Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2018

Πρόταση παραστασιοποιημένης αφήγησης



Θουκυδίδης : Μαθήματα πολέμου                   

Υπόγειο Μεγάρου Μουσικής


Δεν κρίνεται με τις συνήθεις μεζούρες η παράσταση «Μαθήματα πολέμου» κι αυτό επειδή δεν είναι μια παράσταση σαν όλες τις άλλες. Ο κριτικός στέκεται αμήχανος πάνω απ’ το πληκτρολόγιο του.  Πρέπει να παρατήσει στην άκρη τους κώδικες του, τους κανόνες και τους τύπους.  Αναλογίζεται και ανακαλεί εικόνες και εντυπώσεις, κείμενο, εκφορά, τις εμπνεύσεις που μετέτρεψαν το λόγο του Θουκυδίδη σε παραστασιοποιημένο αφήγημα με αλληλουχία σκηνών ποίησης και θηριωδίας και διαπιστώνει πως δεν έχει να αντιμετωπίσει μια θεατρική παράσταση με τις καθιερωμένες δομές της αλλά ένα σκηνικό σύμφυρμα, ένα συμπίλημα ευφάνταστων ευρημάτων, συνταιριασμένο στην εξυπηρέτηση μιας  εξιστόρησης ανάγλυφων εντυπώσεων. Κι εδώ έχουμε μια ιδιαίτερη παρατήρηση. Πώς ο ρήτορας επιλέγει με φαντασία και προσοχή τις φράσεις που θα αιχμαλωτίσουν την προσήλωση του ακροατή του έτσι και ο Δημήτρης Λιγνάδης θα κινηθεί μέσα απ’ τον λόγο του Θουκυδίδη, θα ελιχθεί μέσα απ’ τις περιγραφές και τις αφηγήσεις και θα διαλέξει κομμάτια για να τα ζωντανέψει άλλοτε με αποστασιοποιημένη πραότητα κι άλλοτε φορτισμένα με την αγριότητα μιας ανελέητης σφαγής. Διαλέγει τμήματα του κειμένου, μεγάλα η μικρά εδάφια για τα μετατρέψει σε μάθημα, σε επιτελική πολεμική σύσκεψη, σε εικόνα ειρηνικής σπουδής, σε λόγο διδακτικό, σε ρεαλιστικές εξαγγελικές ανακοινώσεις και σε σκηνές πολεμικής αλλοφροσύνης. Στην  επιτυχία αυτών των επιλογών έγκειται νομίζω η κύρια αρετή αυτής της παραστασιοποιημένης σκηνικής σύνθεσης.


Σ’ αυτό το συγκεκριμένο  δημιουργικό του σύνθεμα ο Δημήτρης Λιγνάδης δεν θα πρέπει να αντιμετωπιστεί  μόνο με μια τυπική εγκωμιαστική κριτική για το επίτευγμα του, όπως και ο Γιάννης Λιγνάδης και η μεταφραστική του δουλειά και τις δικές του προτάσεις και επιλογές. Θα αδικηθούν κατάφορα και οι δυο με έναν έπαινο η μερικά εντυπωσιασμένα επίθετα. Η προσέγγιση ενός ιστορικού κειμένου, με τον εναργή τρόπο που τα δυο αδέλφια Δημήτρης και Γιάννης Λιγνάδης, στον τομέα του ο καθένας, έφτασαν το  αποτέλεσμα που είδαμε αποκαθιστά, κατά έναν τρόπο, την επαφή με τους ραψωδούς και αοιδούς, την επαφή που διακόπηκε όταν οι τραγικοί άρχισαν να αποσπούν επεισόδια από τους μεγάλους μυθολογικούς κύκλους για το θέατρο, το καινούργιο είδος αφήγησης που προέκυψε από τον 6ο αιώνα και ύστερα.


Εκτός απ’ τις δυο αναφορές που έχουμε στην Οδύσσεια για δυο ραψωδούς, τον Δημόδοκο και τον Φήμιο, καμιά άλλη πιο συγκεκριμένη νύξη δεν διαθέτουμε για τον τρόπο που τελούνταν οι αφηγήσεις των επών. Ψάλλονταν προσωδιακά υποθέτουμε, απαγγέλλονταν μήπως, υπήρχε ίσως συνοδός και κιθαρωδός, αν χρησιμοποιήθηκε κάποια στιγμή δεύτερο πρόσωπο για μεγαλύτερη έμφαση, δεν μπορούμε να βασιστούμε σε καμιά πηγή αλλά μόνο να φανταστούμε τις μορφές και τους αυτοσχεδιασμούς που οι περιπλανώμενοι για αιώνες παραμυθάδες αφηγούνταν τις μυθικές ανδραγαθίες και τους ιστορικούς πολέμους του παρελθόντος. Ούτε με ποιό τρόπο αποδίδονταν οι περιπετειώδεις περιγραφές των ποιητικών κειμένων, οι πολεμικές σκηνές, οι άγριες μονομαχίες. Είναι σαφές πως το αρχαίο θέατρο διέκοψε την εξέλιξη των αφηγήσεων των επών περνώντας  στην καινούργια αναπαραστατική δυνατότητα του δράματος. Αναμφισβήτητα η δραματοποίηση ήταν μια πρόοδος στην αφηγηματική τεχνική των μοναχικών και περιοδευόντων ποιητών. Δεν μπορούμε να την φαντασθούμε ακόμα και αν δοκιμάσουμε να σχηματίσουμε μια ιδέα μελετώντας την εξέλιξη που είχε η αφήγηση των μυθολογικών περιστατικών στη Ρώμη από τον 3ο αιώνα και ύστερα. Τότε που η σκηνογραφία, η γλυπτική με τις ευφάνταστες τεχνοτροπίες και οι μηχανικές εξελίξεις έστηναν εντυπωσιακές εικονογραφικές συνθέσεις. Η έλλειψη περισσότερων στοιχείων για τις αφηγηματικές αναπαραστάσεις σταματάει ίσως ως εκεί.
Με την παράσταση που είδαμε στο υπόγειο του Μεγάρου βρεθήκαμε σε μια σχεδόν αποκαλυπτική δυνατότητα συνέχειας αυτής της διακοπής. Γίναμε μάρτυρες μιας εντυπωσιακής πρότασης για μια σύνθεση αφηγηματικού λόγου, αναπαραστατικών σκηνών με ποιητική ελλειπτικότητα, με πολεμικό μένος, με μουσική σύμπλεξη στις εναλλασσόμενες φάσεις των ιστορικών περιγραφών που ανεβοκατέβαιναν σε άγριους και ήπιους κυματισμούς, σαν ένας μανιώδης χορός με τον Άρη και τον Διόνυσο, με τους ηθοποιούς άλλοτε σαν σπουδαστές που μελετούν τα κείμενα κι άλλοτε πολεμιστές, τους ίδιους  εξάγγελους, ήρωες και μάρτυρες των αιματηρών γεγονότων. Συνοπτικά μια ισχυρή εντυπωσιακή εμπειρία για τον θεατή αλλά μια αιφνιδιαστική αποκάλυψη για τον κριτικό.
Ύστερα απ’ αυτή την στάση, την εξέλιξη, την ιδέα, οι προσεγγίσεις με ανάλογους τρόπους των μεγάλων αφηγηματικών κειμένων της αρχαίας και της ελληνιστικής γραμματείας, τον Ηρόδοτο, τον Παυσανία, τον Πλούταρχο, τους Αλεξανδρινούς επικούς, όπως τον Απολλώνιο Ρόδιο με τα «Αργοναυτικά» η τον Νόννο Πανοπολίτη με τα «Διονυσιακά», η τον Διόδωρο το Σικελιώτη. Ακόμα τα εγκαταλελειμμένα Κύκλια Έπη, όσα αποσπάσματα σώζονται αλλά και το σώο «Τα μεθ΄ Όμηρον» του Κόιντου του Σμυρναίου. Και σε μεταγενέστερες πηγές στους βυζαντινούς Ψελλό και Σκυλίτζη και στα λαϊκά έπη, στη «Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου» του Ψευδοκαλλισθένη, στον «Κρητικό Πόλεμο» του Μπουνιαλή και το «Χρονικό του Μορέως» και τόσα άλλα. Ο τρόπος προσέγγισης με προσιτό και εύληπτο λόγο, με γλωσσικές μεταφράσεις και τροποποιήσεις, στην εκφορά και την δραματοποίηση, στη μουσική συμμέθεξη με τον λόγο που μας προτάθηκε, στην εικαστική υποβλητικότητα των αλλεπάλληλων εικόνων, βρίσκεται νομίζω η σοβαρή, η σοβαρότερη μέχρι σήμερα πρόταση να στραφούμε στα πλούσια κοιτάσματα της παράδοσης μας. Μια νέα αντίληψη που θα μας επιτρέψει να ξεκόψουμε επιτέλους από την εξαντλητική κατάχρηση των αρχαίων δραμάτων και να επικοινωνήσουμε με γνήσιο και ανόθευτο θεατρικό τρόπο και με άλλα αρχαία και νεότερα κείμενα που στοιχειοθετούν την διαδρομή του ελληνισμού.
Κι ερχόμαστε στο συγκρότημα, στο σύνολο των λειτουργών, στην ομάδα, στο θίασο που ευλόγησε, που ευνόησε, που εύπραξε το έργο το σπουδαίο. Στη σκηνή κυριαρχεί η παρουσία του σκηνοθέτη που σαν διευθυντής ορχήστρας συνεργεί και  συμμετέχει καθοδηγώντας την πορεία της εξέλιξης, έχοντας  μέρισμα αφήγησης και υπόκρισης. Σφιχτή, δραστήρια και ενεργητική με συνεχή εμφαντικότητα η ομάδα που αποτελείται από την Aurora Marion, τον Βασίλη Αθανασόπουλο, τον Κώστα Νικούλι, τον Ανδρέα Καρτσάτο και την Κατερίνα Πατσιάνη, νέοι και προικισμένοι όλοι. Κεφαλαιώδης η συμμετοχή της μουσικής στο συνολικό αποτέλεσμα είναι σύνθεση του Θοδωρή Οικονόμου. 
Και να συμπληρώσω πως στις αξίες του παραπάνω σκηνικού ντοκουμέντου δεν έχει σημαντική θέση το αντιπολεμικό του κήρυγμα έχει όμως εξαιρετική σημασία η διάδοση του λόγου του Θουκυδίδη και με υπογράμμιση πρέπει ο σχολιαστής της σκηνικής αυτής μεταφοράς να μην παραλείψει να επαινέσει ανάμεσα στα άλλα και την έμπνευση να συστήνονται οι ηθοποιοί με τα ονόματα τους, πρόβλεψη για να τον θεατή να μην παγιδευτεί συναισθηματικά από τα περιστατικά αλλά να παραμείνει αντικειμενικός δέκτης του ιστορικού λόγου. Ευρηματική προσπάθεια αποστασιοποίησης, που την τόνισε η εισαγωγή της καθηγήτριας ιστορικού Ανδρονίκης Μακρή, χρήσιμη πληροφόρηση αλλά και ενισχυτική του χαρακτήρα της ψυχρής προσέγγισης των γεγονότων. Να μην παραλείψουμε για λόγους καθαρά ηθικούς αλλά και ευρύτερα ουσιαστικούς να αναφέρουμε πως τα «Μαθήματα Πολέμου» αποτελούν συμπαραγωγή της Dramaticus και του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών σε συνεργασία με το Σωματείο Διάζωμα, στο πλαίσιο του κύκλου ΘΕΑΤΡΟ@MEGARON UNDERGROUND καθώς και με την υποστήριξη του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού. Πρωτοβουλίες επαινετές.

Γιώργος Χατζηδάκης


Διθυραμβικοί έπαινοι του ξένου τύπου για την παράσταση 

Δεν υπάρχουν σχόλια: