Κυριακή 14 Ιανουαρίου 2018

Έργο καταγγελτικό σε αμπαλάζ ευτράπελο


Ελένης Ζιώγα : Η Καρφίτσα                                                                             ή απλά μαθήματα επιβίωσης                                                                                
Θέατρο BIOS



Ιδιόμορφη γραφή και δραματουργική δόμηση είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του έργου της Ελένης Ζιώγα που είδαμε στο χώρο του BIOS. Ένας γκροτέσκος σχεδιασμός και  πρόσωπα με υπερβολές σαν καρικατούρες κι άλλα ξεσηκωμένα από την πινακοθήκη των μπουφόνικων κωμωδιών, μονόλογοι φαινομενικά παράταιροι και σατιρικοί, εμφανίσεις απροσδόκητες και σχεδόν κωμικές, διεξαγωγή σε ροή σουρεαλιστική, υποκριτικές κυμαινόμενες από το επιθεωρησιακό στο δραματικό, όλα συγκλίνουν σε ένα θέαμα μάλλον υπερρεαλιστικό όχι στο απολύτως φευγάτο - μα σε είδος που πλησιάζει στον Ζενέ περισσότερο παρά στο Ζαρρύ - και σε προέκταση μάλλον αναρχικό. Μια υπόθεση που ξεκινάει από την κλοπή μιας καρφίτσας φθάνει σε μια τρομοκρατική ενέργεια, μια βόμβα που σμπαραλιάζει ένα  ενεχυροδανειστήριο και σε δυο φόνους που δίνουν στη συγγραφέα την ευκαιρία να προεκταθεί σε πολιτικούς, ηθικούς και μεταφυσικούς προβληματισμούς. 

Πολλές οι νύξεις για τις κοινωνικές δομές, για τις παραβιάσεις της λογικής συνέπειας, για τις ανατροπές και ανακολουθίες των ορισμών, για τις αντιφάσεις την θεσμών, για τις αντινομίες των νόμων και τις αθετήσεις των κανόνων μιας κοινωνίας που πορεύεται με βηματισμό άτακτο, αντικανονικό και παράλογο. Ένα κριτικό σημείωμα δεν επαρκεί να πιάσει όλες τις άκρες που προτείνει το έργο για σχολιασμό, αναγνώριση και πολύ περισσότερο ανάλυση. Δεν είμαι βέβαιος ωστόσο αν οι προθέσεις της συγγραφέως στοχεύουν σε μια τέτοια επεξεργασία από μέρους της κριτικής και μου φαίνεται εντελώς ουτοπικό να περιμένει από τον θεατή να μπει ψηλαφητά στα δαιδαλώδη κυκλώματα συλλογισμών και αιτιάσεων που προκαλεί ο προβληματισμός του έργου. Οπωσδήποτε είμαι βέβαιος πως η Ζιώγα δεν στήνει τα μονολογάκια της και τα πρόσωπα των ηρώων της απλώς και ως έτυχε. Μόνο που η σφιχτή πυκνότητα των σημάτων που βάζει δεν «πιάνεται» εύκολα. Το έργο είναι δυσπρόσιτο περισσότερο και απ’ τον απλοϊκό χαρακτηρισμό «δυσκολάκι», γιαυτό το καλύτερο για το θεατή να μείνει στην επιφανειακή του θέα.



Οι ρόλοι έχουν επί τη εμφανίσει κωμική όψη. Εύθυμα σατιρικά καρτουνίσματα. Πιασάρικες φιγούρες και ατάκες με επιθεωρησιακή συμπεριφορά κερδίζουν σε πρώτο επίπεδο τον θεατή. Ετερόκλητη και η υποκριτική απόδοση καθεμιάς απ’ τις τρεις γυναίκες ηθοποιούς που ακολουθούν αυτή τη γραμμή. Το αγόρι αντίθετα βαδίζει σε ρεαλιστικά πατρόν και οι υπερβολές του δεν τον δένουν με το όλο θέαμα. Αν αυτό ήταν το ζητούμενο απ’ τον ρόλο, πέτυχε, αλλά γιατί να είναι;  Η Κυρία η καθισμένη στην κυλιόμενη πολυθρόνα, η Καθυστερημένη αφελής άστεγη ζητιάνα και η Υπηρέτρια των καλλιτεχνικών απωθημένων. Με αταίριαστες μανιέρες καθεμιά τους, είχανε ωστόσο κοινό χαρακτηριστικό το στοιχείο του αστείου, του διακωμωδούμενου προσώπου, την υπερβολή και το γκροτέσκο, ο  Τρομοκράτης αθλούμενος νεαρός πολύ λίγο ξέφευγε προς την διακωμώδηση του προσώπου που είχε αναλάβει για να συμπληρώνεται το κουαρτέτο των εξωφρενικών τύπων. Και για να μην συνεχίζουμε να αποφαινόμαστε ανώνυμα να σημειώσουμε πως τον ρόλο της Κυρίας που χάνει την πολύτιμη καρφίτσα τον είχε επωμιστεί η Ελένη Ζιώγα, την Καθυστερημένη αφελή ζητιάνα η Υβόννη Μαλτέζου και την Υπηρέτρια που έκλεψε την καρφίτσα, άνεργη ηθοποιό «του ποιοτικού» η Λουκία Πιστιόλα και τον Τρομοκράτη νεαρό ο Έκτορας Λιάτσος. Πολύ καλοί όλοι τους με τις ιδιαιτερότητες που σημείωσα που αφορούν περισσότερο την γενική αντίληψη της παράστασης παρά την ξεχωριστή επίδοση του κάθε ηθοποιού.



Ναι, σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, στο σύνολο και στην απόδοση του κάθε ρόλου ήταν φανερή η έλλειψη μιας ενιαίας αντίληψης, μιας συντονιστικής μπαγκέτας. Η απουσία του μαέστρου ήταν πολύ αισθητή. Δεν αγνοώ πως το θέαμα πρέπει  να είναι πολυμορφικό, ευπροσάρμοστο, ευλύγιστο για να προσαρμόζεται στις συνθήκες που συναντάει στους τόπους που μεταφέρεται, στις Φυλακές και όπου αλλού παρασταίνεται. Πρόκειται για μια παράσταση μετακινούμενη και μεταφερόμενη. Το γνωρίζω. Αλλά το στήσιμο στο συγκεκριμένο χώρο που το παρακολουθήσαμε πρόσφερε σταθερές συνθήκες, διέθετε χώρο άνετο, φωτισμούς και ηχητικά κι έτσι έπρεπε να ρεγουλαριστεί ένας ρυθμός των σκηνών, των διαδοχών της μιας ενότητας στην άλλη, της εμφάνισης των προσώπων και της απόσυρσης τους, οι έξοδοι και οι είσοδοι δηλαδή. Ζούμε στην εποχή της κυριαρχίας του σκηνοθέτη, του ρυθμιστή, του συντονιστή, του υποστηρικτή του όλου ή έστω και του μέρους. Αυτουνού που θα διευκρινίσει, με ευθύνη απέναντι στον συγγραφέα και τον ηθοποιό, την άποψη και τα νοήματα, θα συναρμολογήσει, θα λειάνει και θα αυξομειώσει τις υποκριτικές. Αυτός ο βασικός συντελεστής έλλειπε και η απουσία του ήταν πολύ αισθητή. Μα το έργο είναι απαιτητικό, ιδιαίτερα απαιτητικό μάλιστα και οι ρόλοι το ίδιο και που να βρεθεί σκηνοθέτης με τέτοια οξυδέρκεια, μόρφωση, ικανότητα να αντιληφθεί τον προβληματισμό του συγγραφέα, να τον κατανοήσει και να τον συμμεριστεί; Δύσκολο, μα όμως η έλλειψη του είναι αισθητή όπως σημείωσα παραπάνω και ιδιαίτερα επειδή το έργο είναι τέτοιας αξίας.

Δεν αγνοώ φυσικά πως ο σκηνοθέτης και ο καταχρηστικός πολλές φορές ρόλος του είναι προϊόν της εποχής. Έγινε ωστόσο απαραίτητος καθώς η θεατρική παράσταση αποτελεί σύνθεση, πολυπλοκότητα και όχι απλό στήσιμο. Τα παλιά χρόνια την ευθύνη του σκηνικού ρεγουλαρίσματος και τους ρυθμούς της παράστασης τους καθόριζε ο θιασάρχης, απ’ όταν όμως τα έργα έγιναν  πολύπλοκα και σύμμεικτα η συμμετοχή ενός διαγουμιστή σε πολλούς τομείς είναι αναγκαία και αυτή την αναγκαιότητα η παράσταση του BIOS την κάνει ιδιαίτερα αισθητή. 



Κοντολογίς ένα έργο που πλουτίζει την νεοελληνική δραματουργία στο επίπεδο των έργων προβληματισμού, καλές και ευχάριστες ερμηνείες από έμπειρους της σκηνής κι ένα δυο έξυπνα και ευρηματικά τεχνάσματα με τα φώτα, όπως το κόλπο της σκιάς και του προσώπου σε μια δυική παρουσία. Έξυπνο και πρωτότυπο !

Γιώργος Χατζηδάκης







Δεν υπάρχουν σχόλια: