σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσε να υποθέσει ο εν λόγω καλοπροαίρετος πως οι κριτικοί, γνωστοί πνευματικοί άνθρωποι, καθηγητάδες, εκπρόσωποι της πνευματικής ηγεσίας του τόπου, ασχολούνται με πεζές διεκδικήσεις, πως διαγκωνίζονται, κυριαρχούμενοι από μισαλλοδοξίες διεκδικώντας διακρίσεις που τους εξασφαλίζουν δύναμη, επιρροές και οφίτσια. Όχι, όχι, τίποτα απ’ όλα αυτά ούτε συμβαίνει ούτε και θα το φανταζόταν ο απλός πολίτης. Οι θεατρικοί κριτικοί στέκουν στο ύψος της εικόνας που έχει δημιουργήσει ο καλοπροαίρετος αναγνώστης τους. Και μπορεί να μείνει ήσυχος πως η Ένωση των Θεατρικών Κριτικών έχει επίγνωση πως είναι ένα πνευματικό σωματείο και όλοι εκεί μέσα συναισθάνονται τον θανάσιμο κίνδυνο που διατρέχει ο ελληνικός πολιτισμός, η αξιοπρέπεια του έθνους και οι ελληνικές αξίες.

Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά νέοι κριτικοί προστίθενται στους παλιούς και για του λόγου το ακριβές σημειώστε παρακαλώ το όνομα του Κώστα Σαμάντη που τον εντόπισα με τακτικές δημοσιεύσεις στην εφημερίδα «Ρήξη», στο περιοδικό «Αρδην» και τακτικότερα στο site «Υμηττός – Υψίπολις». Συνδέεται με την θεατρική δραστηριότητα του Υμηττού και αν δεν πρόκειται για συνωνυμία ήταν και υποψήφιος Δήμαρχος του. Είναι γνώστης του θεάτρου (πιθανόν να αναμειγνύεται στα τεκταινόμενα του «Π.Ο.Υ») και τα γραφτά του δείχνουν εμπειρία της σκηνικής πράξης. Υπολογίζω πως τα κριτικά του σημειώματα θα πρέπει να ξεπερνούν τα πενήντα αλλά τα πολιτικά και θεωρητικά του άρθρα είναι πολύ περισσότερα. Δείχνει πως κατέχει γερή θεωρητική κατάρτιση, απόφοιτος της φιλοσοφικής ίσως, κάνει ρεαλιστικές προσεγγίσεις και έχει ύφος γραφής κατανοητό και ευπρόσιτο. Δεν μπόρεσα να συγκεντρώσω περισσότερα στοιχεία και δεν βρήκα καμιά φωτογραφία του. Τα περισσότερα ας μου τα στείλει. Συνεπής με το χρέος μου προσθέτω το όνομά του στις στήλες των νεοεμφανιζόμενων κριτικών. Καλόδεχτος

Γιώργος Χατζηδάκης

Υπηρέτης Δυο Αφεντάδων. ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης

Υπηρέτης Δυο Αφεντάδων. ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης

Η Ιωάννα Κλεφτόγιαννη και η κριτική του "Υπηρέτη δύο αφεντάδων" του ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης

Θεατρικοί κριτικοί: είδος σε υπερεπάρκεια

Οι θεατρικοί κριτικοί πληθύνονται όπως η άμμος της θαλάσσης. Είναι από τα επαγγέλματα που δεν χρειάζεται να απελευθερωθούν διότι είναι από χρόνια αμπέλι ξέφραγο. Ακόμα και με ελάχιστα εφόδια, ανέκαθεν, τρύπωνε στο αμπέλι ο καθένας, πόσο μάλλον τώρα που οι σχολές θεατρολογίας εφοδιάζουν τους μνηστήρες και με το χρυσόβουλο της αναντίρρητης αυθεντίας και παράγουν αβέρτα. Θεατρολόγος, σου λέει ο άλλος και νοιώθει το δέος του αδαούς μπροστά στον ειδήμονα. Κατά την άποψή μου ωστόσο είναι να «το ‘χεις», γιατί αν δεν «το ‘χεις» πενήντα διπλώματα δεν σε κάνουν κριτικό και μάταια πελεκάς και ταλαιπωρείς, όχι μόνο αυτούς που σε διαβάζουν, για να καταλάβουν τι γράφεις και τι εννοείς, αλλά και τους άτυχους ηθοποιούς που τους βγήκε η ψυχή να πιάσουν κάτι απ’ το ρόλο κι έρχεσαι εσύ φρέσκος, φρέσκος και άνετος και διαγράφεις μονοκοντυλιά όλη τους την προσπάθεια.

Είναι να «το ‘χεις»

Είναι λοιπόν να «το ‘χεις», είτε τέλειωσες τρακόσια πανεπιστήμια, είτε βγήκες απλώς απ’ την εξώπορτα του Λυκείου. Και για να μην παρεξηγηθώ, όπως έχει συμβεί πολλές φορές, σπεύδω να ξεκαθαρίσω πως αναγνωρίζω σε πολλούς θεατρολόγους ευθυκρισία, οξυδέρκεια και γραφή αξιόλογη και αδιάλειπτα τους παρακολουθώ, όπως και πολλούς άλλους ομοίων πτυχίων, με μάστερ και περγαμηνές, που δεν ξέρουν που πάνε τα τέσσερα από θέατρο και γράφουν σπουδαιολογώντας. Αντίστοιχα, υπάρχουν καλοί και κακοί κριτικοί που έχουν θητεύσει μόνο στην εμπειρία. Στην εμπειρία της σκηνικής πράξης, είτε ψήθηκαν στο καμίνι καλλιτεχνικού ρεπορτάζ, είτε – σπάνιο αυτό – και στα δύο. Αυτή η περίπτωση είναι η Ιωάννα Κλεφτόγιαννη που καταγράφεται στις κάλλιστες περιπτώσεις της κατάταξης των εμπειρικών.

Η Ιωάννα Κλεφτόγιαννη

Με γονείς ηθοποιούς, τον Κώστα Κλεφτόγιαννη και την Αταλάντη Κλαπάκη, η Ιωάννα γαλουχήθηκε με θέατρο. Όπως είναι φυσικό οι πρώτες της ανάσες ήταν από ποικίλα μίγματα θεατρικής ατμόσφαιρας . Τα έργα, οι πρόβες, τα γυρίσματα του πατέρα, που ήταν ένας πολυζήτητος ηθοποιός στην τηλεόραση της δεκαετίας του ’80, η συμμετοχή του στις διανομές του Εθνικού, οι σκηνοθετικές ευθύνες της μητέρας που υπήρξε η δημιουργός του μαρουσιώτικου θεάτρου «Αθμόνιο», με μεγάλη ιστορία δράσης. Εύκολα καταλαβαίνει ο καθένας η Ιωάννα Κλεφτόγιαννη με τι θεατρικές υποδομές μπήκε στο χώρο της δημοσιογραφίας. Ήξερε πράγματα που πενήντα πανεπιστήμια δεν θα της τα εφοδίαζαν. Μόνο άνθρωποι του θεάτρου μπορούν να καταλάβουν τι εννοώ. Για να βοηθήσω ωστόσο περιορίζομαι να σημειώσω πως απ’ τα πολύ βασικά της θεατρικής εμπειρίας είναι η ψυχολογία και η συμπεριφορά των ηθοποιών ενός θιάσου στη διαδικασία των δοκιμών μιας παράστασης. Ποιος τα διδάσκεται αυτά αν δεν τα νοιώσει να τον αγγίζουν;

Εχει γράψει κι έχει γράψει...

Αστρονομικούς αριθμούς λέξεων έχει γράψει μέχρι σήμερα η Ιωάννα στα σχόλια, τα ρεπορτάζ, τις ειδήσεις τις συνεντεύξεις που έχει δημοσιεύσει στην εφημερίδα της. Βίωσε πράμματα και θάμματα και συμπεριστράφηκε στις δίνες μιας κοσμογονικής δεκαετίας. Εντοπίζοντας τα αμιγώς κριτικά κείμενα της την καταλογίζουμε στα τεφτέρια των πιο καθαρόαιμων κριτικών, με όλα τα δικαιώματα πιστοποιημένα και με συνημμένο το πιο πρόσφατο κριτικό της κείμενο. Και εδώ δυο λόγια για το Κρητικό θέατρο, το ΔΗΠΕΘΕ της Μεγαλονήσου που τα δέκα τελευταία χρόνια, με τη διεύθυνση του Μιχάλη Αεράκη ταξιδεύει ωραία και σταθερά και συντηρεί το πνεύμα του θεάτρου στη γη που γέννησε τον Χορτάτζη και τον Κορνάρο. Για τη φετινή παράσταση του «Υπηρέτη δύο αφεντάδων» δίνουμε το λόγο στην Ιωάννα και μεταφέρουμε απ’ την «Ελευθεροτυπία» την κριτική της

Η κριτική για τον "Υπηρέτη δύο αφεντάδων" απ’ το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης

Είχε κέφια ο Γιάννης Κακλέας όταν έστηνε για το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης τον «Υπηρέτη δύο αφεντάδων» του Γκολντόνι. Από τις περιπτώσεις που πραγματικά δεν θλίβεσαι για τη φτώχεια στα μέσα και την αισθητική ούτε για την κατάντια και το χαμηλό ερασιτεχνικό επίπεδο ενός δημοτικού περιφερειακού θεάτρου. «Διαβασμένος» κι ευφάνταστος ο σκηνοθέτης, χωρίς να παρεκτραπεί σε ακρότητες, έχτισε μια εύληπτη, άμεση και γρήγορη «κατασκευή», που αποδίδει τον Γκολντόνι και το πνεύμα του με σύγχρονο τρόπο. Πλούσια, καλόγουστη και χορταστική παραγωγή, με επικεφαλής, ως Τρουφαλντίνο, τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο, που δείχνει να κινείται σε οικεία λημέρια με μεγάλη άνεση. Ευτυχεί να έχει δίπλα του ισόπαλους συμπαίκτες, σε έναν θίασο «δεμένο», με προεξάρχοντες τον Αλέξανδρο Μυλωνά, τη Φαίη Ξυλά, τον Κίμωνα Φιορέτο και τον Γιώργο Χρυσοστόμου.

Η πρύμνη ενός σιδερένιου ιταλικού πλοίου, με τη νέον επιγραφή «Hotel», και αρκετά ανοίγματα-παραθυράκια και πόρτες είναι το κυρίαρχο σκηνικό του Μανόλη Παντελιδάκη, που αποδεικνύεται λειτουργικό, ακριβώς όπως και τα βίντεο, στα παιχνίδια των μεταμφιέσεων και τις ακροβασίες του Τρουφαλντίνο. Έξυπνες οι χορογραφίες σε slow motion αλλά και rewind του Κυριάκου Κοσμίδη στη σκηνή του σερβιρίσματος των δύο αφεντάδων με τα χιλιάδες πιάτα. Σε μερίδα του κοινού ξενίζουν οι εμβόλιμες χορογραφίες-ιντερμέτζα των Βενετσιάνων καρναβαλιστών. Νεύρο, ρυθμός και κέφι δίνουν πάντως τον τόνο σε μια καλοκουρδισμένη παράσταση, που σε κάνει για λίγο να ξεχνάς και την κρίση και τα πρόβληματά σου. Μια γερή ανάσα.

Ιωάννα Κλεφτόγιαννη

Μικρά Διονύσια απο το ΚΘΒΕ στην Επίδαυρο

Μικρά Διονύσια απο το ΚΘΒΕ στην Επίδαυρο
Ένα απ' τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία της παράστασης Μικρά Διονύσια του ΚΘΒΕ ήταν ο Χορός με τους αλλεπάλληλους μετασχηματισμούς. Χορογράφος ο Κώστας Γεράρδος, μουσική του Γιώργου Χριστιανάκη, τα εξαιρετικά πολυμορφικά κοστούμια της Έρσης Δρίνη και το υποβλητικό βραχώδες τοπίου της σκηνογραφίας της Λίλης Πεζανού. Κριτική της παράστασης στη διπλανή κύρια στήλη.

Η παράσταση του "Ηρακλή μαινόμενου" ευκαιρία να μετρήσουμε τα χάσματα.


Ευκαιρία ιδανική να μετρηθεί το μέγεθος του χάους που χωρίζει το δημόσιο αίσθημα, την γνώμη του μέσου θεατή, με την άποψη του θεωρητικού όπως αυτή εκφράζεται με τη μορφή της θεατρικής κριτικής, είναι η πρόσφατη παράσταση του «Ηρακλή Μαινόμενου» στη σκηνοθεσία και την επεξεργασία του Μαρμαρινού. Πάνω από εκατό γνώμες θεατών εκφράζονται και δημοσιεύονται σε σχετικούς ιστοχώρους και οι αντιρρήσεις τους φτάνουν συχνά στην οργή και την αγανάκτηση. Υπάρχουν βέβαια και θετικές κρίσεις η και συμβιβαστικές, η πλειονότητα όμως ξεπερνάει το 80 %. Χαρακτηριστικά αναδημοσιεύω μια γνώμη που την συνέλεξα από χώρο ψηφιακών εκφράσεων. «Μόλις γύρισα από την Επίδαυρο όπου είχα πάει για την παράσταση. Δυστυχώς δεν έχω να πώ θετικά πράγματα. Μου άφησε τις χειρότερες εντυπώσεις. Δεν ξέρω ή τουλάχιστον εγώ δεν μπόρεσα να πάρω το μήνυμα που ήθελε ο σκηνοθέτης του έργου. Λυπάμαι για αυτό που λέω αλλά ήταν τόσο κουραστικό που δεν άντεξα να δώ ούτε μέχρι την μέση της παράστασης. Και το κυριότερο ήταν ότι πολύς κόσμος έκανε το ίδιο με μένα. Και οι 8 στους 10 θεατές που ρώτησα είχαν παρόμοια ή χειρότερη άποψη από τη δική μου. Λυπάμαι για το Εθνικό θέατρο και για το Φεστιβάλ Επιδαύρου. Και για τους ηθοποιούς που ήταν υποχρεωμένοι να ακολουθήσουν μία τόσο κακή και άστοχη σκηνοθεσία. Georgia Tournaki» . Κι άλλα εκατό τέτοια.

Άρνηση λοιπόν καθολική και πανταχόθεν. Και δεδομένης της πάνδημης αγανάκτησης τι πρέπει να κάνει ο θεωρητικός; Να αναιρέσει την άποψή του; Πως μπορεί να αξιοποιηθεί η προαναφερόμενη ευκαιρία; Αφού το χάος μετρηθεί και βρεθεί μεγάλο, ο αισθητικός που ανάλωσε πολλά χρόνια για να φτάσει διαμορφώνει την άποψη που εκφράζει, να αλλάξει πορεία και να βάλει νερό στο κρασί του προσπαθώντας να συμβιβάζεται με την κοινή γνώμη; Όχι βέβαια. Άλλο είναι αυτό που θα πρέπει να ελπίσουμε και να ευχηθούμε. Να προσθέσει ο θεωρητικός του θεάτρου και το δεδομένο της διάστασης του με τον κόσμο, στην ύλη των γνώσεων του. Να λάβει υπ’ όψη του πως το θέατρο είναι έργο των ανθρώπων, απ’ αυτούς εκπορεύεται και σ’ αυτούς απευθύνεται. Πως κι αυτός ο ίδιος επιστήμονας του λαού είναι, όπως και το αντικείμενο της επιστήμης του και να βρει τον τρόπο να μην αποκόβεται από το σύνολο και να βλέπει λίγο και με τα μάτια και τα αισθητήρια του συνόλου. Να αναλογιστεί λίγο και το μέλλον. Που θα οδηγηθεί το θέατρο αν επικρατήσει η επιστημονική θεώρηση, η γλώσσα της φυλής των θεωρητικών, αν στα έργα και στις παραστάσεις κυριαρχήσει η σημειολογία, η αναζήτηση των προεκτάσεων, των συμβολισμών και των αλληγοριών. Θα είναι το τέλος της μέθεξης και του αισθήματος. Θα είναι η κυριαρχία του στείρου εγκεφαλισμού.

Η συγκεκριμένη παράσταση είναι ευκαιρία και για να δούμε μια ακόμα φανερή πραγματικότητα. Πως οι πολλές και εξαντλητικές παραστάσεις αρχαίου δράματος έχουν οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Εξωθούνται οι σκηνοθέτες να μετέρχονται λύσεις, να εφαρμόζουν πρωτοτυπίες, να επινοούν συνθέσεις αταίριαστες και οι θεωρητικοί να τους εξωθούν σε ανοίκειες ακρότητες, σε ακροβατισμούς που προσβάλουν τους ίδιους, το έργο και το κοινό και φυσικά ζημιώνουν το θέατρο σε μια εποχή που ο κόσμος το ‘χει ανάγκη για να εκκλησιαστεί στη λατρεία του, να κοινωνήσει ιδέες και σκέψεις και αισθήματα. Ναι, το αρχαίο δράμα πρέπει να ησυχάσει. Να σταματήσει η σπατάλη και η εκμετάλλευσή του. Έγιναν κι άλλοι πόλεμοι εκτός απ’ τον τρωικό και πολλοί άλλοι νεότεροι μυθολογικοί κύκλοι περιμένουν χρόνια τώρα τη σειρά τους. Αυτό το τείχος το απροσπέλαστο, που στήνεται κάθε χρόνο με τις ξεχειλωμένες πια αρχαίες τραγωδίες, εμποδίζει νέους συγγραφείς να εμφανιστούν, νέα θεατρικά είδη να ανατείλουν και οι άλλες μεγάλες στιγμές της ρωμιοσύνης να γίνουν έργα και να προσφερθούν στους ανθρώπους. Μέσα στις ευθύνες και στα καθήκοντα των θεωρητικών κι αυτό.

Γ. Χατζ.



Ω, θέλω να φανώ πρώτος μάγκας στο ντουνιά.

Δοκιμάζω λέξεις

Δοκιμάζω τη γεύση και την στερεότητα της λέξης ασυδοσία . Την βρίσκω στέρεη και δίκαιη αλλά την βάζω παράμερα για να δοκιμάσω κι άλλες. Πιπιλάω τη θρασύτητα, την αμετροέπεια, την ύβρη, την προκλητικότητα… Ταιριαστές όλες τους κι όσες άλλες μετά απ’ αυτές μου’ ρχονται στο μυαλό αλλά καλύτερα, σκέφτηκα, να μην γράψω σχόλιο ριψοκίνδυνο. Να μη εκτεθώ δηλαδή και εγώ στον κίνδυνο μιας επιθετικότητας σαν αυτή που μου ενέπνευσε την αναγκαιότητα του σχολίου. Ας εξηγηθώ. Έπεσα τυχαία στο διαδίκτυο, πάνω σε μια σειρά κειμένων τον γνωστού πρωταγωνιστή Γιώργου Κιμούλη, κειμένων που περνούν γενεές δεκατέσσερις κάποιους θεατρικούς κριτικούς. Είναι τέτοιο το ευτράπελο ύφος των σχολίων του καλού ηθοποιού που η ανάγνωσή τους μου προκάλεσε ανάμικτα συναισθήματα. Δεν μπορώ να πω πως με «χάλασαν», ούτε όμως και μ’ «έφτιαξαν». Είδα ωστόσο με έκπληξη κάποιον απ’ το αδρανές πλήθος των υποτελών της θεατρικής κριτικής, που τόλμησε να να στραφεί εναντίον της αψηφώντας την εξουσία της.

Στόχος με μαχητικό οίστρο ο Γρηγόρης Ιωαννίδης

Διαβάζοντας όμως παρακάτω διαπίστωσα πως ο τολμητίας ακουμπούσε κάπου γερά τα νώτα του. Εντάξει, το παλληκάρι δεν θα κινδύνευε γιατί ο «μεγάλος» που είχε διαλέξει για στήριξη ήταν βράχος και μάλιστα γρανιτένιος. Και πρώτος παλληκαράς. Από κει και ύστερα κατέγινα να… απολαμβάνω τον λίβελο. Στην αρχή ο Κιμούλης ρίχνεται με μαχητικό οίστρο στον νέο κριτικό Γρηγόρη Ιωαννίδη της «Ελευθεροτυπίας». Δεν επαναλαμβάνω τα σκληρά που του γράφει γιατί τα αστεία χάνουν την αξία τους όταν επαναλαμβάνονται και μάλιστα από κάποιον που δεν έχει το χάρισμα. Το ότι είναι αστήρικτα τα αποδιδόμενα είναι αναμφισβήτητο αλλά σίγουρα καταλογίζονται χάριν παιδιάς.

Δεύτερος στο στόχαστρο ο Γιώργος Σαρηγιάννης

Πιο απολαυστικό είναι ωστόσο το έτερο των σημειωμάτων, το αποτεινόμενο στον κριτικό των «Νέων» Γιώργο Σαρηγιάννη. Εδώ δεν υπάρχει μόνο αλάτι αλλά και μπόλικο πιπέρι και μάλιστα σε φονικές δόσεις. Σ’ αυτό το σημείο με πολιορκούν άλλες λέξεις. Ιδού αυτές: Εμπάθεια, ξεκατίνιασμα, ξεκαθάρισμα λογαριασμών, προσπάθεια διαπόμπευσης. Δεν εξηγείται αλλιώς που ο καταξιωμένος ερμηνευτής μεγάλων ρόλων (Τον θυμάμαι με θαυμασμό στον «Πατέρα» του Στρίνπεργκ ,στην εξαιρετική δική του σκηνοθεσία) που είναι άξιος σεβασμού, να ρίχνεται με τέτοιο σφοδρό πάθος εναντίον δυο κριτικών που με την δημόσια γνώμη τους εκτίθενται ούτως η άλλως. Πολύ περισσότερο που πρόκειται για κριτικούς άξιους, έντιμους, αδιάφθορους, αδέκαστους και αντικειμενικούς, που δεν κάνουν την κριτική τους στήλη, πάγκο για να πουλάνε την πραμάτεια τους και είναι πάνω απ’ όλα γνώστες του αντικειμένου τους.

Ο χώρος της τέχνης δεν πρέπει να εκτίθεται με μαλλιοτραβήγματα

Μια ακόμα λέξη με πιέζει να διακριθεί. Την βρίσκω καταλληλότερη. Πετροβόλημα. Ναι. Ο Κιμούλης σαν ένα προκλητικό και ζωηρό δωδεκάχρονο αγόρι, σαν ανυπότακτο αγυιόπαιδο, θέλει να σπάσει το τζάμι του γείτονα γα να κερδίσει τον θαυμασμό της παρέας. Για να τον θαυμάσουν και να αναγνωρίσουν τη μαγκιά του. Κι έτσι ρίχνει τις πέτρες του. Δεν είναι άκακο χόμπι. Ποιος είπε πως τα «παλιόπαιδα τα ατίθασα» δεν είναι στο βάθος εν δυνάμει δολοφόνοι. Μήπως όμως με λίγη ωριμότητα περισσότερη θα μπορούσαμε να καταλάβουμε πως ο χώρος των ανθρώπων της τέχνης και του πνεύματος δεν πρέπει να υπονομεύεται και δεν είναι σκόπιμο για μας τους ίδιους να τον εκθέτουμε σε λοιδορίες. Προσοχή! Μας ακούνε και μας βλέπουνε.

Γ. Χατζ.


Μαρώ Τριανταφύλλου

Μαρώ

Οι συζητήσεις σε φέρνουν πότε στο ένα θέμα και πότε στο άλλο. Έτσι λοιπόν κουβεντιάζοντας με την καλή μου φίλη και στενή συνεργάτιδα (δεκατέσσερα έργα με τη «Θεώρηση»), Σωτηρία Κολόζου, ηθοποιό πολύ καλή, μουσικό άριστή, που θέλοντας να συμπληρώσει την θεατρική της παιδεία μπήκε στη θεατρολογία της Πάτρας και τελειώνει, τη ρώτησα τι θα κάνουν οι θεατρολόγοι μετά την αποφοίτησή τους. Μου είπε για το ΑΣΕΠ κι ανάμεσα στα άλλα μου ανέφερε πως μερικοί προσανατολίζονται στην θεατρική κριτική. Αισθάνθηκα απορία για την αποκοτιά των νεοσύλλεκτων αυτών διπλωματούχων που πρόκειται να ενσκήψουν, είτε προερχόμενοι εκ Πατρών, είτε από μια απ’ τις άλλες –πόσες; Τέσσερεις; - σχολές που παράγουν αυτό το (παραγωγικό;) είδος. Ο υπερκορεσμένος χώρος και η σκληρή πραγματικότητα είναι βέβαιο πως θα αποθαρρύνουν πολλά απ’ τα φυντάνια αυτά αλλά είναι εξ ίσου βέβαιο πως κάποια θα παραμείνουν κι ίσως διακριθούν. Η ανησυχία που μου εμπνέει αυτό το ενδεχόμενο είναι μήπως ενταθεί ο ανταγωνισμός. Μήπως ανεξαρτήτως της αξίας του καθένας απ’ τους νεοσσούς αυτούς της θεατρικής κριτικής μετακομίσει μαζί με την νεανική του έπαρση και το μένος της επιβολής του. Για την περίπτωση αυτή έχω να τους υποδείξω ένα πρότυπο.

Γυναίκα ευγενούς ήθους και ήπιου προφίλ με ενσυνείδητη στάση απέναντι στο φαινόμενο της δημιουργίας και ευσυγκίνητη προς τις νεανικές προσπάθειες. Αν και καθόλου συνηθισμένα τα χαρακτηριστικά αυτά στο σύγχρονο κόσμο και στους χώρους του ανταγωνισμού και της επικράτησης, εν τούτοις δεν είναι τα καλύτερα που κοσμούν την Μαρώ Τριανταφύλλου. Είναι η απλότητα και ταυτόχρονα η εμβρίθεια του γραπτού της. Είναι η αγάπη της για την ποίηση, τη λογοτεχνία και το θέατρο. Είναι η αγάπη και ο σεβασμός για τους καλλιτέχνες δημιουργούς . Και πάνω απ’ όλα είναι ειρηνική. Αποφεύγει τις συγκρούσεις για να εξασφαλίζει ευνοϊκό κλίμα για να είναι προσφερτική. Θεωρεί δεδομένο πως οι άνθρωποι είναι άδολοι, δίκαιοι, αξιοκρατικοί. Και μ’ αυτόν τον κανόνα πορεύεται. Με αγωνιστική διάθεση ωστόσο, ενταγμένη σε προοδευτικούς χώρους και ταγμένη υπέρ του δίκαιου, του καλού και του ωραίου.

Οι σπουδές της την έχουν εφοδιάσει με πολλές και ακριβές γνώσεις. Φιλοσοφία, Σημειολογία και διδακτορική της διατριβή στην αρχαία Ιστορία με θέμα "Ο θάνατος ως θέαμα και το θέαμα του θανάτου στους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες". Δουλεύει ως φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση. Ένας σεβαστός αριθμός βιβλίων, μυθιστορημάτων κυρίως πλουταίνει την πνευματική της συνεισφορά και έχει κερδίσει θέση ξεχωριστή στα γράμματα. Παράλληλα αρθρογραφεί σε πολλές εφημερίδες και περιοδικά και διατηρεί μόνιμη στήλη θεατρικής κριτικής στην κυριακάτικη εφημερίδα "Εποχή". Κριτικός της θεατρικής δημιουργίας όχι ευκαιριακά και μεταξύ των άλλων αλλά με συνέπεια, συνέχεια, μεθοδικά και με συνείδηση. Έστρεψα το ενδιαφέρον αυτής της παράπλευρης παρούσας σχολιαστικής στήλης στην συνάδελφο Μαρώ Τριανταφύλλου όχι για επιδαψιλεύσεις και άλλες τυπικότητες αλλά με πρόθεση να υπογραμμίσω το ιδιαίτερο γνώρισμα που χαρακτηρίζει. Εσείς που σκοπεύετε να υπηρετήσετε την θεατρική κριτική και έχετε οπωσδήποτε πρότυπο κάποιον απ’ τους λάμποντες αστέρες του είδους, τις επιτυχίες, τις διασυνδέσεις, τα υλικά οφέλη που αποκομίζει απ’ την δικτύωση μέσω της κριτικής του στήλης. Επιδιώξτε να τον φτάσετε και να τον ξεπεράσετε σε όλα. Για το καλό όμως της ηθικής και της αλήθειας, της απλότητας και της εμπιστοσύνης του αναγνώστη στη θεατρική κριτική παρακολουθήστε ανάμεσα στα άλλα και την διαδρομή της Μαρώς Τριανταφύλλου και τα γραφτά της.

Γιώργος Χατζηδάκης

Άννυ Κολτσιδοπούλου. Νομοτελειακό περιστατικό.

Το κενό που άφησε η απουσία του Γιάννη Βαρβέρη, στην κριτική στήλη της «Καθημερινής» καλύφθηκε με την Άννυ Κολτσιδοπούλου. Νομοτέλεια. Τα επίθετα δίκαιο, ταιριαστό, ανάλογο, ισάξιο εδώ κρίνονται περιττά. Διαφέρει η κριτική ιδιοσυγκρασία της Άννας από του Γιάννη, διαφέρει το ύφος της γραφής, ίσως να διαφέρει και σε κάποιες περιοχές η αντίληψη. Μην ξεχνάμε πως η Άννα είναι του θρανίου και ο Γιάννης της εμπειρίας, εκείνη θετικών απαιτήσεων κι ο απελθών ρεαλιστικός μεν, ποιητικός δε. Αυτά ωστόσο είναι διαφορές επιφανείας. Στην ουσία παρελθών και παρούσα συγγενεύουν στην ποιότητα και στο ήθος. Συγκρίνουμε δυο πνεύματα εκλεπτυσμένα, με βαθιά μόρφωση και καλλιέργεια και δυο ανθρώπους του θεάτρου σφυρηλατημένους κοντά στη θεατρική πράξη, γαλουχημένους στα παρασκήνια και στις
ορχήστρες και βαφτισμένους στον έρωτα του θεάτρου.
Ωστόσο η νομοτέλεια που ανέφερα έρχεται από άλλη κοίτη.

Η Άννυ υπήρξε για πολλά χρόνια συνεργάτης του περιοδικού «Γυναίκα» και μάλιστα αρκετά πρίν απ’ τις σπουδές της στη Θεατρολογία της Βιέννης. Κράτησε τη κριτική στήλη του καλού περιοδικού απ’ το ’70, νομίζω και την διατήρησε μέχρι που το έντυπο απορροφήθηκε απ’ την «Καθημερινή» του Αλαφούζου. Το αποτύπωμα της κριτικής της αντίληψης στη θεατρική διαδρομή 40 περίπου χρόνων είναι έντονο και σημαντικό. Η νομοτέλεια ωστόσο τεκμηριώνεται και από ένα άλλο ισχυρό δεδομένο. Μια στενή ιδεολογική συγγένεια και οικογενειακή φιλία συνέδεε την Άννυ με τον Στάθη Δρομάζο, που κρατούσε την κριτική της "Καθημερινής" πριν απ’ τον Βαρβέρη. Αν θυμάμαι καλά ο Δρομάζος είναι αυτός που κατεύθυνε την νεαρή Άννυ στους θεατρικούς της προσανατολισμούς. Κατέλαβε, λοιπόν τη θέση του δασκάλου. Δικαιωμένη πολλαπλά συνεπώς η επιλογή της και απ’ το σημείο αυτό του διαδικτύου ας ευχηθούμε στην παλιά συνεργάτιδα, καλορίζικη η νέα φάση και ας συγχαρούμε την εφημερίδα για την επιτυχία της επιλογής της.

Γ. Χατζ.

ΓΙΑΤΙ Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΚΡΙΤΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ ΣΕ ΥΦΕΣΗ;

Πλούσια τα ελέη της μεγαλοσύνης σου Διόνυσε


Τέτοια και τόση αφθονία παραστάσεων είναι η χαρά του κριτικού. Πλούσια τα ελέη της μεγαλοσύνης σου Διόνυσε. Και τι δεν προσφέρει το μενού του φετινού καλοκαιριού; Αντίστιξη στην ύφεση η υπερπαραγωγή θεατρικών προτάσεων κάθε είδους, για κάθε γούστο και προτίμηση, μια πραγματική ευδαιμονία. Θεατρική βαβυλωνία η πρωτεύουσα, πνιγμένη στα παντοειδή και ετερόκλητα, φεστιβαλικά και ιδιωτικής ευθύνης θεάματα που εκρήγνυνται φαντασμαγορικά σαν βεγγαλικά στον αθηναϊκό νυχτερινό ορίζοντα. Ο νεοεισαχθείς στο λεξιλόγιο μας όρος σόλντ άουτ (sold out) σε καθολική χρήση και πραγμάτωση. Και είναι όλη αυτή η πανδαισία χαρά του κριτικού; Θεωρητικά έτσι θα πρέπει. Αν και δεν υπάρχει καμιά μελέτη η έρευνα σχετική με το ζήτημα της ψυχολογίας του θεατρικού κριτικού, για τις διακυμάνσεις του θυμικού του ,της χαράς η της λύπης του, της οργής η της ευδαιμονίας του, εντούτοις , λογικά κρίνοντας, μέσα σε μια τέτοια ευωχία ο κάθε θεατρικός κριτικός θα πρέπει να ευτυχεί.


Κατηγορίες και διαβαθμίσεις


Σ’ αυτή την ευτυχία και στην συνακόλουθη παραζάλη που προκαλεί ο ενθουσιασμός της αφθονίας, θα πρέπει να αποδώσουμε την κάποια υποβάθμιση που παρατηρούμε στην ποιότητα του γραπτού των περισσότερων κριτικών. Πως αλλιώς να εξηγηθεί; Διαβάζουμε κριτικές βιαστικές, επίπεδες, ρηχές. Μερικές μουντές, με δυσδιάκριτες απόψεις, τυπικές, διεκπεραιωτικές και βαριεστημένες, με σωστές η λαθεμένες κρίσεις, άσχετο αυτό, αλλά το κριτικό τους κείμενο , γιαυτό μιλάμε, άτεχνο. Σε όλων των τεχνοτροπιών τις κριτικές παρατηρείται κόπωση, μια αίσθηση κατήφειας. Όλων τα κείμενα μοιάζουν βαριεστημένα. Θα μπορούσαμε να χωρίσουμε τους θεατρικούς κριτικούς σε τρεις κατηγορίες. Όχι κρίνοντας την αντικειμενικότητα η την οξυδέρκεια τους αλλά με γνώμονα την μορφή της γραφής τους. Πρώτη κατηγορία , οι επιστήμονες του θεάτρου, που τα κείμενά τους αναδίδουν αίσθηση πανεπιστημιακή, τυπολογία δοκιμίου, κώδικα δεοντολογίας και «γλώσσα» δηλωτική του σιναφιού. Δεύτερη κατηγορία η κριτική με την δημοσιογραφική ιδεολογία. Με πρόθεση ούτε να επιδειχθεί, ούτε να διδάξει αλλά σε πρώτο και κύριο επίπεδο να πληροφορήσει . Να ενημερώσει τον αναγνώστη πάνω στα ουσιώδη, στα καίρια και τα κύρια παρακάμπτοντας τα περιττά. Τρίτη κατηγορία οι λογοτεχνικές κριτικές. Αυτές που βρίσκουν ευκαιρία το έργο και την παράσταση για να συνθέσουν γραφή με ποιητικές μεταφορές, καλολογικά στοιχεία, λογοτεχνικές παρομοιώσεις, χωρίς φυσικά να παραμελούν το χρέος της θεατρικής κριτικής.



Μιλάμε για το θαύμα του θεάτρου

Οι περιγραφές των παραπάνω κατατάξεων σπάνια εμφανίζονται ατόφιες. Οι περισσότερες η μάλλον όλες αποτελούν κράματα και προσμίξεις, που ωστόσο δεσπόζουν τα στοιχεία της κατηγοριοποίησης τους. Μέγιστη και βασική προϋπόθεση- «Σιθάσπη, προς θεού να μην λησμονηθεί…» - όλοι οι εμπλεκόμενοι στο λειτούργημα ( πες το κι έτσι, αρέσει σε πολλούς) της θεατρικής κριτικής , είναι να γνωρίζουν θέατρο. Να ξέρουν για τι μιλάνε , συμπεριλαμβανόμενης και της κατασκευαστικής του τεχνικής , του παρελθόντος και παρόντος του. Για την αξία του κριτικού κειμένου έχουν διατυπωθεί αρκετές φορές απόψεις που δεν πρέπει να θεωρούνται πάντα υπερβολικές. Γράφτηκε κάποτε πως ένα κείμενο θεατρικής κριτικής είναι αυτό το ίδιο ένα αυθύπαρκτο έργο τέχνης. Διακρίνεται εδώ μια αυταρέσκεια αλλά οπωσδήποτε μια κριτική πρέπει να μορφώνει και να ανορθώνει το δημόσιο ήθος αρθρώνοντας λόγον ωραίο και καλλιεπή. Ε, λοιπόν, αγαπητοί μου, αυτό χαμήλωσε, κατέβηκε σε επίπεδο φτενής και φτηνής περιγραφής , τυπικής και επίπεδης, πεζής δε, σαν να μην μιλάμε για το θεατρικό θαύμα αλλά για γηπεδικό παίγνιο.



Προφυλάξτε και αγαπήστε το κείμενό σας



Παρατηρήθηκε και συζητείται το χαμήλωμα του επιπέδου της γραφής των θεατρικών κριτικών. Σχολιάζεται πως τώρα τελευταία οι κριτικές είναι σαν να γράφονται στο γόνατο. Γνωστοί κριτικοί, καθιερωμένοι, που έχουν κερδίσει την εκτίμηση του δήμου και των σοφιστών (και όχι ένας ή δυό ) εμφανίζουν φαινόμενα παρακμής. Η γενιά των κριτικών που βρίσκεται τώρα στην πρόσοψη, αυτή ανέβασε το επίπεδο και πλούτισε την κριτική γραφή προσδίδοντας της αξία αποκλειστική και βάρος δοκιμίου η λογοτεχνήματος. Φίλοι κριτικοί του θεάτρου, τιμητές πράξης μεγάλης, σπουδαίας και μαγικής, δεν πρωτεύει η παροτρύνση να μην μεροληπτούμε , (ανθρώπινο είναι) να μην κατασκευάζουμε πλαστές αξίες , αυτό είναι θέμα ήθους, συνείδησης η ατομικής ευθύνης του καθενός. Ας εισακουστεί η προτροπή να αγαπήσουμε το κείμενο μας, να το φροντίσουμε, να το δουλεύουμε σαν ένα έργο τέχνης, ανάλογο με τη δημιουργία που κρίνουμε και να το κάνουμε μέρος του και τεκμήριο του. Οι νέοι που εισέρχονται έχουν ανάγκη υποδειγμάτων και προτύπων. Εξ άλλου σώζουμε έτσι την υστεροφημία μας, που σε επέκταση είναι η ιστορία του θεάτρου. Και το πιο σπουδαίο: η συγκυρία. Σε εποχές δίσεκτες όπως η δική μας κάθε δημόσιος λόγος, κάθε πνευματική παρέμβαση, είναι πράξη ευθύνης.

Γιώργος Χατζηδάκης


Περί κριτικής, με νεύματα απ’ το παρελθόν


Το ανασκάλεμα συρταριών και ντουλαπιών με αρχεία, γραφτά, έντυπα και φωτογραφίες του παρελθόντος συχνά φέρνει ενδιαφέροντα ευρήματα στην επιφάνεια του παρόντος. Ιδού τι ανακάλυψα. Έρευνα του περιοδικού «Θεατρικά» τον Ιανουάριο του 1977 (πριν από 34 χρόνια) με τίτλο ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΘΕΑΤΡΙΚΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ. Με την ευκαιρία που πρόσφατα ανέκυψαν ανάλογες προβληματικές και σε σχετικές εκδηλώσεις που διοργανώθηκαν, ακούστηκαν (και ευκαιρίας δοθείσης γράφτηκαν) κάμποσα, προσφέρω την έρευνα αυτή του μακρινού παρελθόντος με την σημείωση πως συντάκτης της ήταν ο Σπύρος Χατζάρας, συνεργάτης του περιοδικού, σπουδαστής τότε της Σχολής του Εθνικού Θεάτρου και διακεκριμένος δημοσιογράφος αργότερα.

Ιανουάριος 1977
Στη θεατρική ζωή του τόπου μας στάθηκε πάντα σημείο αμφισβήτησης και διαπληκτισμών η θεατρική κριτική.. Οι θιασάρχες, οι ηθοποιοί και γενικά οι δημιουργοί του θεάτρου βρίσκονται με την κριτική, από πολύ παληά, σε διαρκή διαμάχη και αντίθεση. Πολλές φορές, όχι μόνο τα τελευταία χρόνια, κάποιες κριτικές στάθηκαν αφορμή για οξύτατες αντιδράσεις από μέρους των ηθοποιών, που έφτασαν μέχρι ξυλοδαρμό και ανταλλαγή μηνύσεων. Χαρακτηριστικά πρέπει να αναφέρουμε ότι πρόπερσι μόλις κάποιοι θιασάρχες απαγόρευσαν την είσοδο δυο κριτικών στα θέατρα τους. Οι Κριτικοί κατηγορήθηκαν συχνά σαν κομπλεξικοί και στενοκέφαλοι, ενώ μόνιμα τους καταλογίζεται έλλειψη αντικειμενικότητας , εμπάθεια και προκατάληψη. Αυτά απ’ την πλευρά των ηθοποιών. Απ’ την πλευρά των Κριτικών, με απόψεις που έχουν εκφραστεί σε συνεντεύξεις, αποδίδουν στο ρόλο τους μεγάλη κοινωνική σημασία.
Η κριτική βέβαια ιστορικά συνδέεται με την ανάγκη του κοινού για πληροφόρηση από αναγνωρισμένη αυθεντία του τι είναι καλό και τι κακό. Δηλαδή η θεατρική κριτική υπάρχει και συντηρείται από την αποδοχή του κοινού πως του χρειάζεται ένας καθοδηγητής και πως το ίδιο δεν είναι ικανό να καταλήξει για το τι είναι κατάλληλο να δει και τι όχι.
Ποια είναι ωστόσο η πραγματικότητα γύρω απ’ αυτό το ζήτημα;
Σήμερα , ύστερα απ’ τις ραγδαίες κοινωνικές και ταξικές διαφοροποιήσεις, ο ρόλος της κριτικής έχει γίνει πολυσήμαντος. Έχει διαφοροποιηθεί και εξελιχθεί ανάλογα με τις μεταβολές που έγιναν στον ρόλο του θεάτρου στη σύγχρονη ζωή, αλλά και τις εξελίξεις που σημειώθηκαν στη μορφή του ίδιου του θεάτρου. Εξακολουθεί βέβαια η κριτική να επισημαίνει στο κοινό το καλό και το άσχημο, όμως τώρα δείχνει να επιδιώκει έναν διάλογο με τους δημιουργούς. Και επειδή η τέχνη με την πολιτική διασταυρώνονται αρκετά συχνά, ο πολιτικός ρόλος της κριτικής και η σκοπιά απ’ την οποία ατενίζει τα σύγχρονα προβλήματα επιβαρύνουν το ρόλο της σήμερα με αυξημένες ευθύνες. Όλα αυτά – αλλά και πολλές άλλες σκέψεις που θα έχουμε την ευκαιρία να τις εκθέσουμε στο τέλος αυτής της έρευνας, - δείχνουν ότι η ελληνική κριτική επιβαρυμένη με κατηγορίες και αμφισβητήσεις, με ευθύνες και υποχρεώσεις, αμφιταλαντεύεται μέσα σ’ έναν θολό ορίζοντα και παραπαίει ανάμεσα στο τι πρέπει να κάνει, στο τι της ζητούν και στο τι μπορεί αυτή τη στιγμή να προσφέρει.

Αλκιβιάδης Μαργαρίτης και Περσεύς Αθηναίος
Έτσι ξεκινήσαμε αυτή την έρευνα με βασικούς στόχους:

Να δούμε αν η θεατρική κριτική στον τόπο μας έχει ιδεολογικές και αισθητικές αφετηρίες και ποιες είναι αυτές,


Να δούμε αν έχει επιρροή στο κοινό και στους δημιουργούς, δηλαδή αν υπολογίζεται απ’ αυτούς

Αλλά για να προχωρήσουμε στην έρευνά μας είναι απαραίτητο να γνωρίσουμε αυτούς που σήμερα εκφράζουν την θεατρική κριτική από εφημερίδες και περιοδικά της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης.


1/ ΜΠΑΜΠΗΣ ΚΛΑΡΑΣ («Βραδυνή»). Δικηγόρος και δημοσιογράφος. Κρατάει τη στήλη της θεατρικής κριτικής στην εφημερίδα του από το 1947. Τελευταίο έργο του η μελέτη «Ανθρωπιστική ερμηνεία του αρχαίου δράματος» 2/ ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ («Νέα») Απόφοιτος της Νομικής και της Φιλοσοφικής σχολής Αθηνών. Διαδέχθηκε τον Βάσο Βαρίκα στην κριτική στήλη των «Νέων» το 1973 3/ ΣΤΑΘΗΣ ΔΡΟΜΑΖΟΣ («Καθημερινή») Απόφοιτος της Νομικής. Έχει συγγράψει αρκετές μελέτες πάνω στο θέατρο και έχει κάνει αρκετές μεταφράσεις. Κάνει κριτική στην «Καθημερινή» από την επανέκδοση της.
4/ ΜΑΝΩΛΗΣ ΣΚΟΥΛΟΥΔΗΣ («Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»).Μουσικός και μουσικολόγος, θεατρικός συγγραφέας, σκηνοθέτης του κινηματογράφου και μεταφραστής θεατρικών έργων. Γράφει την θεατρική επιφυλλίδα στη «Κ.Ε.» από την έκδοση της. 5/Ν. ΦΕΝΕΚ. ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ («Ελευθεροτυπία») Απόφοιτος της αγγλικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σπούδασε κινηματογράφο στο Λονδίνο και το Παρίσι. Έχει γράψει μελέτες για τον κινηματογράφο και έχει γυρίσει μια ταινία μικρού μήκους που βραβεύτηκε στο Κάρλοβι-Βάρι, στη Θεσσαλονίκη και στη Λειψία. 6/ ΚΩΣΤΑΣ ΓΕΩΡΓΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ («Βήμα») Τέλειωσε την δραματική σχολή του Δημήτρη Ροντήρη και τη Φιλοσοφική Αθηνών. Ποιητής, μεταφραστής αρχαίων έργων και δοκιμιογράφος. Καθηγητής φιλόλογος. Γράφει θεατρική κριτική στο «Βήμα» από το 1971 7/ ΘΟΔΩΡΟΣ ΚΡΗΤΙΚΟΣ (Ψευδώνυμο του Θόδωρου Χατζηπανταζή) («Ακρόπολη») Απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής Θεσσαλονίκης. Έκανε σπουδές θεάτρου στην Αμερική. Έχει δημοσιεύσει πρόσφατη μελέτη για την Επιθεώρηση 8/ ΝΙΚΟΣ ΜΟΣΧΟΒΑΚΗΣ («Ελευθεροτυπία») Σπούδασε κυρίως κινηματογράφο στην Ελλάδα και τη Γαλλία. Έχει εκδόσει μελέτη για τον Βουβό κινηματογράφο. Έχει συνεργαστεί με την «Αυγή» και την «Επιθεώρηση Τέχνης» 9/ ΣΠΥΡΟΣ ΠΑΓΙΑΤΑΚΗΣ («Απογευματινή») Σπούδασε αρχιτεκτονική στη Δ. Γερμανία. Παρακολούθησε μαθήματα Θεατρολογίας και πρακτική στο «Μπερλίνερ Ανσάμπλ». Διδάσκει στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Διαδέχθηκε από το 1976 την Ειρήνη Καλκάνη στην κριτική της «Α».
10/ ΕΛΕΝΗ ΒΑΡΟΠΟΥΛΟΥ («Αυγή») Απόφοιτος της Νομικής στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και Θεατρολογίας στη Σορβόννη. Θέμα διπλωματικής εργασίας «Το θέατρο Τέχνης στον ελληνικό θεατρικό χώρο». 11/ ΤΩΝΗΣ ΤΣΙΡΜΠΙΝΟΣ («Εστία») Σπούδασε Νομικά και Θέατρο στην Ελλάδα. Έχει εκδώσει ποιητικές συλλογές και έχει κάνει μεταφράσεις θεατρικών έργων. Διαδέχθηκε τον Χρ. Αγγελομάτη στη θεατρική κριτική της «Εστίας» 12/ ΑΝΝΑ ΚΟΛΤΣΙΔΟΠΟΥΛΟΥ («Αντί»)Απόφοιτος της Θεατρολογίας του Πανεπιστημίου της Βιέννης. Διδακτορική διατριβή με θέμα «Ο Κάρολος Κουν και το θέατρο Τέχνης» 13/ ΣΟΛΩΝ ΜΑΚΡΗΣ («Νέα Εστία») . Λογοτέχνης και θεατρικός συγγραφέας 14/ Θ.Δ. ΦΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ («Τομές») . Λογοτέχνης και μεταφραστής θεατρικών έργων. 15/ ΘΥΜΕΛΗ (Ψευδώνυμο της Αριστούλας Ελληνούδη) («Ριζοσπάστης») Απόφοιτος Δραματικής Σχολής Εθνικού θεάτρου και Φιλοσοφικής Αθηνών. 16/ ΤΑΣΟΣ ΛΥΓΝΑΔΗΣ («Επίκαιρα») Φιλόλογος. Μελετητής, διευθυντής σχολείου. 17/ ΠΕΡΣΕΥΣ ΑΘΗΝΑΙΟΣ («Ημερησία»)Δημοσιογράφος. Σπουδές θεατρολογίας στη Γαλλία. Διάφορες λογοτεχνικές εκδόσεις και μια μελέτη για το θέατρο στη Γαλλία. 18/ ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΛΑΣ («Μακεδονία» Θεσσαλονίκης) . Λογοτέχνης 19/ ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΙΤΣΟΠΟΥΛΟΣ («Ελληνικός Βορράς» Θεσσαλονίκης) Λογοτέχνης, μεταφραστής θεατρικών έργων.

Η έρευνα του περιοδικού προχώρησε αλλά δεν ολοκληρώθηκε. Συγκεντρώθηκε ένας αριθμός απαντήσεων στο ερωτηματολόγιο αλλά δεν δημοσιεύθηκαν τα συμπεράσματα.



Οι συνθήκες έκδοσης των «Θεατρικών» ποτέ δεν ήταν απρόσκοπτες κι αυτός ήταν ο λόγος που μετά τον Φεβρουάριο του 1977 μεσολάβησε ένα κενό διάστημα στην κυκλοφορία του περιοδικού και η έρευνα δεν συνεχίστηκε.

Κατέχουν στ' αλήθεια τον καρπό της γνώσης;

Κατέχουν στ' αλήθεια τον καρπό της γνώσης;

Κριτικοί πετούν πολλοί κι ήσαν κι άλλοι κριτικοί



Θα ήταν πολύ χρήσιμο φαντάζομαι αν η θεατρική κριτική μπορούσε να δει τον εαυτό της στο καθρέφτη. Αν κάθε κριτικός έβλεπε τον ρόλο της συνθήκης που υπηρετεί σε σχέση και μέσα στην κοινωνική πραγματικότητα που τον περιβάλλει. Αν με ανάλογη αντικειμενικότητα και ειλικρίνεια εξέταζε το κίνητρο του, την πρόθεση του, τα προσχήματα και τη σχέση όλων αυτών με την ιδεολογία που τον διαπνέει και τις αναγκαιότητες που τον περιβάλλουν. Την παραγωγική του συνεισφορά , (αυτό ιδίως) την αναπτυξιακή του συμβολή , στο σύνολο των ανάλογων προσπαθειών. Θα μπορούσα να στοχαστώ τολμηρότερα μα σπεύδω να «τα μαζέψω» και να επιστρέψω σ’ αυτό που είχα απ’ αρχής σκοπό και προς αυτή την κατεύθυνση συνεχίζω. Θα μπορούσα λοιπόν να φανταστώ τους κριτικούς να παρατηρούν το πρόσωπο της θεατρικής κριτικής, την συνολική της φυσιογνωμία και να μελετούν τα χαρακτηριστικά της; Η φαντασία μου παραιτείται αποθαρρυμένη. Δεν είναι εύκολο να δεις συνολική εικόνα της θεατρικής κριτικής την σήμερον ημέρα. Δεν γίνεται να συναρμολογηθούν τα χαρακτηριστικά για να σχηματιστεί η φυσιογνωμία γιατί ο χώρος και ο τόπος είναι αχανής και χαώδης.

Θεατρικοί Κριτικοί υπάρχουν πολλοί και καθημερινά προκύπτουν ολοένα και περισσότεροι. Έντυπα, εφημερίδες, περιοδικά που πλεονάζουν στο χώρος της επικοινωνίας και της πληροφόρησης, θεωρούν μέλημα πρωταρχικό να φιλοξενήσουν κείμενα θεατρικών κριτικών μιας και είναι ευνοϊκοί δύο βασικοί παράγοντες: μεγάλη η προσφορά άμισθων συνεργατών (πρόσφορο στάδιον δόξης για την πληθώρα των θεατρολόγων και των θεατρολογούντων) και το κυκλοφοριακό ενδιαφέρον αφού τόσοι και τόσοι εκ του θεατρικού πληθυσμού, αναμένουν τον έπαινο του δήμου αλλά κυρίως των σοφιστών. Είναι γεγονός πως οι περί το θέατρο σχολάζοντες προσδοκούν έναν απ’ τους καθιερωμένους να ασχοληθεί με την επίτευξη τους. Και αυτοί οι επίσημοι ελλανοδίκες των θεατρικών αγωνισμάτων, που ατυχώς είναι λίγοι και μονίμως κατειλημμένοι, είναι οι κάτωθι οκτώ. Κώστας Γεωργουσόπουλος και Γιώργος Σαρηγιάννης των «Νέων», Σωτηρία Ματζίρη και Γρηγόρης Ιωαννίδης της «Ελευθεροτυπίας», Παγιατάκης Σπύρος και ο μέχρι του θανάτου του Γιάννης Βαρβέρης της «Καθημερινής», Λουίζα Αρκουμανέα του «Βήματος», Λέανδρος Πολενάκης της «Αυγής», Θυμέλη (Αριστούλα Ελληνούδη) και Θανάσης Καραγιάννης (με ειδίκευση στις παιδικές παραστάσεις) του «Ριζοσπάστη». Αυτούς επιλέγει και αναγνωρίζει το επί τούτου ασχολούμενο ιντερνετικό site επιγραφόμενο «Κριτική Θεάτρου» και το οποίο αναδημοσιεύει κριτικές μόνο των ανωτέρω.

Νέα γη, (κριτικής δράσης) ο ψηφιακός κόσμος


Εκτός των παραπάνω ολίγων και εκλεκτών, την θεατρική κριτική θεραπεύουν άλλοι τόσοι και περισσότεροι ισοδύναμοι και ισάξιοι, που είναι όμως εγκαταστημένοι είτε σε εφεδρεία, είτε σε άλλα έντυπα λιγότερο καθιερωμένα . Αυτοί οι εκλεκτοί του πρωτεύοντος είδους hommo criticus, αποτελούν ομάδα ευάριθμη είκοσι τουλάχιστον ατόμων. Μια ακόμα ομάδα αναγνωρίζεται εγκατεσπαρμένη σε δευτερότερης σειράς έντυπα ποικίλου είδους (ειδησεογραφικά, φιλολογικά, πολιτικά, καλλιτεχνικά, κοσμικά, εγκυκλοπαιδικά, φοιτητικά, free ή πωλούμενα ) που αν και ακατάγραπτοι και ανεντόπιστοι είναι πιθανό να ξεπερνούν ακόμα και τους τριάντα. Σύνολο, να πούμε 50; Και μετά έρχεται το διαδίκτυο. Ο χώρος είναι ανεξερεύνητος σαν παρθένο δάσος. Νέος Κόσμος, Νέα Γη, μια καινούργια ήπειρος. Ο κόσμος του μέλλοντος. Όταν συμμετείχα ( και όσο συμμετείχα) στην προετοιμασία της έκθεσης για τα ογδοντάχρονα της Ένωσης Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών, στις προτάσεις που είχα υποβάλλει είχα συμπεριλάβει και την καταγραφή και προβολή των κριτικών του διαδικτύου. Αγνοήθηκε; Οπωσδήποτε αυτή τη στιγμή δεν έχουμε καμιά εικόνα ποια είναι η κατάσταση των θεατρικών κριτικών στον ψηφιακό ορίζοντα. Αν «μπεις» με την ένδειξη «θεατρική κριτική» σου ανοίγουν πολλά και διάφορα. Ηλεκτρονικά περιοδικά και σελίδες ενημέρωσης, ιδιωτικά , όπως το παρόν, συλλεκτικά όπως αυτό που ανέφερα πιο πάνω, αρχείο θιάσων η προπαγανδιστικές αναφορές με επιλεγμένα αποσπάσματα.

Εκτός από το «Επί Σκηνής» το οποίο σημειώθηκε ήδη και θα ξανασημειωθεί (διάβασα ένα εξαιρετικό κείμενο της Μαρίας Κυριάκη, με θέσεις για την θεατρική κριτική, διαυγείς, θαρραλέες και οξυδερκείς… Γράφει πολύ ωραία αυτό το κορίτσι… με μυαλό και με ταλέντο . Έχει χάρισμα. Διεξοδική, κυριολεκτικά απολαμβάνει τον κατακλυσμό των παραστάσεων. Νομίζω ,μια απ’ τις καλύτερες κριτικές ματιές και πέννες ) , εκτός λοιπόν από το «Επί Σκηνής», ένα ορθόδοξα κριτικό site είναι το Critique. Με περιεχόμενο κριτικά κείμενα πάσης φύσεως ο καλός αυτός ψηφιακός τόπος δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον για θεατρικές παραστάσεις, διαθέτοντας ένα επιτελείο πέντε ονομάτων που επανδρώνουν την ομάδα που ειδικεύεται στο θέατρο και το χορό. Παραθέτω τα ονόματα αρχίζοντας απ’ τον Δημήτρη Παλάζη, τον Νίκο Τσάκωνα, τον Χρήστο Ναούμ, την Ειρήνη Ρωμανίδου και τον γνωστό και εξαιρετέο Κωνσταντίνο Μπούρα του οποίου η θεατρολογική ιδιότητα και το παράλληλο ποιητικό και συγγραφικό έργο είναι του μόνου, το μόνο στοιχείο που διαθέτουμε για τους συνεργάτες του Critique.gr , εκτός του ότι όλοι είναι περί τον λόγον και την τέχνη ασχολούμενοι, με τον Χρήστο Ναούμ να θεραπεύει και την ιατρική επιστήμη. Για τους νεοείσακτους αυτούς της θεατρικής κριτικής έχω να σημειώσω πως τα κείμενα τους είναι προσεκτικά γραμμένα με ζήλο και αναφορικά με τον Κωνσταντίνο Μπούρα με υπερβάλλοντα ενθουσιασμό. Η θεατρική κριτική κόσμον φέρει.


Ο Γιάννης Βαρβέρης

Βαρβέρης Γιάννης, ποιητής. Κριτικός θεάτρου. Παράδειγμα υψηλού ήθους



Σ’ αυτήν εδώ τη στενή άκρη του διαδικτύου θα δοκιμάσω να χωρέσω με λίγα λόγια για θέμα πλατύ και μεγάλο, όσο είναι οι αναφορές και μνήμες για τον Γιάννη Βαρβέρη. Ακόμα κι αν περιοριστώ επιγραμματικά μόνο στην πτυχή του έργου του που αφορά την θεατρική κριτική, ακόμα και τότε δυσκολεύομαι να περιοριστώ στις λίγες λέξεις. Αρχίζοντας απ’ τα κριτικά του κείμενα θα αρκεστώ να σημειώσω πως ο Γιάννης Βαρβέρης δεν ήταν υπηρέτης ενός τυπικού μοντέλου κριτικής. Αποτέλεσε μια εκλεκτή διαφορά.

Στα κριτικά του γραπτά ο αναγνώστης αναγνώριζε ποιητικές μίξεις και λογοτεχνικές οσμές. Απέφευγε φραστικά σχήματα επιδεικτικής επιστημοσύνης. Ήταν αναλυτικός και συχνά αποκαλυπτικός των έργων που έκρινε, αλλά χωρίς την κομπορρημοσύνη της αυθεντίας. Υπήρξε συναινετικός απέναντι στην έντιμη δημιουργία και πάντα εξέφραζε απόψεις, θετικές η αρνητικές, με ήθος πνευματικού ανθρώπου και όχι με την ανεξέλεγκτη παρορμητικότητα του οργισμένου ομιλητή των πανηγύρεων.

Σπάνια ήταν δριμύς και αφοριστικός. Στις λίγες φορές που άφησε τον εαυτό του να εκραγεί ήταν γιατί αισθάνθηκε την καλλιτεχνική πρόταση σαν ύβρη, αισθάνθηκε πως το καλό και το ωραίο είχαν δεχθεί προσβολή βαριά. Δεν υπήρξε ποτέ ιδιοτελής. Μπορεί στην μεγάλη σειρά των κριτικών του να φάνηκε κάποτε χαριστικός, ή μεροληπτικός στον έπαινο, ποτέ του όμως δεν απέβλεψε σε αντάλλαγμα και ποτέ δεν υποπτεύθηκε κανείς τέτοια κίνητρα. Δεν πολιτεύθηκε μέσα απ’ τις κριτικές του, δεν διεκδίκησε εξουσίες και οφίτσια, δεν επιδίωξε να καταλάβει θέσεις και ωφελήματα. Ποτέ δεν έκανε την κριτική του νόμισμα ανταλλακτικό. Απ’ την άποψη αυτή υπερασπίστηκε ακλόνητα την αξιοπιστία της κριτικής.

Δεν είναι μόνο η υπόληψη της που του οφείλει η θεατρική κριτική. Υπόληψη, ηθική ακεραιότητα και κυρίως αξιοπρέπεια είναι ένα τρίπτυχο αξιών με το οποίο ο Βαρβέρης κόσμησε εμάς τους κριτικούς. Υπήρξε πάντα ένας αριστοκράτης του πνεύματος. Αστός από γεννησιμιού του, γόνος οικογένειας αθηναϊκής , υπάλληλος του υπουργείου Εξωτερικών με ανάλογη νοοτροπία κοινωνικής στάσης και συμπεριφοράς, προσάρμοσε τους σχετικούς κώδικες στο προσωπικό του ήθος. Δεν εκτράπηκε σε ευτέλειες, δεν πίεσε διεκδικητικά, δεν καταδέχτηκε να συμμετάσχει σε ίντριγκες, σε αγοραίους ανταγωνισμούς και χυδαίες ανταποδοτικότητες του τύπου «δος μου για να σου δώσω», πρακτική δυστυχώς συχνά εφαρμοζόμενη.

Δεν είχε εχθρούς, όπως πολλοί συνάδελφοί του. Δεν συντηρούσε μίση, δεν ήταν επιθετικός, απέφευγε τις προσβλητικές εκφράσεις, δεν επιχειρούσε να κερδίσει εντυπώσεις λαϊκίζοντας, δεν ήταν ποτέ υβριστικός. Συμφωνούσε, διαφωνούσε, διόρθωνε, καθοδηγούσε.
Είρων. Ναι, καλοπρόθετος, με χάρη, ευφυΐα, χιούμορ, ευρηματικότητα. Η συμπεριφορά του μέσα στην Ένωση Κριτικών ήταν αμέτοχη στους ελιγμούς των σκοπιμοτήτων, μετρημένη , παρουσία έγκυρη και αξιοπρεπής. Αντιτάχθηκε στον σνομπισμό πολλών συναδέλφων του, που αντιμετώπιζαν περιφρονητικά μια μερίδα του θεάτρου και τους ηθοποιούς που το υπηρετούσαν, σαν είδη παρακατιανά. Πίστευε στο ενιαίο το θεατρικού σώματος. Πρωτοστάτησε, ως μέλος της επιτροπής θεατρικών βραβείων, στη βράβευση του Σωτήρη Μουστάκα και του και του Ασημάκη Γιαλαμά, αντικρούοντας τον διαχωρισμό του ελληνικού θεάτρου σε ποιοτικό και εμπορικό , διαχωρισμό υποστηριζόμενο από ελιτιστές θεωρητικούς. Επικρίθηκε. Δεν ήταν πολεμοχαρής, ωστόσο δεν ήταν άμαχος. Κάθε άλλο.

Για πολλά χρόνια ο Βαρβέρης κλιμάκωσε έναν σκληρό, οδυνηρό, υπεράνθρωπο πόλεμο. Κλιμάκωσε έναν αγώνα αντιμετωπίζοντας τον εχθρό σκαλί - σκαλί στην κλίμακα της ζωής. Πολεμούσε ενάντια σ το φθαρτό σκάφανδρο που τον κρατούσε στη γη. Πότε κέρδιζε μια βαθμίδα και πότε έχανε. Μάχη σκληρή και αδυσώπητη. Μ΄ έναν συνδυασμό ψυχής και πνεύματος, δίδυμο δυνατό , με πλάτος καρτερικότητας και επιμονής και με ύψος φαντασίας και στοχασμού. Νικήθηκε. Ο αντίπαλος δεν αφήνει κανέναν μας να νικήσει. Μας έμεινε η ποίησή του και η μνήμη ενός ανώτερου πνεύματος, ενός άνδρα υψηλού ήθους, σαν παράδειγμα για την στρατιά των επίδοξων Κριτικών που τώρα συρρέουν στην πλατεία θεάτρου
Γιώργος Χατζηδάκης

Ποιητής, αισθητής, Αθηναίος

Ο Γιάννης Βαρβέρης βρέθηκε στη νέα «Καθημερινή» το 1989, στα 34 του χρόνια, νέος και στην ηλικία και στην κριτική θεάτρου που διακονούσε στο περιοδικό Λέξη, αλλά έμπειρος, στο γράψιμο, την ποίηση, τα γράμματα. Στην «Κ» προσήλθε σχηματισμένος ήδη σαν γραφιάς και ταίριαξε αμέσως. Το περίτεχνο ύφος, η ζυγισμένη κρίση του, η πλούσια μνημονική και συγκριτική ύλη που ενσωμάτωναν τα γραπτά του, όλα τούτα αναδείκνυαν διαρκώς την καλλιτεχνική αυταξία της κριτικής. Έδειχναν την κριτική ως τέχνη, κατά τον τρόπο του Όσκαρ Ουάϊλδ και του Μπωντλέρ. Και έδειχνα κραταιά και λάμπουσα την ελληνική γλώσσα και την αστική η μάλλον αθηναϊκή ευαισθησία. Ο Γιάννης Βαρβέρης βλάστησε μέσα από την καβαφική και καρυωτακική, παράδοση, μέσα απ’ το γαλλόφωνο τραγούδι, μέσα από την παράδοση των φανταιζίστ και των μελαγχολικών αισθητών, μέσα από τη γλώσσα και τους ατμούς της τέχνης και μέσα από τον θαμπό, υγρό κόσμο των καφωδείων, των λαϊκών αοιδών, των ατμών του αλκοόλ. Ισορρόπησε μα κομψότητα και ειλικρίνεια πάνω σε όλες τις αντινομίες της πόλης και των ανθρώπων της, πάντα στυλίστας, χαρίεις, είρων, ευθύβολος, και κομψός ατακαδόρος, διαυγής, συνεπής. Λείπει από την «Καθημερινή» και από τα ελληνικά γράμματα.
Νίκος Ξυδάκης «Καθημερινή» 5.6.2011

Κερκίδα θεατρικών Κριτικών. Από αριστερά: Αλκιβιάδης Μαργαρίτης, η σύζυγός του, ο πρόεδρος της Ένωσης θεατρικών Κριτικών Κώστας Χαραλαμπίδης και ο Περσεύς Αθηναίος

Η θεατρική κριτική θυγατέρα της δημοσιογραφίας


Υπαρκτό ζήτημα για το ποιος είναι δικαιωματικά κριτικός και ποιος δεν είναι. Ποιος «δικαιούται δια να ομιλεί» κρίνοντας παραστάσεις και ποιος όχι. Ο δηλώσας κριτικός θεάτρου με δίπλωμα η χωρίς δικαιούται να είναι κριτικός, αμφισβητείται όμως η αρμοδιότητα στον μη κάτοχο τίτλων ειδικών σπουδών. Μα καλά ο δημοσιογράφος με πολυετή προϋπηρεσία στο καλλιτεχνικό ρεπορτάζ, αν γράψει και δημοσιεύσει κριτικό σχόλιο, δεν νομιμοποιείται να λογίζεται θεατρικός κριτικός; Όχι, διατείνεται νεαρή κριτικός μικρού παρελθόντος. Δηλαδή η Αριστούλα Ελληνούδη, ο Σπύρος Παγιατάκης, η Ελένη Πετάση, ο Γιάννης Βαρβέρης, ο Γιώργος Σαρηγιάννης, με ευδόκιμη θητεία στο είδος , κατέχουν το δικαίωμα και οι Γιώργος Βιδάλης, Αντιγόνη Κάραλη, Παναγιώτης Τιμογιαννάκης, Ιάσων Τριανταφυλλίδης , Ναταλί Χατζηαντωνίου, Ελένη Παπασωτηρίου, Χρήστος Σιάφκος , Ιωάννα Κλεφτόγιαννη, Έφη Μαρίνου και πολλοί άλλοι, δημοσιογράφοι, μια ζωή στη θεατρική αγορά όλοι τους, που είναι από θέση απόλυτης εγκυρότητας να αποφανθούν για μια παράσταση, δεν δικαιούνται να θεωρήσουν εαυτούς θεατρικούς κριτικούς; Μα καλά η πείρα, η γνώση εν τοις πράγμασι, η εποπτεία σ’ ένα εκτεταμένο βάθος χρόνου, η καθημερινή συνάφεια με τα πρόσωπα και τις δημιουργίες τους , η ασκημένη γραφή δεν τους δίνει το δικαίωμα και τον τίτλο, αν και όποτε θέλουν να προβούν σε κριτική κάποιου έργου και κάποιας παράστασης;
Ο Γιώργος Βιδάλης κριτικός πλήρους αρμοδιότητας

Η θεατρική κριτική είναι θυγατέρα της δημοσιογραφίας . Ποιος θεωρεί την ιδιότητα του θεατρικού κριτικού κλειστό επάγγελμα και οι κατ’ εξοχήν ειδικοί, αυτοί που στέκουν ανάμεσα στον δημιουργό και τον αποδέκτη, να αντιμετωπίζονται ολίγον υπεροπτικά από εκείνους που έμαθαν το θέατρο στο θρανίο; Κι απ’ τους παλιούς, (απ’ αυτούς της προηγούμενης γενιάς, όχι τους παλαιότερους,) που στοιχειοθέτησαν το επικό χρονικό της θεατρικής κριτικής, που είχαν μόνο εφόδιο τον πρότερο δημοσιογραφικό τους βίο και κάποιοι την παράλληλη λογοτεχνική τους ενασχόληση. Να θυμηθούμε πρόχειρα και να αναφέρουμε τον Άλκη Θρύλο, την Ειρήνη Καλκάνη, τον Αχιλλέα Μαμάκη, τον Άγγελο Δόξα, τον Τώνη Τσιρμπίνο, τη Ροζίτα Σώκου, τον Βάιο Παγκουρέλη, τον Νίκο Ζακόπουλο, τον Ζήση Τσιριγκούλη, την Φώφη Τρέζου, τον Γιώργο Κάρτερ, τον Μπάμπη Κλάρα, τον Περσέα Αθηναίο - που να τους θυμηθώ όλους,- Δημοσιογράφοι ήταν οι άνθρωποι που σφυρηλατήθηκαν στο καμίνι των θεατρικών ζυμώσεων και μάθανε και ήξεραν και είχαν λόγο και γνώση και επιπλέον κάτεχαν την τέχνη του γράφειν. Υπάρχει αναμφισβήτητα μια παρανόηση που χρειάζεται να διαλυθεί, μια παρανόηση που δεν την συμμερίζονται οι πολλοί . Και με την ευκαιρία, μιας και αναφερθήκαμε στον Γιώργο Βιδάλη της «Ελευθεροτυπίας», (γιατί απ’ αυτόν ξεκίνησε η αντίρρηση της κριτικού) διαβάστε αμέσως παρακάτω ένα πολύ πρόσφατο κριτικό του σχόλιο που έχει όλα τα στοιχεία μιας ορθόδοξης θεατρικής κριτικής αν και αναπτύσσεται σε χώρο πολύ περιορισμένο.

Ακμή η μήπως παρακμή;


Σάστισα! Κάθε διάθεση να δω μια θεατρική παράσταση εκείνη τη Δευτέρα το βράδυ, μ’ εγκατέλειψε. Ανοίγοντας την εφημερίδα στη σελίδα των θεαμάτων βρέθηκα μπροστά σ’ ένα χάος που τρόμαξα. Επιστράτευσα το κουράγιο μου και μέτρησα μεσούντος του Μαΐου, εκατόν δώδεκα θεάματα μικρά και μεγάλα με πολλά έργα ελληνικά, κυρίως πρωτότυπα . Και όταν λέω πρωτότυπα εννοώ πρόσφατης παραγωγής , γραμμένα ειδικά για τις συγκεκριμένες παραστάσεις. Η διαδικασία είναι η εξής: γράφεται έργο, συγκροτείται θίασος, εξασφαλίζεται χώρος, πάμε παράσταση. Πρόβες; Κοστούμια; Σκηνικό; Φροντιστήριο; Μουσική; Όλα εκ των ενόντων. Η πλήρης απομυθοποίηση της έννοιας παραγωγή. Ανάλογη απομυθοποίηση έχει υποστεί και ο όρος Promotion. Το pc να είναι καλά, το facebook, τα mails καθώς και οι τριάντα πάνω κάτω δικτυακοί τόποι, μαγκαζίνα πολιτιστικά που καταυγάζουν στον ψηφιακό ορίζοντα και προσφέρουν πρόθυμα φιλοξενία και προβολή. Όλα έχουν απλοποιηθεί σε βαθμό φανταστικό για να διευκολύνουν τον ανεξέλεγκτο γιγαντισμό του θεατρικού κόσμου που διαστέλλεται με την ίδια ορμή που διαστέλλεται και το κοσμικό διάστημα. Και μπροστά σ’ αυτή τη νομοτέλεια όλα απλοποιήθηκαν.

Ναι, αλλά η σκηνοθεσία;

Έπαψε ο σκηνοθέτης να είναι η ψυχή της παράστασης; Ποιος καθορίζει την άποψη , την ανάλυση των ρόλων, τους ρυθμούς διεξαγωγής. Ποιος ανακαλύπτει και αναδεικνύει τα κρυμμένα νοήματα του έργου; Τις πτυχές των ρόλων; Σαν αυτοφυές βότανο και ο σκηνοθέτης, τώρα φυτρώνει κι αυτός παντού. Χωρίς σπορά, χωρίς πότισμα και λίπασμα, το θεατρικό χωράφι μας γέμισε σκηνοθέτες. Συνήθως είναι το ίδιο πρόσωπο που έχει γράψει το έργο η το έχει διασκευάσει. Συνήθως είναι και ο πρωταγωνιστής ή η πρωταγωνίστρια. Το ίδιο φαινόμενο σε πολλές κόπιες σ’ όλο το φάσμα του θεατρικού ορίζοντα. Λίγα είναι το θέατρα που κρατάνε τον θεσμό του σκηνοθέτη στα παλιά του πλαίσια και ηθοποιοί και θεατές εμπιστεύονται στη φροντίδα του τις προσδοκίες τους για μια παράσταση με ποιότητα. Ωστόσο κι αυτό το παραδοσιακό πρότυπο, παράσταση με ποιότητα, έχει κι αυτό ξεθωριάσει.
Η αυτής μεγαλειότητα η ποιότητα

Στα θεωρούμενα θέατρα των τυπικών προδιαγραφών πόσες παραστάσεις αναγνωρίζονται για την ποιότητά τους; Και όταν επικαλούμαστε την ποιότητα για ποιού είδους ποιότητα μιλάμε; Νέες ποιότητες έχουν προκύψει, νέα ζητούμενα αντίστοιχα των νέων αισθητικών διαμορφώσεων που έλαβε η ζωή στην πρώτη δεκαετία του νέου αιώνα. Μέγα ζητούμενο συνεπώς η αυτής μεγαλειότητα η ποιότητα, που μπορεί να είναι δυσεύρετη δεν έχει όμως ταξικές προκαταλήψεις. Μπορεί να την συναντήσεις σε κάποιο απ’ τα ευυπόληπτα θέατρα όσο και στα περιθωριακά σχήματα. Κόσκινο λοιπόν και η ποιότητα, η μάλλον ζάρι, με τις απόψεις να πηγαινοέρχονται και οι απρόσκλητοι ειδήμονες να ρίχνουν τις ζαριές. Ποιοι είναι αυτοί; Μα οι κριτικοί; Όπως απ’ την οκά και τα δράμια κάποτε στο παρελθόν περάσαμε στο κιλό και στα γραμμάρια, έτσι μεταβλήθηκαν και τα σταθμά μέτρησης του καλού και του ωραίου. Μέσα στο μεγάλο μπούγιο μην μιλάμε λοιπόν για ποιότητα γιατί δεν θα συμφωνήσουμε ποτέ, όπως και μην μιλάμε για σκηνοθέτες και σκηνοθεσίες.

Θεωρία Επισκόπου και καρδία Μυλωνά

Μισοκαταργημένος λοιπόν και ο σκηνοθέτης στην νέα πραγματικότητα. Όλοι πλέον επιχειρούν τα πάντα και χύνονται με τη σέσουλα οι προτεινόμενες παραστάσεις και ο θεατής σαστίζει με το παζάρι και πιο πολύ που δεν έχει μπούσουλα για το που να πάει και πώς να πορευθεί. Κάποιοι από κεκτημένη ταχύτητα ίσως δοκιμάσουν σ’ αυτό το σημείο να στραφούν στις κριτικές. Μα τα είπαμε λίγες αράδες πρωτύτερα. Για να κατανοηθεί το ανέφικτο κι αυτής της παραδοσιακής προσφυγής αρκεί να αναλογιστεί ο σαστισμένος θεατής πως πάνω απ’ τα κεφάλια ημών και υμών διασταυρώνονται εβδομαδιαίως καμιά πενηνταριά κριτικές, σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα, που εντείνουν κι αυτές τη σύγχυση. Νεοσσοί και μειράκια καμπανιστών τίτλων οι περισσότεροι, που χαρακτηρίζονται με την παροιμία «Θεωρία Επισκόπου και καρδία Μυλωνά». Υπάρχουν βέβαια και κριτικοί υπεύθυνοι και σοβαροί που γνωρίζουν πολύ καλά το αντικείμενό τους, κι αυτό είναι παρήγορο, αν δεν είναι απ’ αυτούς που απώλεσαν την έξωθεν καλή μαρτυρία της αξιοπιστίας. ‘Οπως υπάρχουν και σκηνοθέτες νέοι και παλιοί, που σέβονται και αγαπούν το θέατρο και προσέρχονται στην πανήγυρη με όραμα.
Μια προοδευτική καινοτομία

Ο σάλος ωστόσο σαρώνει κριτικούς και σκηνοθέτες και τους τυλίγει κι αυτούς στο μεγάλο κουβάρι. Πριν συνοψίσω όλα τα παραπάνω στο ερώτημα που βγαίνει αγωνιώδες απ’ την εικόνα της θεατρικής μας πραγματικότητας, θα σας παρουσιάσω έναν νεοτερισμό που εγκαινίασε γνωστό εβδομαδιαίο ενημερωτικό έντυπο, νεοτερισμό αξιέπαινο ως ιδέα, πλην όμως στην εφαρμογή του αποδεικνύεται πως ευνοεί την κακοήθεια και μεγαλώνει την σύγχυση. Αναγνώστες του περιοδικού έχουν την ευχέρεια να διατυπώνουν στην ηλεκτρονική εκδοχή του εντύπου, τη γνώμη τους για τις παραστάσεις που βλέπουν. Τι πιο προοδευτικό, δημοκρατικό και ρηξικέλευθο. Αμφισβητείται η αυθεντία των επαϊόντων και παίρνει ο λαός το δικαίωμα της γνώμης για το καλλιτεχνικό προϊόν; Σπουδαία καινοτομία. Επαναστατική.

Ακμή η παρακμή;

Αμ δε! Το κοινό που πήρε αυτό το δικαίωμα δεν το χρησιμοποιεί όπως φαντάστηκε το περιοδικό. Αναλώνεται σε επαίνους ημετέρων, επαίνους αντικειμενικούς τάχα η – το χειρότερο- βγάζει ο ένας το μάτι του αλλουνού. Παλιές έχθρες και αντιζηλίες βρίσκουν τρόπο αποτελεσματικό να εκδηλωθούν. Μ’ ένα ανώνυμο μηνυματάκι μπορείς να υμνήσεις η να καταγγείλεις όποιον τραβάει η ψυχή σου. Το φαινόμενο έχει επανειλημμένα εκδηλωθεί και μέσα στον ίδιο θίασο. Τσεκαρισμένο. Αν κάποιος ηθοποιός επαινεθεί ο άλλος που τον φθονεί γράφει έναν κακό λόγο και τότε ο κακολογηθείς απαντάει με άλλο πικρόχολο -ανώνυμο πάντα- σχόλιο, θεατής τάχα. Ξεκατίνιασμα πολύ διαδεδομένο στον συγκεκριμένο χώρο. Ανώριμος ο Έλληνας θεατρίνος για τέτοιες προοδευτικές εφαρμογές. Μια ακόμα αποτύπωση της θεατρικής τοπογραφίας με εναργέστατη την υπερβολική ανάπτυξη σε όλο το εύρος της θεατρικής ζωής. Και τώρα το ερώτημα: Τι πρέπει να γράψουμε στην προμετωπίδα του θεατρικού μας παρόντος , ΑΚΜΗ η ΠΑΡΑΚΜΗ;


Πάρις Τακόπουλος

Ένας λανθάνων κριτικός

Αν κάποτε σημάνει γενικό προσκλητήριο των θεατρικών κριτικών, των οδοιπόρων πολλών η λίγων χιλιομέτρων ασφαλτοστρωμένων δρόμων και λασπωμένων σοκακιών θεατρικής περιπέτειας, και αυτών της εμπειρικής επαφής και των άλλων της διδαγμένης γνώσης, στο σάλπισμα που θα καλεί τους παλιούς και τους νέους που πρόσφατα εμφανίστηκαν, στο κάλεσμα σε σύναξη , σε κατάταξη, και καταμέτρηση και αξιολόγηση, πόσο αυθόρμητα θα ανταποκριθεί και ο Πάρις Τακόπουλος; Δεν ξέρω δηλαδή πόσο ο ίδιος θεωρεί τον εαυτό του θεατρικό κριτικό. Δεν ξέρω αν και η κοινή γνώμη, έχει τον Τακόπουλο στην συνείδησή της σαν θεατρικό κριτικό. Άδικα; Ίσως όχι.

Πολυσχιδής και πολυσήμαντος

Κι αυτό επειδή ο Τακόπουλος δεν προβλήθηκε ποτέ σαν κριτικός. Ο θεατρικός βίος του ξεπερνάει τον μισό αιώνα και είναι πολυκύμαντος, πολυσήμαντος και πολυσχιδής. Με ογκώδες ποιητικό και λογοτεχνικό έργο, με ιδιαίτερη δραματουργική επίδοση, με δράση μεγάλη στα μεταπολεμικά θεατρικά πράγματα, για πολλά χρόνια μέλος του διοικητικού συμβουλίου και αρωγός του Θεάτρου Τέχνης, μεταξύ των πολλών άλλων και εμπνευστής της ίδρυσης του ομίλου «Ελληνικό Θέατρο» με συμμετοχή του Καμπανέλλη, του Μποστ, του Παπαβασιλείου κ.α. και με αδιάκοπη ανάμειξη σε κάθε δημιουργική θεατρική ζύμωση, μόνιμα παρών στη θεατρική ζωή, ο Τακόπουλος έχει να επιδείξει και ένα πολύχρονο και μεστό έργο θεατρικής κριτικής. Όχι με δέκα, δεκαπέντε, είκοσι περιστασιακά σημειώματα αλλά με κάποιες εκατοντάδες κείμενα δημοσιευμένα σε διάφορα έντυπα κυρίως όμως στο περιοδικό Πολιτικά Θέματα και τώρα Ελιαία , έχει εκθέσει επί πολλά χρόνια τις απόψεις του , τις παρατηρήσεις του, τις απέραντες γνώσεις του για πλήθος παραστάσεων με το ιδιαίτερο χιουμοριστικό, παραδοξολογικό, λογοπαικτικό , φιλολογικό του ύφος.

Τέστ αναγνωρισιμότητας

Αν βάλεις δίπλα δίπλα δέκα κείμενα θεατρικής κριτικής ισάριθμων κριτικών κρύβοντας τις υπογραφές τους θα δυσκολευτείς να ξεχωρίσεις ποιες είναι ποιών. Ιδιαίτερα αν πρόκειται για γραφές πανεπιστημιακών και θεατρολόγων που ακολουθούν ένα βασικό τύπο με κοινή λίγο πολύ φρασεολογία, όρους και γλωσσικές διατυπώσεις καθώς και αντίληψη περί θεατρικής κριτικής. Αν στη δοκιμασία προσθέσεις ένα κριτικό σημείωμα του Τακόπουλου δεν υπάρχει πιθανότητα ούτε ένα στο εκατομμύριο να μην αναγνωριστεί. Ένα απ’ κύρια χαρακτηριστικά των κριτικών του κειμένων είναι το άνοιγμά του σε πολλές περιοχές γνώσεων, φιλολογικές και φιλοσοφικές κυρίως της διεθνούς γραμματείας κι αυτό με το προσωπικό ευτράπελο και ειρωνικό ύφος του κάνει την ανάγνωση των σημειωμάτων του απολαυστική. Για το ύφος των κριτικών του έχει γραφεί: «Ο Πάρις Τακόπουλος σε ό,τι γράφει είτε ποίηση, είτε διήγημα, είτε μυθιστόρημα, είτε θέατρο, κριτικήν ποιεί, ακόμα και όταν γράφει κριτική. Υπάρχει μια ενότης ύφους στα γραπτά του, αποτελούσα την πεμπτουσία του έργου του κι η οποία μετατρέπεται σε αριστοτέλεια "εξ-ουσία" με την "Κενή Διαθήκη" του, την χαρακτηρισθείσα από τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, ως το πιο επαναστατικό και πρωτότυπο έργο, τύποις και ουσία, στην γλώσσα μας, και το μοναδικό στην Ελλάδα ανάλογο της γραφής του λόγου, του James Joyce».Κι ακόμα: «Στα κείμενά του, είτε ποίηση είναι αυτά, μυθιστόρημα, διήγημα, είτε δοκίμιο-κριτική, υπάρχει ένας διαρκής διάλογος. Δηλαδή είναι όλα θέατρο. Ακόμα και η, λαμβάνουσα διαστάσεις Μεγάλου Ανατολικού, δίτομη προς το παρόν, Κενή Διαθήκη του, το πιο αν-αρχικό, γλωσσο-λογικά και παραλογοτεχνικά, ελληνικό μυθιστόρημα-Ιλισσός, το τόσο ευκόλως κατανοητό όσο και το Finnegans Wake του Joyce, από τον άλλο ποταμό Liffey, θέατρο είναι και αυτό».

Αναίδεια;

Διαβάζουμε μερικές φορές κάποια κείμενα κοριτσιών νεοφώτιστων στο χώρο της θεατρικής κριτικής που με νεανική έπαρση και διεκδικητικό ζήλο επικαλούνται τα έτη που αθροίζουν στο επάγγελμα και στα βιογραφικά τους αραδιάζουν τίτλους κι αξιώματα. Αξιοσέβαστα όλων των νεαρών τα επιτεύγματα και οι απαριθμήσεις των αξιέπαινων… ανδραγαθημάτων τους, μα είναι θέμα δεοντολογίας να μην παρασύρονται σε περιαυτολογίες όταν υπάρχουν δρώντες άνθρωποι του θεάτρου που έχουν γράψει πολυσέλιδη και πολυμερή ιστορία κι αν πεις για την κριτική , εκεί όπου οι νεοσύλλεκτοι επαίρονται για την είσοδό τους και επιδεικνύουν τα επιτεύγματά τους πενήντα η εξήντα κριτικών, ας σκεφθούν τον Πάρι Τακόπουλο που παρά τις αρκετές εκατοντάδες κριτικών και τριάντα και πάνω χρόνια που υπάρχει ως θεράπων του είδους, ούτε καν τον τίτλο διεκδικεί, ούτε και στην Ένωση της συντεχνίας επιδίωξε να ενταχθεί. Και φυσικά, όπως είναι δα πασίγνωστο, δεν είναι ό μόνος.


Μαρία Κυριάκη

Κριτική και κοινωνία σε ελεύθερη πτώση

Θέατρο και ξερό ψωμί

Με ρυθμούς ολοένα και πιο γρήγορους αυγατίζει ο θεατρικός πληθυσμός. Διοργανώσεις με συμμετοχή μικρών σχημάτων αναγγέλλονται στο θέατρο Χώρα, στο θέατρο Eliart και στο θέατρο Βρυσάκι. Στο μεταξύ νέες θεατρικές στέγες έρχονται να προστεθούν στις υπεράριθμές της πρωτεύουσας, ενώ και το ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης συγκέντρωσε και συγκεντρώνει πολλές ομάδες ομάδων. Ξεπερνούν τις εκατό - η μήπως τις διακόσιες - οι θεατρικές ομάδες που εμφανίστηκαν φέτος στον θεατρικό ορίζοντα. Και όλα αυτά παράλληλα και ενάντια με το ξέσπασμα της ύφεσης που ξεχύνεται απειλητικά σαν πυρωμένη λάβα απειλώντας να συμπαρασύρει πολλά και πολλούς. Χωρίς κρατική υποστήριξη τα ΔΗΠΕΘΕ δυσκολεύονται να λειτουργήσουν φέτος το καλοκαίρι και αρκετά ματαιώνουν τα σχέδια τους. Προσωρινά; Θα δείξει! Ωστόσο τίποτα απ’ όλα αυτά δεν αναχαιτίζουν τη ζέση της θεατρικής δημιουργίας. Αντίθετα την πυροδοτούν . Σ’ αυτό το φαινόμενο την πρώτη θέση την κατέχουν οι ηθοποιοί. Ακατάσχετη η πλημμυρίδα νέων, νεότερων και νεότατων ηθοποιών, που ούτε απ’ την κρίση ανακόπτεται ούτε απ’ το αδιαχώρητο λυγίζει. Θέατρο και ξερό ψωμί!

Κριτική και κοινωνία σε ελεύθερη πτώση

Η θεατρική αυτή ευφορία φέρει κόσμο και στους χώρους της θεατρικής κριτικής. Η λάμψη, προσωρινή η όχι , προσελκύει. Έρχονται λοιπόν και κριτικοί για να συνυπάρξουν η προκαλούνται απ’ το φαινόμενο και επιχειρούν να το ερμηνεύσουν. Τα άτομα μ’ αυτή την ειδικότητα προέρχονται κυρίως από την δεξαμενή των αποφοίτων της θεατρολογίας αλλά αυτό δεν είναι και απαραίτητο μιας κι η ενασχόληση με την θεατρική κριτική ασκείται ελεύθερα και ανεμπόδιστα, ούτε καν και με την επίδειξη της αστυνομικής ταυτότητας . Ωστόσο δεν είναι τόσο εύκολα τα πράγματα. Ακόμα κι αν κάποιος διαθέτει τριακόσια διπλώματα αν δεν ξέρει θέατρο, θεωρητικά η πρακτικά η και τα δυο, αν δεν έχει γνώση σε βάθος και σε πλάτος, αν δεν μπορεί να αντιληφθεί της δυσκολίες η τις ευκολίες της τέχνης του θεάτρου, αν δεν είναι σε θέση να συσχετίσει το παρόν και το παρελθόν, την εποχή και την ιστορία, την ψυχολογία και την αισθητική, μα πάνω απ’ όλα αν δεν έχει το χάρισμα να γράφει, αν δεν μπορεί να προσελκύει τον αναγνώστη με το γραφτό του, τότε φίλοι μου, ο κριτικός, δεν είναι απαραίτητος ούτε στην κριτική, ούτε στο θέατρο, ούτε στην κοινωνία. Πολύ περισσότερο αν αυτή η κοινωνία – καλή ώρα – βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση.

Η Μαρία Κυριάκη

Η Μαρία Κυριάκη είναι μια θεατρική κριτικός που δεν είναι νεοσύλλεκτη, χωρίς να είναι και βετεράνος. Δεν προέρχεται από τη χορεία των θεατρολόγων αλλά από το σανίδι και τα πλατό, κυρίως όμως από τους χώρους της λογοτεχνίας και την δημοσιογραφίας. Σε πιο παλιές εποχές ένας διευθυντής θεατρικού περιοδικού ήταν τίτλος που ισοβαθμούσε με καθηγητή της θεατρολογίας. Θυμάμαι πως σε διεθνή συνέδρια σε διακεκριμένες θέσεις αναφέρονταν οι διευθυντές του Drama Review και του Plays end Pleyers που δεν ήταν θεατρολόγοι. Η Μαρία λοιπόν εκτός του ότι είναι μια σπουδασμένη ηθοποιός, βραβευμένη στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, με κάμποσες σκηνοθεσίες στο ενεργητικό της, είναι μια αναγνωρισμένη λογοτέχνης με πολλά και πετυχημένα βιβλία και θεατρική συγγραφέας και παράλληλα με όλα αυτά, διηύθυνε το θεατρικό περιοδικό «Φουαγιέ», όπου και έγραφε θεατρικές κριτικές και πριν απ’ αυτό ήταν αρχισυντάκτης στο Highlights. Τώρα διευθύνει το δραστήριο site «Επί Σκηνής» όπου και πάλι κρατάει την βασική θέση της κριτικής. Άξια λόγου είναι και μουσική της μόρφωση όπως και η σχέση της με το ραδιόφωνο. Για αρκετά χρόνια απασχολήθηκε σαν μουσική επιμελήτρια σε ραδιοφωνικές εκπομπές.

Σε πολύ καλύτερη κατάταξη

Μνημονεύοντας λοιπόν τους θεατρικούς κριτικούς, σαν να φυλλομετρώ την επετηρίδα, σταμάτησα στη Μαρία, σαν μια οφειλή και αναγνώριση. Σημείωσα κι άλλοτε πως αισθανόμενος παλαίμαχος στο λειτούργημα , ως παλαιός των ημερών, συστήνω και παρουσιάζω τους νεότερους, τους άξιους, τους ακάματους, που προσφέρουν , που δεν διακρίνονται από αδηφαγία και μανία επικράτησης, που δεν μεταχειρίζονται την θεατρική κριτική σκαλοπατάκι για τις αναρριχήσεις τους, που αγαπούν το θέατρο, έχουν γνώμη και μπορούν να την λένε και να την δημοσιοποιούν. Ιδού λοιπόν αγαπητοί μου η Μαρία Κυριάκη, συγγραφέας, σκηνοθέτης, ηθοποιός, δημοσιογράφος, εκδότρια, παραγωγός, μουσική επιμελήτρια κι ανάμεσα απ’ όλα αυτά θεατρική κριτικός επαρκέστατη, ευσυνείδητη και σε πολύ καλύτερα κατάταξη από πολλούς συναδέλφους μας.

Μην πυροβολείτε τον κριτικό


Καθένας θεατρικός δημιουργός που κοπιάζει για την προετοιμασία μιας παράστασης δοκιμάζοντας κόπους κάθε μορφής και προσπάθειες κάθε είδους, περιμένει το αποτέλεσμα των κόπων του και των προσπαθειών του να αναγνωριστεί , να επαινεθεί, να δικαιωθεί . Δικαίωση ζητάει ωστόσο κι ο κριτικός , αυτός που θα ιδεί την ίδια παράσταση και θα ασχοληθεί μ’ αυτήν, με το έργο, με τη σκηνοθεσία, με την απόδοση των ρόλων. Κι αν ο θεατρικός δημιουργός περιμένει τη δικαίωση απ’ το κοινό και την κριτική ο κριτικός από ποιόν διεκδικεί την αναγνώριση της δικής του προσδοκίας; Από τους θεατρικούς δημιουργούς φυσικά. Ναι αλλά φευ, η δικαίωση αυτή θα έρθει μόνο αν η κρίση του είναι επαινετική , εiδ’ άλλως θα αμφισβητηθεί πρώτα πρώτα η αντικειμενικότητά του και θα του καταλογιστεί η πως είναι προκατειλημμένος η πως η αντίληψή του υστερεί. Από τους αναγνώστες του βέβαια δεν αναμένεται επιβεβαίωση αφού αυτοί ή αδιαφορούν ή στην πλειονότητά τους αμφισβητούν , θεωρώντας προϊόν σκοπιμότητας όποιο σχόλιο και αν διαβάσουν. Έτσι εκτεθειμένος και αδικαίωτος παραμένει ο κριτικός εκτός εάν αναλωθεί με την κριτική του σε επαίνους, ηχηρά επίθετα και ενθουσιώδη σχόλια είτε αυτά ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα είτε όχι.

Και εδώ χωράει να με ρωτήσετε: και γιατί λοιπόν ο κριτικός επιμένει νε γράφει κριτικές; Θα μπορούσα να σας απαντήσω πως το συγκεκριμένο «διότι» εμπίπτει κατά το πλείστον στη σφαίρα της ψυχανάλυσης αν δεν συνέτρεχαν πράγματι κάποιοι λόγοι κοινωνικού πολιτισμού που διατηρούν τον κριτικό στο ρόλο του. Ωφελεί και διδάσκει – σε κάποιες περιπτώσεις – ο λόγος της κριτικής. Αρκεί να διατυπώνεται με ανάλογη πρόθεση, με σαφήνεια και παραινετικό αίσθημα. Αρκεί να εκφράζεται με περίσκεψη και συναίσθηση, με συγκρατημό και ψυχραιμία. Αρκεί ο κριτικός να είναι ενάρετος. Είναι ωφέλιμη επίσης η κριτική όταν καταγγέλλει και στιγματίζει αυτά που θεωρεί προσβολές του έργου και του δημιουργού του, παράλληλα και της αισθητικής συνέπειας, της αυτονόητης και της τεκμηριωμένης μορφής και ήθους. Αυτά όλα αν γίνονται χωρίς αφορισμούς και οξείες επιθετικότητες , αλλά αν ξεσκεπάζονται και αποδεικνύονται οι παραβάσεις, τότε η κριτική είναι ,η μπορεί να είναι , εποικοδομητική και χρήσιμη για το σύνολο και ο λειτουργός της δεν περιττεύει και δεν βαραίνει άδικα το φλοιό του πλανήτη. Περισσότερα για τον κριτικό, τους κριτικούς και τις κριτικές και «την σήμερον ημέραν» και άλλα σπουδαία, εν καιρώ…


Να γεννηθώ η αλλάξατε γνώμη;

Να γεννηθώ η αλλάξατε γνώμη;
Αθηνά Αλεξοπούλου και Μαρία Πίγκου

«Ξεκολλήστε και γυρίστε τα μυωπικά βλέμματα της κριτικής και παρακάτω…»


Μέσα στις πολλές και ριζικές ανατροπές που έχουν υποστεί τα θεατρικά δεδομένα είναι και όσα τεκταίνονται στο κεφάλαιο της ντόπιας δραματουργίας. Όλες αυτές οι ομάδες που συστήνονται εν μια νυκτί και κατακλύζουν πληθωρικά το θεατρικό τοπίο επεξεργάζονται και παρουσιάζουν δικά τους έργα που είτε γράφονται συλλογικά είτε συνηθέστερα γράφονται από τον επιδεξιότερο εκ των υπολοίπων. Σπάνια η ομάδα θα στραφεί σε κάποιο κλασικό έργο και ακόμα σπανιότερα θα προθυμοποιηθεί να καταβάλλει ποσοστά σε δικαιούμενο συγγραφικά δικαιώματα ξένο συγγραφέα. Τα τελευταία πέντε χρόνια έχουν πέσει στην αντίληψή μου εκατό τουλάχιστον θεατρικά σχήματα αυτής της κατηγορίας και το 95% όλων αυτών, η δράση περιστρεφόταν σε εξ ιδίων συγγραφικά προϊόντα. Με θέματα κυρίως ευτράπελα, σατιρικής συνήθως επικαιρότητας, με τολμηρότητες σεξουαλικών νύξεων, με πολιτικοκοινωνικές αιχμές και σχολιασμούς του συρμού, τα περισσότερα έκλιναν προς το επιθεωρησιακό η το είδος καμπαρέ, χωρίς βέβαια να προσεγγίζουν ούτε στο ένα ούτε στο άλλο. Με θεάματα τέτοιας τεχνοτροπίας τα σχήματα αυτά καταφεύγουν σε μπαρ των συνοικιών και του κέντρο, φαινόμενο που έχει πάρει πανδημικό χαρακτήρα.

Μια νέα δραματουργία έχει ξεφυτρώσει

Πριν από είκοσι χρόνια περίπου η Εταιρεία Θεατρικών Συγγραφέων κλιμάκωνε έναν επίμονο αγώνα για να επιβάλει και να ενθαρρύνει το νεοελληνικό έργο. «Με σημαίες και με ταμπούρλα» γιορταζόταν η εμφάνιση κάθε καινούργιου θεατρικού συγγραφές η το νέο έργο κάποιου εκ των παλιών. Ήταν λόγος μεγάλων πανηγυρισμών αν σε μια σεζόν οι μετρήσεις άθροιζαν δέκα νεοελληνικά έργα, νέα και παλαιά, εξαιρουμένων φυσικά των επιθεωρήσεων και άλλων συναφών. Σήμερα η συγκομιδή έχει υπερδεκαπλασιαστεί και οι ποικιλίες έχουν εξαπλωθεί προς κάθε κατεύθυνση. Στην καθημερινή επιφάνεια των καλλιτεχνικών συμβάντων των σταθερά εμφανίζονται θιασικοί σχηματισμοί τριών και πέντε ατόμων που εγκαταστημένοι σε κάποιο μπαράκι προβάλουν το ιδίας γραφής δραματουργικό τους πόνημα, σπονδυλωτό, συνεχές, σατιρικό η σοβαρό, μουσικό η προζάτο.

Το φαινόμενο δεν είναι αμελητέο

Το φαινόμενο δεν είναι αμελητέο πρέπει να παρατηρηθεί, καταγραφεί και μελετηθεί απ’ τα πανεπιστημιακά τμήματα, τους θεατρολόγους, τους κριτικούς, την Εταιρεία συγγραφέων και καθέναν που ενδιαφέρεται για τις μεταβολές που σημειώνονται στην θεατρική φυσιογνωμία της αναποδογυρισμένης εποχής μας. Η παρούσα φάση είναι φανερά μεταβατική και οπωσδήποτε κάπου αλλού θα οδηγήσει, μια νέα κατάσταση κυοφορείται, το θέατρο τείνει και υποχρεούται να αλλάξει με μεταβολές όχι μόνο αριθμητικές αλλά και μορφικές και από άποψη περιεχομένου. Ας ανασκουμπωθούν λοιπόν οι θεατρολόγοι πάσης φύσεως, το φαινόμενο τους προκαλεί και η κοινωνία τους προτείνει επιτέλους έναν ρόλο.

Χάρης Μπόσινας

Αν κάποιος ιστορικός του θεάτρου η θεατρολόγος θελήσει να ασχοληθεί, τώρα η στο μέλλον με το ιδιόμορφο αυτό ρεύμα θα είχα πολλά στοιχεία να του παρέξω για να στηρίξει τη μελέτη του, το συγκεκριμένο κείμενο όμως έχει την πρόθεση να αναφερθεί σ’ έναν συγγραφέα που τυχαία παρακολούθησα δυο απ’ τα πεντέξη έργα που έχει προσθέσει στο σύγχρονο ρεπερτόριο. Για τον Χάρη Μπόσινα και την ομάδα ANNADA CADDA είχα πρωτακούσει το 2007 κατά την εμπλοκή μου με το αλήστου μνήμης «Πυρ Ομαδόν». Πέρυσι, απροσδόκητα βρέθηκα να παρακολουθώ μια παράσταση στον μέσα χώρο το μπαρ Nixon, στον Κεραμικό. Το έργο «Η Οφηλία είναι έγκυος» που παιζόταν ήταν μια χαριτωμένη, εξυπνότατη σάτιρα με μια ευλυγισία στη δόμηση και τη σκηνοθεσία της, πρωτότυπη πάνω απ’ όλα. Μαζί με τον συγγραφέα και σκηνοθέτη έπαιζε, τακτικό μέλος της ομάδας και η Αθηνά Αλεξοπούλου, ένα κορίτσι με εκχειλίζουσα υποκριτική ζωτικότητα, απόλυτα εναρμονισμένη με τους ρυθμούς και τους τόνους έργου και παράστασης. Ήταν τόσο ζωηρή η εντύπωσή και μου γεννήθηκε η επιθυμία να σημειώσω δυο θερμά λόγια για το επίτευγμα εκείνο και χαίρομαι που μου δίνεται εδώ η ευκαιρία. Πάλι με την εξαιρετική Αθηνά Αλεξοπούλου το επόμενο έργο που το είδα σε μια ταράτσα ενός μπαρ στο Γκάζι. Τώρα το ύφος είναι πιο γκροτέσκο με αναλαμπές σουρεαλιστικές, φιγούρες λίγο «πειραγμένες», προκλητικές και παράταιρες, σαν από πίνακες του Otto Dix με στοιχεία σύγχρονης ηθογραφίας.

Αθηνά Αλεξοπούλου και Μαρία Πίγκου

Ο Χάρης Μπόσινας προτείνει μια καινούργια γραφή με το έργο του με τίτλο «Να γεννηθώ ή αλλάξατε γνώμη;» που είναι μια σαρδόνια σάτιρα μιας κοινωνίας που παραπαίει. Σ’ ένα μπαρ που κυριαρχεί μια ατμόσφαιρα παραδοξότητας, κάποια μπαρόβια (Αθηνά Αλεξοπούλου), σαν την Χολιντέη Γκολάϊτλι, την ηρωίδα του Τρούμαν Καπότε, με συμπεριφορά ακραία συναντιέται με το αναντίστοιχό της ένα αδρανές, άτολμο, συντηρητικό κορίτσι (εντυπωσιακή ερμηνεία της Μαρίας Πίγκου) κι κοντά τους σαρκαστικός αφηγητής και σχολιαστής, στο διπλανό σκαμπώ, ο συγγραφέας, που με κοσμοπολίτικη χάρη και στυλ, υποδύεται το μωρό που κυοφορεί η απρόσεκτη μπαρόβια. Δεν θέλω να επιβαρύνω τον αναγνώστη του παρόντος με τους ενθουσιώδεις επαίνους που δικαιούται η τριάδα των λαμπρών αυτών ηθοποιών, θέλω κυρίως απευθυνόμενος στους κριτικούς κι όλους αυτούς που περιορίζονται και περιορίζουν το θέατρο εγκληματικά στα τριάντα σαράντα κοσμικά πρόσωπα και αγνοούν ταλέντα σαν τον Μπόσινα, την Αλεξοπούλου, την Πίγκου που είναι κατά πολύ και από πολλούς υπέρτερα και να στρέψω την προσοχή των σοβαρών στην σημαντική δραματουργία του Χάρη Μπόσινα, μηνύοντας τους «ξεκολλήστε και γυρίστε τα μυωπικά βλέμματα της κριτικής και παρακάτω…»

ΚΡΙΣΗ ! Και το θέατρο;

Η κοινωνιολογική διόπτρα είναι περιττή για να διακρίνει ο καθένας πως μια νέα εποχή έχει αρχίσει ήδη. Δεν είναι αυτή την ώρα ευκρινές πότε ακριβώς άνοιξε τις πύλες της η νέα εποχή και αν μπήκαμε σ’ αυτήν με τον νέο αιώνα η λίγο αργότερα, αν τα όρια άρχισαν να σχηματίζονται με τη διαπίστωση της διεθνούς ύφεσης ή με την αποκάλυψη της δικής μας δεινότατης οικονομικής , πολιτικής και ηθικής κατάστασης ή με την επιβολή του Μνημονίου. Κατά τη γνώμη μου η νέα εποχή είχε αρχίσει να σχηματίζεται στον ορίζοντα της ιστορίας πριν από είκοσι και παραπάνω χρόνια αλλά δεν είχαμε την εμπειρία για να την προβλέψουμε και να προετοιμαστούμε. Αντίθετα ανίδεοι, παθητικοί και μοιραίοι και αγνοώντας τα σημάδια παραμέναμε αμέριμνοι.

Και το θέατρο; Πολύμορφη η κρίση που έχει αγγίξει όλες τις παραμέτρους, όλους του τομείς και όλες τις πτυχές. Και η δραματουργία έχει επηρεαστεί και η θεατρική παιδεία και η πληθωρική παρουσία θεωρητικών και η κριτική και η σκηνοθεσία, και η παραγωγή και πάνω απ όλα έχει επηρεαστεί παραβιαζόμενη η αναλογία. Με καλπάζοντα ρυθμό, δυσανάλογα με όλες τις τιμές των κοινωνικών δεδομένων, δυσανάλογα και με τους βαθμούς χρησιμότητας και παραγωγικότητας και αναπτυξιακής συνεισφοράς, το ελληνικό θέατρο έχει εδώ και πολλά χρόνια εγκαταλειφθεί σ’ έναν ασύδοτο γιγαντισμό, υποχείριο σε παντοειδείς και αμεθόδευτες εκμεταλλεύσεις.

Δεν είναι εύκολο να μιλήσει κανείς ανοιχτά για όλα αυτά μαζί και για το καθένα χωριστά, χωρίς να κινδυνέψει να συγκρουστεί με τα καταστημένα συμφέροντα και με μια νοοτροπία που έχει καθιερωθεί – βοηθούντων και από τους πάσης φύσεως κονδυλοφόρους -και σπρώχνει το θέατρο σε ολοένα και περισσότερα αδιέξοδα. Νομίζω πως είναι καιρός να δούμε τα πράγματα πιο ρεαλιστικά και να αναγνωρίσουμε πως κάποιες ουσιαστικές μετακινήσεις είναι απολύτως απαραίτητες. Αυτός είναι ένας σπουδαίος ρόλος χρέους προοριζόμενος για τους παλαιότερους κυρίως, αυτούς δηλαδή που διατηρούν νηφαλιότητα και ψυχραιμία και διαθέτουν την γνώση και την εμπειρία μιας ευρύτερης θεώρησης της θεατρικής μας ιστορίας.

Φτάσαμε στο Αμήν.. και τω θεάτρω δόξα

Εξερράγη λοιπόν η θεατρική πραγματικότητα. Διογκώθηκε, φούσκωσε, τεντώθηκαν τα όρια της και ξεχείλισε πλημμυρίζοντας τα περιθώρια. Το θεατρικό τσουνάμι πέρασε τους τοίχους των θεατρικών αιθουσών και ξεχύθηκε στους δρόμους και ύστερα εισχώρησε σε κάθε χώρο που τον έβρισκε πρόσφορο. Πρώτα κατέλαβε τα μπαράκια, τις γκαλερί, τα καφέ, τις τσαγερίες κι ύστερα μπήκε στα γκαράζ, στις αγορές, στα καταφύγια, στα κρατητήρια, στις τουαλέτες, (πέρυσι είχαμε μια παράσταση μ’ ένα γυμνό κορίτσι στο w.c ενός κτηρίου) στις γκαρσονιέρες, στα γυμναστήρια και προσφάτως εισέβαλε και στα living room. Στρώσε το στρώμα σου για δυο, γιατί οσονούπω το θεατρικό κύμα σου ‘ρχεται και στην κρεβατοκάμαρα...

Συνολικές προβολές σελίδας

197,463

Αρχειοθήκη ιστολογίου

  • ▼  2022 (8)
    • ►  Ιουνίου (1)
    • ►  Μαΐου (2)
    • ▼  Απριλίου (1)
      •  
    • ►  Μαρτίου (2)
    • ►  Ιανουαρίου (2)
  • ►  2021 (5)
    • ►  Δεκεμβρίου (2)
    • ►  Οκτωβρίου (1)
    • ►  Μαΐου (2)
  • ►  2020 (9)
    • ►  Απριλίου (1)
    • ►  Μαρτίου (3)
    • ►  Φεβρουαρίου (1)
    • ►  Ιανουαρίου (4)
  • ►  2019 (32)
    • ►  Δεκεμβρίου (5)
    • ►  Νοεμβρίου (1)
    • ►  Σεπτεμβρίου (3)
    • ►  Αυγούστου (1)
    • ►  Ιουνίου (2)
    • ►  Μαΐου (3)
    • ►  Απριλίου (2)
    • ►  Μαρτίου (3)
    • ►  Φεβρουαρίου (9)
    • ►  Ιανουαρίου (3)
  • ►  2018 (35)
    • ►  Δεκεμβρίου (5)
    • ►  Νοεμβρίου (10)
    • ►  Μαΐου (6)
    • ►  Μαρτίου (4)
    • ►  Φεβρουαρίου (6)
    • ►  Ιανουαρίου (4)
  • ►  2017 (21)
    • ►  Δεκεμβρίου (4)
    • ►  Ιουλίου (4)
    • ►  Ιουνίου (3)
    • ►  Μαΐου (2)
    • ►  Απριλίου (4)
    • ►  Φεβρουαρίου (3)
    • ►  Ιανουαρίου (1)
  • ►  2016 (9)
    • ►  Δεκεμβρίου (3)
    • ►  Νοεμβρίου (5)
    • ►  Σεπτεμβρίου (1)
  • ►  2012 (8)
    • ►  Αυγούστου (1)
    • ►  Ιουνίου (2)
    • ►  Απριλίου (2)
    • ►  Μαρτίου (1)
    • ►  Φεβρουαρίου (1)
    • ►  Ιανουαρίου (1)
  • ►  2011 (26)
    • ►  Δεκεμβρίου (4)
    • ►  Νοεμβρίου (3)
    • ►  Σεπτεμβρίου (1)
    • ►  Αυγούστου (2)
    • ►  Ιουλίου (1)
    • ►  Ιουνίου (4)
    • ►  Μαΐου (4)
    • ►  Απριλίου (4)
    • ►  Ιανουαρίου (3)
  • ►  2010 (31)
    • ►  Δεκεμβρίου (1)
    • ►  Ιουνίου (3)
    • ►  Απριλίου (27)
  • ►  2009 (3)
    • ►  Δεκεμβρίου (3)
  • ►  2008 (16)
    • ►  Δεκεμβρίου (1)
    • ►  Νοεμβρίου (2)
    • ►  Σεπτεμβρίου (1)
    • ►  Ιουνίου (1)
    • ►  Απριλίου (4)
    • ►  Μαρτίου (7)

Τόπος Θεάτρου



Τόπος Θεάτρου είναι εν πρώτοις η σκηνή, ο χώρος που διαδραματίζεται η παράσταση. Εξίσου όμως στον ίδιο χαρακτηρισμό ανήκει και η πλατεία, εκεί όπου συνάζεται το έτερο μέρος της θεατρικής τελέσεως. Μήπως όμως και τόπος θεάτρου δεν είναι και ο αόριστος ορισμός του συμβολικού «χώρου», όπου ανήκουν όλοι εκείνοι που ασχολούνται με το θέατρο ή ενδιαφέρονται γι’ αυτό; Η έκφραση όπου συνηθέστατα ακούγεται «οι άνθρωποι του χώρου». Τόπος θεάτρου λοιπόν και με την έννοια αυτού του προσδιορισμού, και με την σημασία αυτής της κατατακτικής αναφοράς. Αλλά και με την έννοια της πατρίδας η συνέπεια είναι απόλυτη. Ποιος είναι ο τόπος καταγωγής του θεάτρου; Πού το θέατρο προέκυψε σαν ανάγκη υπαρξιακή και σαν πνευματική έκφραση; Είναι ο τόπος μας θεάτρου τόπος και μ’ αυτήν την διατύπωση δηλώνουμε την κοινή μας καταγωγή, τα θεατρικά μας πρωτεία. Τα κληρονομικά μας δικαιώματα μα και τις συνακόλουθες ευθύνες μας.

Πορευόμαστε στον ίδιο τόπο όπου πριν από 2600 χαράχτηκε απ’ τους τροχούς του θεατρικού αραμπά δεν μπορεί παρά να είναι ένα βήμα αναπροσδιορισμών, νέων προσανατολισμών και αναθεωρήσεων. Τα δεδομένα που έχουν προκύψει είναι απρόβλεπτα. Οι μεταβολές που σημειώθηκαν την τελευταία δεκαετία είναι ριζικότερες από ολόκληρου του αιώνα. Είμαστε μάρτυρες μιας εκ βαθέων αναμόχλευσης σ’ όλη τη γκάμα του ανθρώπινου πολιτισμού. Παρακολουθούμε, πιο ειδικά, φαινόμενα αλλοτρίωσης, ηθικής χρεοκοπίας, συμβιβασμών και συναλλαγής. Διαπιστώνουμε και την αγωνία, κυρίως των νέων, να εξασφαλίσουν τρόπους να υπάρξουν και να εκφραστούν. Βλέπουμε και τα οδοφράγματα που υψώνουν τα συμφέροντα, οι μηχανισμοί των συμβάσεων. Αυτό είναι ένα τοπίο που εικονίζει την θεατρική πραγματικότητα, ένας κοινός θεατρικός τόπος για την διευθέτηση του οποίου ο Τόπος Θεάτρου σκοπεύει να αγωνιστεί.

Εκτιμώντας τη σκηνική πράξη σαν τόλμη και γενναιότητα θα σταθούμε κοντά της, συμπαραστάτες της και με τα μέσα που εξασφαλίζει η θεωρητική γνώση.

Σαν Τόπο Θεάτρου μπορούμε να θεωρήσουμε και τον αραμπά του Θέσπη. Τόπο Θεάτρου μετακινούμενο που διασχίσει αιώνια τα μονοπάτια και τις λεωφόρους της ιστορίας. Διασταυρώθηκε στην πορεία του μ’ όλες τις αλλαγές και μεταμορφώσεις της θεατρικής πράξης, με κάθε μία απ’ τις προσαρμογές που οι ιστορικές ανακατατάξεις επέβαλαν στο θέατρο. Οι πολύπαθοι και πολύπειροι τροχοί του τώρα φέρνουν το παλιό αμάξι, τόπο θεάτρου, στα χώματα μιας νέας ανεξερεύνητης γης που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την τοπογραφία της. Σαν το άρμα του Θέσπη ο Τόπος Θεάτρου μ’ όλες τις σημασίες που του φορτώσαμε επιχειρεί το βήμα του στους νέους καιρούς. Η γνώση και η πείρα δεν λείπουν απ’ αυτούς που το οδηγούν, ούτε και η συναίσθηση των ευθυνών τους λείπουν. Ξέρουν να βλέπουν και ν’ αφουγκράζονται τις φωνές και τους ψιθύρους, κρατάνε μια συνεχή επαφή με τον σφυγμό των νέων και προσβλέπουν στο βάθος της προοπτικής, ώσπου χάνεται στον νέο αιώνα. Τόπος Θεάτρου• ένα όχημα για τους καινούργιους δρόμους.



Γ.Χ.





Συνεργάτες

  • Giorgos Hatzidakis
  • Γιώργος Χατζηδάκης
Giorgos Hatzidakis. Θέμα Απλό. Εικόνες θέματος από luoman. Από το Blogger.