Τρίτη 4 Ιουλίου 2017

Ατυχής και απογοητευτική εμπειρία


«Οι Κόρες» Στο Μικρό Χρηματιστήριο


 Η τήρηση  στοιχειωδών κανόνων της φυσικής πρέπει να είναι στα πρωτεύοντα μελήματα μιας σκηνοθεσίας γιατί η παραβίαση τους είναι πιθανό να εμποδίζει τον αποδέκτη θεατή να παρακολουθήσει το θέαμα που ο σκηνοθέτης δημιούργησε αποκλειστικά γι αυτόν. Και για να γίνω συγκεκριμένος ας ανάψουμε σ΄ έναν σκοτεινό χώρο ένα κερί και ας το βάλουμε ανάμεσα στο μάτι ενός θεατή και κάποιον άλλο που κινείται από την άλλη μεριά της φλόγας του κεριού. Φυσικό είναι πως ο πρώτος με τη λάμψη του κεριού στα μάτια να μην  μπορεί να ξεχωρίσει τι κάνει εκείνος που βρίσκεται από την άλλη μεριά. Στοιχειώδες. Δοκίμασα κάποτε να στήσω μια σκηνή με δυο ηθοποιούς που κρατούσαν πυρσούς. ‘Ήταν αδύνατο να παρακολουθήσουν τη δράση της παράστασης, τις κινήσεις των άλλων, την αίσθηση του χώρου κι έχαναν συνεχώς τον προσανατολισμό τους. Ο σκηνοθέτης της παράστασης που παρακολούθησα στην αίθουσα του παροπλισμένου Χρηματιστηρίου διέπραξε αυτό το βασικό σφάλμα.

Έστησε ένα φράγμα από πολύκλωνα κηροπήγια με ισχυρά λαμπάκια στην κορυφή, τουλάχιστον τριακόσιες φωτεινές, εστίες που αποτέλεσαν έναν δασώδη φράχτη γύρω από την πίστα του θεάματος του, παρεμβάλλοντας αυτό τον τοίχο ανάμεσα στους θεατές και το δρώμενο κάνοντας έτσι τα πρόσωπα της παράστασης δυσθεώρητα δυσκολεύοντας δυσάρεστα τον θεατή να διακρίνει την όποια δράση των όποιων προσώπων. Κατά διαστήματα φαίνονταν οι σιλουέτες, μισές η ολόκληρες γυναικών που κινούνταν κι άλλοτε ξάπλωναν προλαβαίνοντας ένα μέλος η ένα κεφάλι σε στάση η σε κίνηση. Κάποτε κατόρθωνες να δείς την αλλαγή ενός ρούχου η την περιβολή ενός σκάφανδρου που δεν γινόταν αντιληπτή η έννοια η ο συμβολισμός. Ε, εντάξει, δεν έβλεπες, άκουγες ωστόσο το κείμενο του έργου; Αμ δε. Τα δυο κορίτσια ηθοποιοί που διεκπεραίωναν το κείμενο είχαν πάρει εντολή όχι να φωνάζουν αλλά να κραυγάζουν, κυριολεκτικά, να ωρύονται στις κορυφώσεις δε να ουρλιάζουν. Άποψη; Ίσως.


Εδώ σημειώνεται η παραβίαση του δεύτερου φυσικού κανόνα. Με δεδομένη την κακή ακουστική του μη θεατρικού χώρου δεν βάζεις τις φράσεις, χωρίς κανέναν λόγο να κανονιοβολούνται στη διαπασών. Οι συλλαβές χτυπούσαν στους τοίχους κι από κει εξοστρακίζονταν και έβρισκαν τους άλλους τοίχους απέναντι και πάλι το ίδιο με αποτέλεσμα ένα εφιαλτικό ακουστικό αποτέλεσμα που ο άμοιρος θεατής δεν κατόρθωνε να ξεχωρίσει τι λέγεται, τι αφορά, πως η συγγραφέας του κειμένου διαπραγματεύεται το θέμα. Μ’ αυτές τις δυο σοβαρές παραβιάσεις της σκηνοθετικής λογικής είναι παρακινδυνευμένο να σχολιάσω το έργο, την διαπραγμάτευση του, την κίνηση και υποκριτική ικανότητα των ηθοποιών, να αξιολογήσω την επιλογή του έργου για το πρόγραμμα του φεστιβάλ. Ωστόσο από ξεφτίδια που προλάβαινα να διακρίνω, και από την παράσταση και από το κείμενο, απ’ τις κινήσεις των δυο βασικών ηθοποιών και από την εκφορά του λόγου, όπου το έπιανα και διέκρινα δεν μπορώ να κατατάξω το σύνολο σαν μια προσπάθεια σοβαρών καλλιτεχνικών προθέσεων. Οι περιγραφές που σου έταζε το κείμενο του προγράμματος σε προετοίμαζαν να παρακολουθήσεις μια ποιητική προσέγγιση του αθηναϊκού πνεύματος, μια ανθολόγηση από κείμενα των σπουδαίων αθηναιογράφων του παρελθόντος, μια ελεγεία πάνω στην Αθήνα ως ιστορική πόλη και ως πηγή έμπνευσης, λατρείας, ενθουσιασμού, απογοήτευσης και ανησυχίας.

Η παράσταση που είδαμε, στο ποσοστό που μπορέσαμε να την δούμε, ήταν μια φιλότιμη σχολική προσέγγιση που έγινε με την επίβλεψη μια φιλόλογου περιορισμένων ανησυχιών και γνώσεων. Οι μάσκες, τα φτερά, οι περικεφαλαίες , τα αγάλματα και οι πολλές και δαπανηρές κατασκευές καθόλου δεν χρειάζονταν και ουδόλως βοήθησαν κανέναν και πουθενά. Κάτω του μετρίου η υποκριτικές ικανότητες των βασικών ηθοποιών, ανέκφραστη η εκφορά και  ανερμάτιστες οι κινήσεις και οι στάσεις τους, ακαθοδήγητες φανερά, περιττό και μάλλον ενοχλητικό το παρδαλό (υποτίθεται πως εκπροσωπεί κατηγορίες του αθηναϊκού πληθυσμού. Αφέλεια σε επίπεδο ανοησίας ) κλιμάκιο που εισβάλει πλαισιώνει πεταλοειδώς το τερέν, λέγοντας ο καθένας το μέρος του, που ακούγεται μόνο από τους θεατές που έχει απέναντι του.



Γενικώς η παράσταση «Οι κόρες- Η νέα ποιητική της Αθήνας» του Γιάννη Σκουρλέτη, σύλληψη και σκηνοθεσία, με τις Λένα Δροσάκη και Άλκηστη Πουλοπούλου και με φιλική συμμετοχή της Μαρίας Κίτσου (την οποία δεν την είδα, η δεν κατάλαβα την στιγμιαία παρουσία της) σε κείμενο της Μαρίας Βασδέκη, ήταν στο σύνολό της μια ατυχής και απογοητευτική εμπειρία. Αδιάφορη,  κουραστική, παιδαριώδης και απατηλή, σε σχέση με τις προγραμματικές δηλώσεις, χωρίς ούτε μια στιγμή να παραχθεί μια σπίθα ενδιαφέροντος. Το μόνο κέρδος για τον θεατή η γνωριμία μ’ ένα κτήριο κόσμημα στο κέντρο της Αθήνας. Έστω κι αν ο σκηνοθέτης είναι από καλή γενιά μια σύσταση είναι απαραίτητη να υπόσχεται λιγότερα, να μελετάει περισσότερο και να προσέχει χωρίς έπαρση τη δουλειά του η να αλλάξει προσανατολισμό όσο είναι καιρός.

Γιώργος Χατζηδάκης


Δεν υπάρχουν σχόλια: