Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2011

Ω, των σχηματισμών και των εντολών



«Μελάνι» στο θέατρο Θεμιστοκλέους 104

Με προεξάρχουσες αρετές τον αδιάκοπο οίστρο, την εκτελεστική ακρίβεια και έναν διάχυτο ενθουσιασμό, το θέαμα «Μελάνι» μας έπιασε γερά απ’ την αρχή, δεν μας επέτρεψε ωστόσο, ως το τέλος να αντιληφθούμε ποιες ήταν οι προθέσεις του σκηνοθέτη. Ούτε και να καταλάβουμε ποιο ήταν το θέμα που τα τέσσερα κορίτσια της διανομής πάσχιζαν να μας παραστήσουν. Ίσως μάλιστα οι αρετές που διέκρινα στην παράσταση και η καθ’ υπερβολή κυριαρχία τους να στάθηκαν εμπόδιο σε κάθε προσπάθεια να κατανοηθεί σε τι αποσκοπούσε η συγκεκριμένη επιλογή. Δοκίμασα δυο τρεις τρόπους «ανάγνωσης» και προσηλώθηκα με σχολαστική προσοχή στα τεκταινόμενα επί σκηνής με αποτέλεσμα το θέαμα να αποκαλύπτει μόνιμα και αδιαπέραστα την ερμητική του όψη. Κινήσεις, εκφορές, παραγγέλματα, εκτελέσεις, δυσάκουστος ο λόγος, ομαδικές εκφωνήσεις, κανόνες, πλούσια εκφραστική από μέρους των τεσσάρων γυναικών που εκτελούσαν, κανένα νόημα ωστόσο, καμιά ένδειξη για τον λόγο και το περιεχόμενο που αυτές οι ασκήσεις εκτελούνταν στο χώρο του ισόγειου θεάτρου, ψηλά στα σκαλοπάτια της Θεμιστοκλέους. Αν είχες διαβάσει το σημείωμα της αναγγελίας της παράστασης και περίμενες να φωτιστείς απ’ τα όσα σημειώνονται, αγαπητέ μου θεατή θα απογοητευόσουν απογοήτευση μεγάλη. Και ιδού δια του λόγου το αληθές: Γιατί είναι πιο σημαντικό να ερωτευτείς πρώτα στην πραγματικότητα κι έπειτα στο μυθιστόρημα; Τέσσερις γυναίκες. Βρίσκονται μέσα στο μυθιστόρημα. Έξω από αυτό. Φοβούνται αν στην επόμενη σελίδα ο αναγνώστης που είναι η ζωή τους τις παρατήσει. Ξαναπερνούν τις σελίδες. Και οι ηρωίδες ξαναπαντρεύονται. Ξαναερωτεύονται. Έχουν ζωή. Με σάρκα κι αίμα. Στις σελίδες όμως του βιβλίου δεν υπάρχει αίμα….

Οι σαν κρυπτογράφημα παραπάνω αράδες της αναγγελίας κάνουν τον αναγνώστη τους να προσδοκά κάποια αποκάλυψη, κάποια ολοκλήρωση, κάποια αποσαφήνιση, κάτι να συμβεί με την παράσταση. Αντίθετα όλη η σκηνοθετική φροντίδα εξαντλήθηκε στο να κάνει και το θέαμα εξ ίσου ακατάληπτο. Στην αρχή του παρόντος αναφέρθηκα σε αρετές κι αυτό δεν το έκανα ούτε ειρωνικά, ούτε καταχρηστικά. Θεωρώ πραγματικές αρετές, σαν μια σπουδή επί τούτων, τους συνεχείς ρυθμούς, τους μετασχηματισμούς και τις αλλεπάλληλες διατάξεις των τεσσάρων κοριτσιών στο χώρο, τις συμπράξεις και τις εξακτινίσεις, τις συνεκφορές και τις φραστικές αλληλουχίες. Εντυπωσιακή ήταν η συνέπεια αυτών των εκτελέσεων, που λειτουργούσαν σαν ασκήσεις ακριβείας. Και δεν θεωρώ επαρκή την εξήγηση πως αυτό δεν είναι θέατρο με την κλασική έννοια αλλά περφόρμανς.

Υπάρχει μια πρωτοτυπία, μια ιδιο-τροπία της σκηνοθεσίας ενδιαφέρουσα. Η παρουσία του σκηνοθέτη που σαν ευσυνείδητος Ντιτζέι, ρόλος μαζί και μαέστρος, διευθυντής ορχήστρας και διοικητής του λόχου, εμψυχωτής αλλά και μεσολαβητής ανάμεσα στο θέαμα και στο κοινό, κατηύθυνε με ζωντάνια, αλλάζοντας μουσικές στο ηχητικό μηχάνημα, πετώντας ατάκες η μικρές κραυγούλες, υποδαυλίζοντας και σκορπώντας παραγγέλματα. Αυτό το στοιχείο ήταν σίγουρα ένας νεωτερισμός και δεν θυμάμαι πρόσφατα να έχει επιχειρηθεί κάτι παρόμοιο. Στο παρελθόν ωστόσο δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την περίπτωση του Ταντέους Καντόρ, του Πολωνού εικαστικού και σκηνοθέτη στη δεκαετία του ’80, που σ’ όλες τις παραστάσεις της ομάδας του «Κρικό 2», βρισκόταν πάντα στη σκηνή διαμορφώνοντας τις παραστάσεις του και τους αυτοσχεδιασμούς των ηθοποιών δημιουργώντας έτσι κάθε φορά μια άλλη εκδοχή.

Στην τωρινή περίπτωση ο σκηνοθέτης Μπάμπης Γαλιατσάτος βασίστηκε στην ασφάλεια της παράστασης της προετοιμασμένης και μάλιστα στην εντέλεια. Έτσι ο ρόλος του περιοριζόταν να διευθύνει διεκπεραιώνοντας το προκαθορισμένο, γεγονός που ωστόσο δεν έχανε ούτε το ενδιαφέρον του, ούτε μετρίαζε την αίσθηση που πρόσθετε η έντονη συμμετοχή του. Οι τέσσερις ηθοποιοί είχαν πολύ μικρό περιθώριο συμμετοχής μ’ αυτή την ιδιότητα (της ηθοποιού). Δεν είχαν να φτιάξουν τον ρόλο μιας πάσχουσας ηρωίδας όπως φαντάζεται κανείς διαβάζοντας το κείμενο της αναγγελίας η αρπάζοντας κάποια ξεφτίδια λόγου κατά την παράσταση. Η διατεταγμένη ισοπέδωση της εκφοράς αφαίρεσε κάθε συναίσθημα από το όλον. Έτσι ξηρό και άνυδρο δεν έδειξε καμιά ηρωίδα να ερωτεύεται η να ξαναερωτεύεται, να παντρεύεται η να ξαναπαντρεύεται όπως τάζει το μικρό κειμενάκι. Ούτε κάποιο δραματικό περιστατικό διεξάγεται που να δικαιώνει το σάρκα και αίμα!

Σ’ αυτή τη σκηνοθετική γραμμή τα τέσσερα κορίτσια- ηθοποιοί σαν εκτελεστικά όργανα πειθάρχησαν αξιοθαύμαστα. Επιστράτευσαν όλη την εκφραστικότητα που διέθεταν και ποίκιλαν τους σχηματισμούς, τις μετακινήσεις τους και τις εμφαντικές τους συμμετοχές, με ζέση και προσφορά. Χωρίς αμφιβολία είναι ηθοποιοί με χαρίσματα της σκηνής πολλά και ακριβά που –κρίμα- σπαταλήθηκαν άγονα. Αισθάνεται ο θεατής την επιθυμία να ξανασυναντήσει τα κορίτσια αυτά σε μια παράσταση που δε θα είναι εντεταλμένες να εκτελούν παραγγέλματα αλλά θα τους δίνεται το περιθώριο να είναι ηθοποιοί, δηλαδή να πλάθουν ρόλους γιαυτό και ας σημειώσουμε τα ονόματά τους: Αναστασία Αρβανίτη, Ζωή Ξανθοπούλου, Άλκηστη Πουλοπούλου και Αλεξάνδρα Χασάνι . Και μια απορία για τα κοστούμια: Αποτελούσε άποψη η κακογουστιά στην επιλογή τους;

Γιώργος Χατζηδάκης

Δεν υπάρχουν σχόλια: