Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2009

Απολογισμός σε έργα και ημέρες

Το ‘γραψα και κάπου αλλού, πως δεν προλαβαίνω.. όχι από έλλειψη χρόνου αλλά από συνωστισμό ιδεών, από κακή διαχείριση των προτεραιοτήτων… σε κατακυριεύει μια σύγχυση κι αρχίζεις κάτι που χωρίς να τελειώσει αρχίζεις κάτι άλλο και μετά τρίτο και τέταρτο… Αναλυτικά: Έχω αρχινισμένο και προχωρημένο το ινδικό έπος «Νάλας και Νταμαγιάντη», απόσπασμα από τη «Μαχαμπχαράτα», παρατημένο ωστόσο το κείμενο λίγες σελίδες πριν απ’ το τέλος… Είχα προγραμματίσει και την παράστασή του… Τ’ άφησα όμως στις πρώτες δυσκολίες και ξαναγύρισα στο Αρκάδι που το ‘χα αφημένο κι αυτό… Τέσσερα χρόνια στριφογυρίζω γύρω απ’ το θέμα του ηρωικού μοναστηριού και το έργο «Πες μας τι είδες ουρανέ» είναι σχεδόν τελειωμένο. Προγραμματισμένου κι αυτουνού η παραγωγή με άμεσες προοπτικές. Ως τώρα κι αυτό ξαναπαρατημένο. Είναι αλήθεια πως η αδιαφορία κάποιων παραγόντων του Ρεθύμνου, με αποθάρρυνε και με αποθαρρύνει, όπως και οι συνθήκες των οικονομικών προϋποθέσεων που διέπουν τις δοσοληψίες με τους Δήμους γενικώς… Πληρώνεις όλα τα έξοδα για τις παραστάσεις, ήτοι: πρόβες, όλες τις δαπάνες της παραγωγής, μετακινήσεις του θιάσου, διανυκτερεύσεις, συντήρηση, προκαταβολές αμοιβών και εισπράττεις από τους Δήμους μετά από τρεις μήνες το νωρίτερο και ένα χρόνο το αργότερο. Και το ύψος των ποσών κατεβαίνει όλο και χαμηλότερα. Και για φέτος, πολλές οι αμφιβολίες.

Δεν είναι μόνο η πρόσφατη κρίση που συντελεί σ’ όλα αυτά, μιας και οι δαπάνες για τον πολιτισμό κρίνονταν από πάντα επουσιώδεις, είναι και οι ερασιτεχνικοί θίασοι τοπικών συνθέσεων. Μεγάλη πληγή που τα βάθος της δεν έχει ακόμα συνειδητοποιηθεί. Παραμυθιάζονται όλοι και θεωρούν την πληθώρα των ερασιτεχνικών θιάσων σαν έξαρση πολιτισμού. Και φαινομενικά είναι αλλά σε σχέση πάντα με το επίπεδο ρεπερτορίου και καλλιτεχνικής ποιότητας των παραστάσεων. Ομάδες ατόμων άλλων επαγγελμάτων, χωρίς καμιά σπουδή η γνώση γύρω απ’ την τέχνη του θεάτρου, που επιλέγουν χοντροκωμωδίες η άλλα έργα με σκαμπρόζικα θέματα, «πιασάρικα» (επιθεωρήσεις η σεξοκωμωδίες η τηλεοπτικά αναμασήματα), χρηματοδοτούνται από τις Νομαρχίες ( η και απ’ τους Δήμους απευθείας) και χώνονται στις τοπικές διοργανώσεις φυτευτοί, με την σαθρή ιδεολογία πως ενισχύεται τάχα η τοπική παραγωγή. Κίνητρο αφελές με μπόλικη δόση πελατειακών προθέσεων. Τα μέλη των θιάσων αυτών είναι πάντα εν δυνάμει ψηφοφόροι. Και τα τρία και τέσσερα χρόνια Δραματικής Σχολής, τα πέντε της θεατρολογίας και η εμπειρία με σκηνοθέτες στα κεντρικά θέατρα; Και μια άλλη κεφαλαιώδης παράμετρος: η κρίση που μαστίζει, χρόνια τώρα την επαγγελματική τάξη των ηθοποιών. Πως έρχεσαι εσύ κύριε άσχετε αλεξιπτωτιστή που σιτίζεσαι από άλλο επάγγελμα (είσαι υπάλληλος, τεχνίτης, αγρότης, φοιτητής η επαγγελματίας) αυτοχρίζεσαι ηθοποιός και σκαρώνεις ευκαιριακά έναν θιασάκο και τρυγάς τους Δήμους και τις Νομαρχίες αλλά και πολλούς ιδιώτες επιχειρηματίες; Δε λέω, σπουδαία η ερασιτεχνία και έχει αποδειχθεί ζωογόνος τροφοδότης του θεάτρου μας αλλά έχω μια απορία που βρίσκω τώρα ευκαιρία να την διατυπώσω στους καλούς τοπικούς άρχοντες. Δε μου λέτε κύριοι θα αναθέτατε κάποιο τεχνικό έργο, την ανέγερση ενός σχολείου, την κατασκευή μιας γέφυρας, μιας οποιασδήποτε άλλης οικοδομής, μια μελέτη οικονομοτεχνική η την οδήγηση ενός δημοτικού αυτοκινήτου, σε άτομα που δεν έχουν τις απαιτούμενες γνώσεις, σπουδές και πτυχία; Γιατί λοιπόν εμπιστεύεστε την επιμόρφωση και την ψυχαγωγία των συμπολιτών σας σε τυχάρπαστους και αδαείς; Αρκετά με τους σαλταδόρους του θεατρικού επαγγέλματος. Δεν περιμένω φυσικά καμιά βελτίωση σ’ αυτή την πλευρά του πολύπλοκου και πολύπτυχου πολιτιστικού προβλήματος..

Μισαρχινισμένα και μισοτελειωμένα λοιπόν τα μισοπαρατημένα έργα και οι παραστάσεις τους (δε λογάριασα την «Οδό Καυκάσου», στα σκαριά κι αυτή με ζεσταμένες επιθυμία και πρόθεση κοντά κοντά και με τη Μαρίτα Τζατζαδάκη να υπομονεύει καρτερικά ) και με μια αφιλοτιμία, πες την ανευθυνότητα, απέναντι σε όλες αυτές τις εκρεμότητες κάθισα κι έγραψα την «Αργώ». Έναν μονόλογο όπου το καράβι ξετυλίγει την ιστορία της εκστρατείας, επικεντρωμένη στον ανέφικτο έρωτά της για τον Ιάσονα. Μπήκε κι αυτό στο φάκελο «Προς ενέργειαν». Για να δούμε τι θα ευδοκιμήσει απ’ όλα. Σε ανάλογη εκκρεμότητα βρίσκονται και τα θεωρητικά μου. Εκτός από την «Ιστορία της Ραδιοφωνίας», στην ίδια κρεμάστρα βρίσκεται και ο «Σοφοκλής Καρύδης» και η «Ιστορία της κριτικής», μια μελέτη για το παιδικό θέατρο, μια καταγραφή των παραστάσεων του Αριστοφάνη αρχινισμένη από χρόνια, όπως και η ψηφιοποίηση των δημοσιευμένων κριτικών μου, των «Θεατρικών», της «Μεσημβρινής», της «Ραδιοτηλεόρασης» και των άλλων εντύπων που φιλοξένησαν τα κριτικά μου σημειώματα κατά καιρούς.
Όλα τα παραπάνω εξομολογητικά τα σημειώνω για να αναφερθώ στα πρόσφατα πεπραγμένα και στα άμεσα προγραμματισμένα. Τέλος έτους και είσοδος στο τελευταίο της δεκαετίας και ένας απολογισμός δεοντολογείται απολύτως. Έγινε στο Cabaret Voltaire η διοργάνωση «Δεκέμβριος Μέρες Μεταξουργείου», έγινε η έκθεση φωτογραφίας της ομάδας ΦΥΓΕΣ και η προβολή του ντοκυμανταίρ για το Μεταξουργείου, παραγωγής του Πολιτιστικού Οργανισμού του Δήμου της Αθήνας, έγινε το μουσικοθεατρικό έργο της Μαίης Σεβαστοπούλου «Ήταν η Αθήνα…», έγινε το αφιέρωμα στον Δημήτρη Χριστοδούλου, (τίτλος «Στη γειτονιά του Κίκιζα, στον Άγιο Κωνσταντίνο» με εμβόλιμα τραγούδια του ποιητή) έγινε το αφιέρωμα στον Ιάκωβο Καμπανέλλη, (τίτλος «Στη γειτονιά των Αγγέλων») με ερμηνείες έργων του) δεν έγινε το αφιέρωμα στον Τάσο Λειβαδίτη λόγω μιας ασθένειας ηθοποιού. Κι αφού εκμετρήσαμε τις μέρες του 2009 μας τριβελίζει τι μέλλει γενέσθαι. Αρχίζουμε τον νέο χρόνο ( Δευτέρα 4 Ιανουαρίου) με το έργο της Μαίης Σεβαστοπούλου «Περμαγκανάτ», με παραστάσεις Δευτέρα Τρίτη, για δυο μήνες στο Cabaret Voltaire.
Μέσα στον Ιανουάριο πρέπει να αποφασιστεί τι θα κάνουμε το καλοκαίρι. .«Γιατί ο καιρός επείγει…». Κι αυτό γιατί πρέπει από τώρα να υποβληθούν οι προτάσεις σε διάφορες διοργανώσεις που άλλες αποφασίζουν νωρίς νωρίς κι άλλες Μάιο και Ιούνιο. Και τι να αποφασίσουμε για το καλοκαίρι; Αρχική σκέψη το Αρκάδι («Πες μας τι είδες Ουρανέ») με προορισμό βασικά την Κρήτη. Αν και οι προθέσεις του Δημάρχου Αρκαδίου είναι εισέτι αδιευκρίνιστες. Αντίθετα Νομαρχία και Δήμος Ρεθύμνου και Ηρακλείου έχουν εκδηλωθεί θετικά. Υπάρχει και η πιθανότητα θέματος μυθολογικού για να ενισχύσουμε τον θεματικό χαρακτήρα του φεστιβάλ Ταλλαία (για την επίτευξη του οποίου θεματικού χαρακτήρα και μας βράβευσε ο καλός Δήμαρχος του Κουλούκωνα Δημήτρης Κόκκινος). Μια ακόμα ιδέα μετεωρίζεται στον ορίζοντα των πιθανοτήτων. Παράσταση με έργο κωμωδία.
Αλλά και μετά την επιτυχία που είχε το θέαμα για τον Χριστοδούλου, αυτό με τον τίτλο «Στη γειτονιά του Κίκιζα στον Άγιο Κωνσταντίνο» παρουσιάστηκε στο Cabaret Voltaire. Αποσπάσματα απ’ το βιβλίο του ποιητή «Το Γούπατο» και εμβόλιμα τραγούδια του ποιητή, αναδεύεται η σκέψη μήπως και πάει αυτό το έργο σε Δήμους πέριξ του κέντρου. Η διανομή είναι καλή, δοκιμασμένη και έτοιμη. Παιδιά ζωηρά, προικισμένα, παίζουν και τραγουδάνε εξοικειώθηκαν με το θέμα και «δέσανε». Τι καλύτερο;
Δεν με εγκαταλείπει ωστόσο και η ιδέα μιας κωμωδίας. «Κλασικόπρεπης», κρητικής ιδιοσυγκρασίας αλλά και εξ ίσου και αναγεννησιακής. Τα βασικά στοιχεία: Κωμωδία + Έρωτες + Ίντριγκα + Γνήσιο Αναγεννησιακό ύφος + Δεκαπεντασύλλαβος + Κοστούμια εποχής και ζωντανή (λαγούτο, πιάνο) μουσική κρητοαναγεννησιακή + Τραγούδια. Ανάμειξη Χορτάτση (Κατζούρμπος) με Φώσκολο (Φουρτουνάτος) και με αναγωγές στη μυθολογία του Ψηλορείτη. Ποιος θα το στηρίξει; Υπολογίζω στο Αναγεννησιακό, στα Ταλλαία, στη Σύβριτος, στο Ηράκλειο; Ίσως. Θα δούμε. Αισιόδοξα τα δεδομένα ακόμα κι αν γίνει ο δεύτερος Καποδίστριας πριν απ’ τις δημοτικές του Νοεμβρίου.

ΠΑΙΔΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ

Έχουμε ωστόσο και ανοιχτό φάκελο με το Θέατρο στα σχολεία. Εκεί, με την αρμοδιότητα του μέλους της Επιτροπής εμπλέκομαι με τις ευθύνες των εγκρίσεων και των απορρίψεων. Εγκαινίασα την τακτική των σημειωμάτων. Μετά από επτά χρόνια προφορικών γνωματεύσεων ξεκίνησα το 2009 γραπτές τις κρίσεις μου με «απ’ όλα». Verba volant, scripta manent . Τα παραθέτω στη διπλανή στήλη με την διατύπωση που συντάχθηκαν απευθυνόμενα στην Επιτροπή του ΥΠΠΑΙ ως προσωπική άποψη του υπογραφόμενου.

Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2008

Για τους ερμηνευτές των ρόλων του έργου "ΠΡΩΙΝΟΙ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ"

Για το έργο δεν μπορώ να πως τίποτα. Αυτό μας έλλειπε. Είναι γνωστή άλλωστε η λαϊκή ρήση «Ο παπας εβλογάει τα γένια του». Το μόνο που μπορώ να σημειώσω είναι πως πρόκειται για ένα έργο συνειρμών.
Τολμώ ωστόσο να επιχειρήσω κάτι λιγότερο παρακινδυνευμένο, καταδικασμένο βέβαια κατά το μάλλον απ’ την δεοντολογία και οπωσδήποτε και απ’ την κοινή γνώμη. Τίποτα απ’ αυτά όμως δεν με αποτρέπει να σημειώσω ολίγα για τους ηθοποιούς που έπαιξαν τα πρόσωπα του έργου «Πρωινοί Επισκέπτες», κι αυτό όχι από συναισθηματική παρόρμηση η χρέος αλλά από καθαρά υποκίνηση θεατροκριτικής έξης. (Τριάντα πέντε χρόνια θεατρικής κριτικής επιφέρουν μια ισχυρή εξάρτηση). Με τα δεδομένα αυτά όμως ίσως και να είμαι με τους ηθοποιούς πιο αυστηρός παρά αν έκρινα τους ερμηνευτές ενός άλλου έργου.
Μηδενός εξαιρουμένου οι ηθοποιοί του έργου σχεδίασαν με συνέπεια τα σχήματα που τους ζητήθηκαν απ’ τη σκηνοθεσία και φυσικά πρόσθεσαν ανάλογα με την ικανότητα η την ευκολία του ο καθένας γεμίσματα, φωτοσκιάσεις, έρματα και όγκους. Στο διάστημα των 20 προβών (εκ των πραγμάτων δεν μπορούσαν να γίνουν περισσότερες) οι πρωτοβουλίες και οι μέθοδοι και οι προσωπικές ικανότητες του καθενός, τους συμπαραστάθηκαν στην επίτευξη ενός ικανοποιητικού αποτελέσματος. Η Κυρία (Νίκη Βουγιού) έλαβε ένα σωστό γκροτέσκο σχήμα με μια γερή δόση υστερίας αν και νομίζω πως σαν καρικατούρα βρέθηκε μερικές φορές σε απόσταση απ’ τις φόρμες των άλλων ρόλων που διαγράφηκαν με πιο ρεαλιστικές μολυβιές. Σ’ αυτό συνετέλεσαν οι συχνοί οξείς της τόνοι . Η Φιλίτσα Βουλιώτη διακρινόταν από μια υποκριτική αυθάδεια πολύ ταιριαστή στο χαρακτήρα του κοριτσιού που ερμηνεύει, μερικές φορές όμως η στάση αυτή θα μπορούσε να απαλύνεται για να ποικίλει η συμπεριφορά της ηρωίδας σε πιο φυσικά πλαίσια. Η ανάγκη υφέσεων γινόταν φανερή. Ωστόσο η ηθοποιός με βάση αυτό που πιο πάνω χαρακτήρισα υποκριτική αυθάδεια, κινείται σ’ όλη τη διάρκεια με αξιοπαρατήρητη συμμετοχή σ’ όλες τις φάσεις. Ο Νίκος Γιαννίκας σαν διανομέας του αιρετικού εντύπου δεν εβρισκε πάντα την κλίμακα του κωμικού που να τον οδηγούν απ’ το ηθογραφικό στο επιθεωρησιακό, όμως όσες φορές οι αναλογίες συμφωνούσαν το αποτέλεσμα ήταν απολαυστικό. Ο Ηλίας Νομικός εξωτερικά ανταποκρίνεται απολύτως στον νεαρό που προωθεί πολιτικά έντυπα και σε πολλά σημεία αυτό το πετυχαίνει και με το παίξιμό του, διατηρεί ωστόσο μια αίσθηση «άγουρου», εντύπωση που με τις φανερές προσπάθειες του εξαλείφεται αλλά όχι πάντα. Και τελευταία αλλά όχι έσχατη η εξαιρετική «Σάρτζεντ» της Μαρίας Πανουτσοπούλου. Το ολίγον αινιγματικό αυτό πρόσωπο του έργου, το περίπου ξοανικό, είναι από τη γραφή του ανολοκλήρωτο. Φαίνεται καθαρά πως εδώ η δραματουργία σκόνταψε. Με τα όσα της προσφέρθηκαν ωστόσο η ηθοποιός προχώρησε τον ρόλο σε πιο τονισμένη εικόνα. Με πλούτο και πλατιά γκάμα του ενίσχυσε το μυστήριό του, το απροσδόκητο των αντιδράσεων του, την αλλόκοτη εμφάνισή του. Έμεινε όμως ακαθοδήγητη στα κενά της κι εκεί ανακύπτει μια αμηχανία που διατηρεί αρκετή απ’ την ασάφεια του ρόλου. Είναι ξεκάθαρο πως ρόλοι και παράσταση χρειάζονταν λίγες πρόβες ακόμα. Δεν ξέρω πολλές παραστάσεις στην Αθήνα που να μην διατηρούν ένα τέτοιο αίτημα. Απλώς δεν το ομολογούν.

Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2008


Σαν πρόλογος στο πρόγραμμα της παράστασης των ΠΡΩΙΝΩΝ ΕΠΙΣΚΕΠΤΩΝ

Οι Επισκέπτες και εγώ ως οικοδεσπότης



Χρωστάω χάρη στα τέσσερα πρόσωπα που επισκέπτονται το διαμέρισμα της κυρίας το πρωινό που διαδραματίζεται το έργο. Πρώτη φορά οι ήρωες ενός θεατρικού με διευκόλυναν τόσο πολύ, μου προσφέρθηκαν τόσο γενναιόδωρα και μου παραχώρησαν τόσες ευκαιρίες να πω, δηλαδή να πουν, καθαρά και άμεσα τόσα απ’ αυτά που προβληματισμοί από καιρό με ωθούσαν να εκφράσω. Μήπως όμως δεν χρωστάω χάρη στην οικοδέσποινα, την αγαθή κυρία Καίτη, που επιπόλαια ανοίγει την πόρτα της στους πολιορκητές και προσφέρεται ανοχύρωτη στους σκοπούς τους;
Δεν είναι νομίζω σωστό να προχωρήσω περισσότερο στο φυλλάρισμα του έργου και στα ιδιαίτερα των προσώπων του, γιατί υπάρχει κίνδυνος να σας στερήσω την έκπληξη του ξεδιπλώματος της πλοκής του, ωστόσο δεν διακινδυνεύω στο παραμικρό αν σας εμπιστευθώ πως προβληματίστηκα πολύ όταν ήρθε η ώρα να χαρακτηρίσω το πόνημά μου. Μήπως πρόκειται για σατιρική κωμωδία, αναρωτήθηκα, η του πάει άραγε πιο ταιριαστά κάτι που να περιέχει και το χαρακτηρισμό συμβολισμός; Είναι αναμφισβήτητο πως και η οικοδέσποινα κυρία Καίτη, όπως και η σπουδάστρια Μαρία, και ο επίδοξος συγγραφέας νεαρός Νίκος και ο άνθρωπος του θεού κύριος Ανδρέας Καλλογερόπουλος είναι συμβολικές παρουσίες μιας υπερπολυμορφικής, συγκεχυμένης και διαταραγμένης κοινωνίας , είναι όλοι τους ταυτόχρονα πολιορκητές και πολιορκημένοι, θύτες και θύματα , φορείς και φερόμενοι, πλάνητες , πλανητές και παραπλανημένοι, στόχοι και σκοπευτές. Μετά σκόνταψα στην υποψηφιότητα του όρου ηθογραφία. Και βέβαια περί ηθογραφίας πρόκειται. Ηθογραφικές φιγούρες δεν είναι τα ανθρωπάκια μου; Αλλά και ο όρος θρίλερ του πάει πολύ περισσότερο και σκόπιμα γίνονται αναφορές στην αμερικάνικη κινηματογραφική κουλτούρα. Άλλωστε το σκαρίφημα της μυστηριώδους Σάρτζεντ εκεί δεν παραπέμπει; Όσον αφορά τον χαρακτηρισμό του έργου καταλήξτε, σας παρακαλώ εσείς για λογαριασμό μου, ειδ’ άλλως ας ελπίσουμε πως κάποιοι θεωρητικοί μπορεί να καταδεχτούν να επιστρατεύσουν τους σημειολογικούς τους κώδικες και να φωτίσουν κι εμένα και σας.
Απ’ τη μια μεριά ευτυχώ τις συγκυρίες που με απασχόλησαν πολύ καιρό με την δραματοποίηση των πανάρχαιων μύθων του πατρικού μου όρους, του Ψηλορείτη. Δε μετανιώνω που γοητεύθηκα απ’ τα μαγνάδια του δεκαπεντασύλλαβου κι απ’ την ποίηση των «κύκλων και των γυρισμάτων» της μακραίωνης παράδοσης της Κρήτης. Ακόμα όμως και μέσα απ’ αυτό το δεσμευτικό αγκαζάρισμα κάτι μπόρεσα να πω και για τους θεούς και για τους δαίμονες που οι φόβοι τους στοιχειώνουν και καθηλώνουν τους ανθρώπους και τους υποδουλώνουν. Ίσως κάτι μπόρεσα να υπαινιχθώ και για τις κάθε λογής εξουσίες, τις σκοπιμότητες που εξυπηρετούν και εξυπηρετούνται, την θλιβερή άγνοια των ανθρώπων που χιλιάδες χρόνια δεν μπορούν παραμερίζοντάς τους εκμαυλισμούς να δουν , να καταλάβουν και να αλλάξουν τη μοίρα τους. Ίσως κάτι μπόρεσα να πω για όλα αυτά, μα οι μύθοι έχουν τις νεφέλες τους και οι στίχοι απαιτούν τα μέτρα τους και η παράδοση προβάλει την δίκαιη απαίτηση της αυτή να προηγείται. Απαιτεί αφοσίωση η παράδοση και ξελογιάζει τον συγγραφέα και τον αποστρέφει απ’ τα επίκαιρα δεινά. Δεν είμαι ωστόσο καθόλου αγνώμων προς την Ευρώπη, τον Κάδμο και τον Δία. Μήπως κι αυτοί δεν αντιτάχθηκαν στην εξουσιαστικά μανία του Τυφώνα και της άγριας μάνας του της Γαίας που διεκδίκησαν την κυριαρχία του κόσμου, την πήραν και ανέτρεψαν τη θεά Αρμονία από το θρονί της. Κι ο Τάλως , προασπιστής του καλού, δεν απέτρεψε το μιασμένο ζευγάρι Μήδειας και Ιάσονα να μολύνουν πατώντας το ιερό νησί που είχε ταχθεί από το Δία να το φυλάει; Και ο Χορτάτζης με την Εργίνα δεν ανακύκλωναν με το ανακάτεμα των εποχών τα αλισβερίσια των θεών και των βασιλιάδων; Το ίδιο και η Φρονίμη, η πριγκιπέσσα της Αξού, δε συγκρούστηκε με τον βασιλιά πατέρα της τον Ετέαρχο και ξεσήκωσε το λαό εναντίον του, όταν αυτός, για την εξουσία συμμάχησε με τους εισβολείς Αχαιούς; Και τέλος οι φετινές Αλοΐδες δε αναστήσανε απ’ τα βάθη των αιώνων την ερχέγονη προσταγή, πάνω από θεούς, ιερατεία και αρχόντους κι έφθασαν στα μεταγενέστερα βενετοκρατούμενα χρόνια για να πολεμήσουν το κακό, τονίζοντας πως το σύμπαν είναι θεμελιωμένο στο καλό, δηλαδή στις δομές εκείνες που του επιτρέπουν να λειτουργεί αρμονικά; Ώστε δεν άφησα την πενταετία να κυλήσει χωρίς την στόχευση που κάθε συγγραφέας πρέπει να έχει στο στόχαστρό του. Και οι δικοί μου στόχοι ήταν και είναι οι εξουσίες, τα οφίκια, οι κραταιότητες , κυρίως όταν διατηρούνται με την τρομοκρατία πνεύματος, ψυχών και σωμάτων. Ναι, αναφέρθηκα σε όλα τα έργα μου του κρητικού κύκλου για τις σκέψεις μου που η καταγγελία τους με συνέχει πολλά χρόνια. Μα είπα πιο πάνω πως η παραμυθένια όψη των έργων και των παραστάσεων νόθευαν την οξύτητα του μηνύματος τους.
Πριν επιστρέψω στους τωρινούς Επισκέπτες έχω υποχρέωση να μην παραλείψω τις Εταίρες. Εννοώ τις Εταίρες του Αλκίφρονα. Τα ελευθεριάζοντα αυτά κορίτσι του 4ου αιώνα, που ανέβασα το 2004 στο θέατρο «Βαφείο», μου προσφέρθηκαν κι αυτά σαν εξαίσια πρόφαση να στιγματίσω τα ιερατεία και τις διαπλοκές των παπάδων με τους σοφιστές, τους πολιτικούς και τους δικαστές. Δεύτερος τίτλος του έργου ήταν άλλωστε «ποιος σκότωσε τη Βακχίδα» και πιο πιθανός ύποπτος για το φόνο της άφηνα να εννοηθεί πως ήταν το παπαδαριό της Ελευσίνας, επειδή η αγαθή εταίρα φλυάρησε, λέει για τα απόρρητα των Μυστηρίων. Για τον ίδιο λόγο, σύμφωνα με το έργο έστειλαν οι ιερείς τη Φρύνη στο δικαστήριο με την κατασκευασμένη κατηγορία της ασέβειας.
Τώρα με τους Πρωινούς Επισκέπτες δεν δεσμεύομαι να καταφύγω σε προφάσεις, ούτε ντύνω τους στόχους μου με μεταλλαγές. Αν οι ήρωές μου φάσκουν και αντιφάσκουν, αλλάζουν ιδέες και μεταστρέφονται σε διάφορες κατευθύνσεις είναι γιατί η αυθεντικότητά τους το επιβάλει. Αυτοί είμαστε . Δεχόμαστε την μια άποψη και την άλλη στιγμή προσχωρούμε σε κάποια άλλη. Κι έτσι η πραγματικότητα συγχέεται και η όποια αλήθεια χάνεται και στη θέση της μια άλλη εγκαθίσταται. Κι ο σύγχρονος άνθρωπος, σε πλήρη και συνεχή ιδεολογική σύγχυση άγεται και φέρεται, έρμαιο των σκοπιμοτήτων και των μεθοδεύσεων που ειδικοί ντίλερ ιδεολογιών, υπονοιών, σκοπών και συμφερόντων τους διοχετεύουν.
Ως εδώ με τους Επισκέπτες. Ας αφήσω τα άλλα να σας τα πουν οι ίδιοι..
Δεν είναι κακή η ευκαιρία σ’ αυτό το σημείωμα να προσθέσω κάτι ακόμα, κάτι που συνδέεται με τα όσα των προθέσεων μου είπα πιο πάνω. Καταγγελίες των πολιτικών εξουσιών ανέφερα πως είναι οι στόχοι των έργων της «Θεώρησης», της κάθε μορφής και τάξης εξουσιών. Όχι μόνο των ιερατείων, των εκ θεών εξουσιών, ούτε μόνο των κοσμικών μα και των πνευματικών, των καλλιτεχνικών, των διοικητικών, των μορφωτικών, των εκπαιδευτικών, των πληροφοριακών κι ακόμα της εξουσίας των πονηρών, των τάχα ειδημόνων και των επιτηδείων. Μα προς θεού να μη λησμονηθεί και η πολύμορφη εξουσία των ηλιθίων, των μικροπρεπών, των ιδιοτελών, των ανενδοίαστων, των βολεμένων.
Καλέ μου και υπομονετικέ αναγνώστη θέλω να γράψω έργα για όλες αυτές τις ποικιλίες και για όσες άλλες καθημερινά τα τρέχοντα μας πληροφορούν, για τα πρόσωπα και τα προσωπεία τους, για τις εξαγορές και τις χορηγίες και για την ασύδοτη αρπακτικότητα που κι αυτή μια ακόμα εξουσία στοιχειοθετεί. Ελπίζω και εύχομαι κάτι να προλάβω να πω ακόμα για όλα αυτά. Κι όσα δεν προλάβουμε να τα θίξουμε με έργα τα λέμε με την θέση και τη στάση του σχήματος που υπηρετούμε και μας υπηρετεί.

Στα δεκαοκτώ χρόνια που η Θεώρηση πορεύεται, ακολούθησε την αρχή να μην εκλιπαρήσει την αρωγή της Πολιτείας από άποψη πως η τέχνη πρέπει και μπορεί να επιβιώνει μόνη της και αδέσμευτη αλλά και από βαθειά αποστροφή στους πολιτικούς , στους κανόνες και στις πρακτικές τους. Ακολούθησε από αξιοπρέπεια την αρχή να μην ζητιανέψει προβολή και δημοσιότητα. Το κατάντημα καλλιτεχνών που γδύνονται τσίτσιδοι και «παίζουν» σε αποχωρητήρια για λίγη προβολή δείχνει την κατακόρυφη πτώση , όχι μόνον των ευτελών μα και του ίδιου του συστήματος που ευνοεί την κατάντια. Και το χειρότερο είναι πως οι κρατούντες, οι άνθρωποι των αποφάσεων επηρεάζονται κι αυτοί και αποφασίζουν από τέτοιες η παρόμοιες δημοσιότητες, χωρίς περίσκεψη, χωρίς αιδώ.
Αν δούμε τα πράγματα σε ευρύτερη ενατένιση. Μπορούμε χωρίς δισταγμό να διαπιστώσουμε πως ενώ είμαστε ένας λαός και με παράδοση και με αξίες, με ικανότητες και επιδόσεις αξιοσημείωτες με ιδιαίτερες δημιουργικές δυνατότητες σε πολλούς χώρους, έχουμε δυστυχώς την κακή μοίρα να μας διαφεντεύουν οι χείριστοι του γένους και από μορφωτική και από ηθική άποψη. Αναφερόμαστε απερίφραστα στους πολιτικούς. Είμαστε ωστόσο πολύ αρνητικοί και για όλους όσους απ’ το χώρο της τέχνης και της επιστήμης, σπεύδουν και περιβάλλουν τα ανδράποδα της εξουσίας για τίτλους, λεφτά, θέσεις και διακρίσεις.
Πραγματοποιήσαμε την παραγωγή τριάντα έργων, (και πολλών άλλων παράλληλων πρωτοβουλιών και δραστηριοτήτων) με παραστάσεις σ’ όλη την Ελλάδα, και στο πρόγραμμά μας υπάρχουν ακόμα τρία έργα πριν απ’ το καλοκαίρι, χωρίς να ζητήσουμε, ούτε φυσικά να λάβουμε, ούτε μια δραχμή από κανέναν φορέα. Γεννάει μήπως κάποιες σκέψεις αυτό; Εννοούμε μήπως τίθεται ζήτημα για την αναγκαιότητα των τόσων πολλών και τόσο απαιτητικών εκβιαστικών διεκδικήσεων.

Πόσες ζωές πρέπει να’ χει κανείς Οδυσσέα και πόσο σθένος για να στοχεύσει με το βαρύ σου τόξο όλη αυτή την άθλια συρροή τόσων μνηστήρων.

Χρωστάω χάρη στους ηθοποιούς που ζωντανεύουν τα πρόσωπα των Επισκεπτών, την ίδια χάρη χρωστάω και στις τρεις συνεργάτιδες μου στη κίνηση, στη μουσική και στα κοστούμια της παράστασης. Όπως χάρη χρωστάω σ’ όλα τα παιδιά και τα κορίτσια που στα 18 χρόνια της Θεώρηση στελέχωσαν την ομάδα και ζωντάνεψαν τους ρόλους και τα οράματά μας. Τους χαιρετώ και τους ευχαριστώ όλους.

Γιώργος Χατζηδάκης

Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2008

Χωρίς την αγωνία της Nouvelle Cuisine

Ο ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ ΤΟΥ ΔΗΠΕΘΕ ΡΟΥΜΕΛΗΣ


Σοβαρή, αξιοπρεπής και σεβαστική η παράσταση του Προμηθέα από το ΔΗΠΕΘΕ Ρούμελης. Και φιλότιμη, καλοκρατημένη και με αξιοσύνη η ερμηνεία του μεγάλου ρόλου από το Χρήστο Καλαβρούζο. Η μετάφραση του Παναγιώτη Μουλά δεν είχε διαστάσεις, ούτε κατά προσέγγιση στα μεγέθη που απαιτούν αφ’ ενός η αισχύλια γραφή κι αφ’ ετέρου τα όντα που διασταυρώνονται και συγκρούονται στο υπερκόσμιο τοπίο. Η μουσική του Μιχάλη Χριστοδουλίδη αντίθετα είχε συχνά ήχους και μέτρα ενός υπερβατικού περιβάλλοντος.
Ο χορός των Ωκεανίδων της Έρσης Πίττα αταίριαστα καλαίσθητος. Αισθητικές κινήσεις και εναλλαγές σαν αναφορές σε κυματάκια απάνεμης ακρογιαλιάς κι όχι σε μανιασμένα νερά που σπάνε στα πόδια του τιτάνιου βράχου. Η Λαλούλα Χρυσικοπούλου ακολούθησε την πείρα και το αισθητήριό της κι έφτιαξε ένα λιτό και υποβλητικό σκηνικό. Τα κοστούμια της Ελένης Δουνδουλάκη, σχεδιασμένα με αίσθημα και ταλέντο πρόσφεραν στο θεατή πολύ ωραίες εικόνες, αλλά όχι το δέος του μυθικού και του γιγαντιαίου.
Η Ιώ που πρότεινε η Γιούλη Τάσιου ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις του ρόλου, υστέρησε ωστόσο φωνητικά κι αυτό είναι ένα ζήτημα που η καλή νέα ηθοποιός πρέπει να προσέξει. Των ηθοποιών η απόδοση άξια επαίνων έστω κι αν προδιδόταν συχνά η ανεπάρκεια κάποιων για το είδος με αισθητές ηθογραφικές αποκλίσεις. Αξιέπαινα επίσης τα κορίτσια του Χορού που υποστήριξαν φιλότιμα την χορογραφία και πρόσφεραν ωραία σύνολα.

Γ.Χ.

Παρασκευή 13 Ιουνίου 2008

Απόψε, χωρίς έκπληξη

Ένα θέαμα καμπαρέ που δεν βρήκε τα χνάρια του από την ομάδα «Θεατρομάθεια»στον πολυχώρο ΑΓΚΥΡΑ. Ένας κωμικός σολίστας κλοουνίστικου ήθους, μια καθαρίστρια που μπαίνει συνεχώς στη σκηνή και του διακόπτει τον μονόλογο , ο θιασάρχης με το αυταρχικό προφίλ του εξουσιαστή, μια τυφλή χαρτομάντισσα και μια τραγουδίστρια, μετρέσα του θιασάρχη που κάνει διάφορα για να επιβεβαιώνει την εξουσία της. Τι ωραίος σκελετός για να στηθεί ένα αριστουργηματικό σενάριο για ένα θέαμα καμπαρέ. Ο Τάκης Χρυσούλης, πνεύμα ανήσυχο δεν στέκεται σ’ αυτήν την επιφάνεια. Προχωρεί και σε βαθύτερες νύξεις. Τα ονόματα των προσώπων σημαίνουν. Οι ερμηνείες των συμπλέξεών τους παραπέμπουν σε μεταφυσικές η μυστηριακές έννοιες. Καριμάν ο κωμικοτραγικός άξονας, Αλουτέρ, Ηλιάμ, Μυριά και Βιβιάν δεν είναι τυχαίες επιλογές και μόνο η ηχητική τους σε μεταφέρει σε βιβλικές ατραπούς... Κάπως, λοιπόν το απλοϊκό στόρυ του καμβά για θέαμα καμπαρέ έχει και υποδόριες διαδρομές προς πολυπλοκότερους προβληματισμούς. Η διαπραγμάτευση του όλου αυτού πονήματος ωστόσο αδίκησε τις προθέσεις και δεν έφτασε σε αποτέλεσμα ανάλογης αξίας με τις εμπνεύσεις. Χανόταν αρκετές φορές σε περιττολογίες, ξεστράτιζε και βυθιζόταν κενά ανούσια. Ένας ικανός και καταξιωμένος δημιουργός δεν έφτασε στον προορισμό που είχε τάξει.
Η σκηνοθεσία του συγγραφέα δεν διόρθωσε τις αδυναμίες του κειμένου. Οι χαρακτήρες των προσώπων δεν χαράχτηκαν με σταθερές γραμμές ούτε με την μπαγκέτα του σκηνοθέτη. Δεν σταθεροποίηθηκαν τα σχήματά τους έτσι ώστε να ξεχωρίζουν ο ένας απ’ τον άλλο. Η καθαρίστρια ήταν περισσότερο μπελ φαμ, ο θιασάρχης μόνο στο μαύρο σμόκιν επιδιώχθηκε το αμφίφυλλο της ρετσέτας είδους, κατά τα άλλα ήταν μια χυμώδης γυναίκα. Τα ίδια αφορούν και το πρόσωπο της χαρτορίχτρας και της ντιζεζ. Το γραφικόν παραβιάστηκε απ’ το φιλάρεσκον. Και οι τέσσερις (Έλενα Ρουμελιώτη, Ζωή Σαντά, Τζούλη Τσόλκα και Νατάσσα Κρητικού) ήταν υπέροχες, όμορφες, χάρμα ιδέσθαι, πλην όμως του ρόλου μακράν. Και ερχόμαστε στον άλλο πόλο. Το κορίτσι με το αναμφισβήτητο ταλέντο, την Αλίκη Κατσαβού. Έχω δει την εξαιρετική αυτή ηθοποιό σε πολλούς και διάφορους ρόλους και θαυμάζω κάθε φορά την προσαρμοστικότητα της. Υπάρχουν ηθοποιοί που είναι εφοδιασμένοι από τη φύση με αισθητήρια προσανατολισμού και τους οδηγεί προς την ιδιοσυγκρασία του κάθε ρόλου; Αυτό με κάνει να πιστεύω η περίπτωση της Αλίκης Κατσαβού. Στον συγκεκριμένο ρόλο του ιδιόμορφου κωμικού σολίστα (του καταπιεσμένου ανθρωπάκου, με ολίγον Σαρλώ στη δοσολογία του και με πολύ και πολλά απ’ τους αρχετυπικούς προγόνους του) του Καριμάν, η ηθοποιός «μπήκε» σωστά στους κώδικες. Θα είχα να τις επισημάνω ωστόσο πως συχνά παρασύρεται από μια σπατάλη σε μούτες και γκριμάτσες. Μια πιο «οικονομική» ερμηνεία θα πλησίαζε το ιδανικό. Το κοστούμι της αδικούσε κι αυτήν και το ρόλο.

Γιώργος Χατζηδάκης