Δευτέρα 3 Μαρτίου 2008

Η δραματοποίηση ενός ποσοστου

Ένας στους δέκα

ΤΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΜΙΑΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΠΟΥ ΘΕΛΟΥΜΕ Ν’ ΑΓΝΟΟΥΜΕ

Ποιες είναι οι λέξεις; Καημός, Παράπονο και Πάθος. Όλα αυτά στην προθήκη μα από πίσω ένα ξεκάθαρο «κατηγορώ». Ένα κατηγορητήριο τεκμηριωμένο , δικαιωμένο, αυταπόδεικτο που κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει. Ούτε να το απεκδυθεί.Ξεκάθαρη είναι ωστόσο η ευθύνη που αποδίδεται στην Ιστορία κι απ’ αυτή την άποψη φαίνεται καθαρά πως η ομάδα αντιμετωπίζει το πρόβλημα, που αποτελεί το θέμα πάνω στο οποίο δούλεψαν, με ωριμότητα και συνειδητοποιημένα και με τέτοια διάθεση καλούν τον θεατή να παρακολουθήσει τις μαρτυρίες τους. Μας καλούν επίσης να συνειδητοποιήσουμε μια ρεαλιστική μέτρηση, ένα ποσοστό που αποτελεί μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα. Το ότι οι ξένοι, αποτελούν σήμερα το 10% του ελληνικού πληθυσμού.
Θα ήθελα σ’ αυτό το σημείο να αντιγράψω λίγες γραμμές από ένα παλαιότερο κείμενό μου που δεν έφτασε να δημοσιευθεί στο περιοδικό προς το οποίο το απηύθυνα. Βρίσκεται ωστόσο αναρτημένο στο Site της Θεώρησης (www.theorisi.gr) στην ενότητα των κριτικών μου με τίτλο «Αγαπητή μου Μαρία» με ημερομηνία 19 Δεκεμβρίου 2006.
Και από τώρα βρίσκεται αναρτημένο και στο blog www.topostheatroy.blogspot.gr.

«Γινόμαστε Μαρία μου, μάρτυρες βαθιών πολιτιστικών ανατροπών και αναμοχλεύσεων, ιστορικών θα μπορούσαμε να τις πούμε, που έχω την εντύπωση πως δεν έχουμε συλλάβει την έκτασή τους, το βάθος και την σημασία τους καθώς μας απασχολούν μερικές μόνο πλευρές των εκφάνσεών τους. Είναι τώρα μερικά χρόνια (ξεπερνούν οπωσδήποτε τα δεκαπέντε) που ο πληθυσμός της χώρας μας έχει δεχθεί μια μετάγγιση από προσφυγικά κύματα αλλοεθνή, με άλλες μορφωτικές καταβολές, άλλες γλώσσες, διαφορετικές θεωρήσεις του κόσμου και εν πολλοίς άλλες αξίες. Το μεγαλύτερο ποσοστό των μετοίκων αυτών είναι βορειοευρωπαίοι και Βαλκάνιοι, με τους Αλβανούς να έχουν το μεγαλύτερο ποσοστό ανάμεσα σ’ όλους τους μετανάστες. Οι πρώτοι Αλβανοί ήρθαν με τα παιδιά τους ή τα έφεραν μετά από κάποιο διάστημα, η τα απέκτησαν εδώ, το γεγονός είναι πως σήμερα τα σχολεία της χώρας μας έχουν μεγάλο ποσοστό μαθητών από την Αλβανία, στις τάξεις του Δημοτικού, του Γυμνασίου και του Λυκείου και αρκετοί απόφοιτοι έχουν ανέβει ήδη τα σκαλιά των ελληνικών Πανεπιστημίων. Κι όπως είναι φυσικό οι δραματικές σχολές δεν άφησαν τους νέους των ξένων ασυγκίνητους.

Η Μιρέλα Κόντι είναι μια Αλβανίδα που έχει τελειώσει μια αθηναϊκή δραματική σχολή. Είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ μαζί της τώρα που σκηνοθέτησα τους «Ιχνευτές» του Σοφοκλή και είμαι σε θέση να σου περιγράψω πόσο βαθιά έχει αφομοιώσει, όχι μόνο τη γλώσσα και τους κανόνες της θεατρικής τέχνης ( η μετάφραση είναι σε δεκαπεντασύλλαβο) μα και την θεωρητική γνώση για το αρχαίο θέατρο, την μυθολογία, τους ομηρικούς Ύμνους. Εκτός απ’ τον ρόλο της Μαίας, της μητέρας του Ερμή, την είχα και βοηθό μου. Μπορώ, λοιπόν, να μιλήσω με ενθουσιασμό για την ευσυνειδησία της, την συνέπειά της, την πλήρη επάρκεια της σε ότι της ζητήθηκε. Η Μιρέλα δεν είναι η μόνη Αλβανίδα στο ελληνικό θέατρο. Έχουμε πολλές φορές χειροκροτήσει τον Λαέρτη Βασιλείου, σε ρόλους δύσκολους και απαιτητικούς και πρόπερσι, νομίζω, στο θέατρο του Νέου Κόσμου είχε ανέβει ένα έργο που παιζόταν εναλλάξ στα ελληνικά και στα αλβανικά από Αλβανούς ηθοποιούς.. Κατά τους υπολογισμούς μου δέκα- τουλάχιστον -νέοι εξ Αλβανίας μέτριονται αυτή τη στιγμή στην λεγεώνα των ηθοποιών μας και είναι βέβαιο πως στα αμέσως προσεχή χρόνια θα πολλαπλασιαστούν εντυπωσιακά.

Η τέχνη του θεάτρου δεν είναι μια οποιαδήποτε δουλειά ή σπουδή που μπορεί εύκολα να κάνει ένας μετανάστης στην χώρα μας. Απαιτείται απόλυτη γνώση της γλώσσας και της εκφοράς της. Απαιτείται επίσης μια ιδιαίτερη αφομοίωση της ελληνικής κουλτούρας. Ιστορία, λαογραφία, λογοτεχνία, μυθολογία, κοινωνιολογία, γνώσεις που και οι ντόπιοι σπουδαστές δυσκολεύονται να αποκτήσουν. Οι Αλβανοί, ωστόσο, απ’ όσες περιπτώσεις έχω υπ’ όψη μου, με έχουν εκπλήξει. Εγκολπώνονται την ελληνική μόρφωση, ενσωματώνονται στον πολιτισμό μας, αφομοιώνουν την θεατρική σπουδή, με τέτοια όρεξη που πιστεύω πως πολύ σύντομα θα κατακτήσουν ξεχωριστές θέσεις στο θεατρικό μας στερέωμα.
Σου σημείωσα πως «θα κατακτήσουν», Μαρία μου ενώ στην πραγματικότητα θα κατακτηθούν, με μια κατάκτηση όμως αβίαστη, εκούσια, επιθυμητή και σπουδαία, με την έννοια άξια σπουδής.
Οι περιπτώσεις των Αλβανών δεν είναι οι μοναδικές. Στον χώρο του θεάματος απασχολούνται αρκετοί Βούλγαροι και Πολωνοί και Ρουμάνοι Στην δραματική σχολή που διδάσκω έχω στο πρώτο έτος μια μαθήτρια απ’ τη Ρωσία, την Άννα. Τα φαινόμενα νέων που προέρχονται από γειτονικές χώρες και στρέφονται στο θέατρο τα προσεχή χρόνια θα αυξηθούν. Έχω την εντύπωση πως δεν είναι μακριά ο καιρός που η ελληνική θεατρική παιδεία και το ελληνικό θέατρο, οι δραματικές σχολές και οι ελληνικοί θίασοι, το ελληνικό δραματολόγιο, σύγχρονο και αρχαίο θα γνωρίσουν μεγάλη εξάπλωση στον βαλκανικό χώρο. Και ψηλότερα. Υπάρχει εξ άλλου ένα σημαντικό παρελθόν που έχει σοβαρό λόγο να προβάλλεται. Οι Ρουμάνοι ιστορικοί του θεάτρου Νικολάϊ Φιλιμόν (ελληνικής καταγωγής οπωσδήποτε) και ο Ντιμίτρι Ουλανέσκου, θεωρούν πως το ελληνικό θέατρο στο Βουκουρέστι, που οργάνωσε και ενέπνευσε η Ραλλού Καρατζά το 1818 ήταν θρυαλλίδα όχι μόνο της ελληνικής Επανάστασης μα και της Επανάστασης του Βλαδιμηρέσκου. Πρωτοπόρος, εξ άλλου του Ρουμανικού θεάτρου στάθηκε ο Κωνσταντίνος Κυριακού Αριστίας. Και για να μην στενοχωρήσω τον Κώστα Ασημακόπουλο, παραλείποντας τον προσφιλή του Καρατζιάλε, που τον αναφέρει σε κάθε περίπτωση, πρέπει να τονίσω πως κι αυτός είναι ελληνικής καταγωγής. Όσο για την Βουλγαρία περιορίζομαι να σημειώσω πως το πρώτο έργο του βουλγαρικού θεάτρου είναι η με τον τίτλο «Μιχάλ» μεταφορά στα βουλγαρικά του «Λεπρέντη» του Χουρμούζη.
Ας αφήσουμε, ωστόσο, τα παρελθόντα. Στο παρόν και στο μέλλον το ελληνικό θέατρο, η γλώσσα μας, το δραματολόγιό μας με την εικόνα της ελληνικής κοινωνίας του 19ου, του 20ου και του 21ου αιώνα, η θεατρική μας παράδοση, αρχαία και βυζαντινή θα δρουν δυναμικά σε όλο τον βαλκανικό χώρο κι αυτό θα είναι μια πολιτιστική επικράτηση ανυπολόγιστης σημασίας. Προς αυτή τη κατεύθυνση ας στραφεί το ενδιαφέρον της Πολιτείας, των Κρατικών Θεάτρων, της Εταιρειών Θεατρικών Συγγραφέων και Σκηνοθετών, της Ένωσης Κριτικών, του Σωματείου Ηθοποιών, του Συλλόγου Αποφοίτων θεατρικών Σπουδών, η πολυάριθμη Κοινότητα Πανεπιστημιακών περί το θέατρο ασχολουμένων, οι ποικίλες Επιτροπές, για όλους αυτούς, τους είτε με σπουδαίους στόχους ασχολούμενους, είτε είναι από τους φλυναφούντες ματαιόσπουδους. Ιδού φίλτατοι μου στάδιον δόξης λαμπρόν, σπουδαίον και ουσιαστικόν».
Σ’ αυτό το σημείο διακόπτω την αντιγραφή και θέλω να συμπληρώσω πως ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος ετοιμάζει τις «Τρωάδες» για την Αλβανία με τη συνεργασία του Λαέρτη Βασιλείου. Σαν να το ‘ξερα!
Σε κάποια άλλη ευκαιρία θα σημειώσω ολίγα για τον αλβανικής καταγωγής λόγιο και θεατρικό συγγραφέα Νίκανδρο Νούκιο τον Κερκυραιο. Αυτός εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Σπύρου Ευαγγελάτου. Ξαναγυρίζω στην παράσταση.
Η βάση με την οποία δούλεψαν οι τρεις ηθοποιοί με το σκηνοθέτη τους είναι αυτή των αυτοσχεδιασμών, των επινοήσεων, των εμπνεύσεων με κύριο εργαλείο το σώμα τους. Είδα την εφαρμογή μιας μεθόδου που αποτελεί την πιο θριαμβευτική δικαίωση των αρχών του γκροτοφσκικού «φτωχού» θεάτρου. Με τα σώματα, τις φωνές και την φαντασία, με πάθος και παράπονο και με τις λυγμικές παρεμβολές του πνευστού μας προσφέρθηκε ένα συγκλονιστικό (όχι με την έννοια που το επίθετο καταναλίσκεται στα κανάλια ) θέαμα αποστομωτικό και αποσβολωτικό, με υψηλή καλλιτεχνική αξιολόγηση. Θα συμφωνήσω με εκείνους που θα διαγνώσουν έναν λαϊκισμό, έναν μελοδραματισμό, στην επανάληψη των δεινών εμπειριών θα υπογραμμίσω όμως πως όλα όσα διεκτραγωδούνται είναι πραγματικά. Δεν υπάρχει καμιά δραματοποίηση, καμιά σεναριακή μεγέθυνση. Είμαι βέβαιος πως πολλά κόπηκαν κι άλλα μειώθηκαν. Βρήκα καταπληκτικό, από δραματουργική άποψη, ως σύλληψη και ως σκηνική πραγμάτωση, το κομμάτι με τις σημαίες. Αριστουργηματικό.
Μπράβο παιδιά. Σ όλους. Ποιους; Τον Δαυιδ Μαλτέζε, τον Κρις Ραντάνοφ, τον Ένκελεντ Φεζολλάρι και φυσικά τον Λαέρτη Βασιλείου, άνθρωπο ευφυή που αφομοιώνει όχι μόνο τα θεατρικά ρεύματα μα και τα πνεύματα των καιρών.

Δεν υπάρχουν σχόλια: